Από το 1981, όταν ο Ιντιάνα Τζόουνς ήρωας άρχισε να αλωνίζει για πρώτη φορά στη μεγάλη οθόνη, το στοιχείο της έκπληξης ήταν ανέκαθεν ένα από τα χαρακτηριστικά των περιπετειών του. Αυτό βέβαια δεν θα μπορούσε να αλλάξει σήμερα, ακόμα και με την είσοδο του πρωταγωνιστή του, Χάρισον Φορντ, στην ένατη δεκαετία της ζωής του.
Ωστόσο, στην περίπτωση του «Ο Ιντιάνα Τζόουνς και ο δίσκος του πεπρωμένου», του πέμπτου κατά σειρά κινηματογραφικού Ιντιάνα Τζόουνς που από την περασμένη Πέμπτη προβάλλεται στις αίθουσες, η φαντασία των τεσσάρων σεναριογράφων (ανάμεσα στους οποίους και του σκηνοθέτη της, Τζέιμς Μάνγκολντ) ξεπερνά κάθε όριο. Παραμύθι με τα όλα του, το φιλμ «δανείζεται» ιδέες ως και από τη «Μηχανή του χρόνου» του Χ. Τζ. Γουέλς για να μετατρέψει τον Ιντιάνα Τζόουνς σε ταξιδευτή του χρόνου και να τον οδηγήσει ως την… αρχαιότητα.
Οσο και αν γνωρίζουμε το πάθος του Ιντι με την αρχαιολογία, το να τον ακούς να μιλάει ελληνικά ξεπερνά κάθε προηγούμενο. Και όμως, αυτό ακριβώς θα γίνει αφού στο σενάριο παίζει σημαντικό ρόλο ο Μηχανισμός των Αντικυθήρων και ο Αρχιμήδης, τον οποίο μάλιστα ο Τζόουνς θα συναντήσει από κοντά! Και πώς αλλιώς θα μπορούσε ο Ιντιάνα να μιλήσει στον Αρχιμήδη αν όχι στα ελληνικά;
Παιδικές αναμνήσεις δισεκατομμυρίων!
Οι παιδικές εμπειρίες των Στίβεν Σπίλμπεργκ – Τζορτζ Λούκας, διευθυντών παραγωγής της τελευταίας ταινίας, ήταν εκείνες που βοήθησαν στη δημιουργία του Ιντιάνα Τζόουνς. Την περίοδο που οι δύο αυτοί σημερινοί μεγαλοεπιχειρηματίες ήταν ακόμα παιδιά, ξημερώνονταν στις αίθουσες παρακολουθώντας συνεχώς τα περίφημα κινηματογραφικά «σίριαλς» της εποχής. Τα «σίριαλς» που πρωτοεμφανίστηκαν στην δεκαετία του 1930, δεν ήταν παρά χαμηλού κόστους σύντομες ταινίες, που (υπό μορφή σίριαλ) αφηγούνταν αυτοτελείς ιστορίες «σούπερ ηρώων», προερχόμενων και από τα κόμικς. Ανάμεσά τους ξεχώριζαν ο Σούπερμαν, ο Φλας Γκόρντον και ο Ταρζάν. Η ασταμάτητη, ανέμελη δράση ενθουσίαζε τους μικρούς οπαδούς των ταινιών αυτών, οι οποίες παρότι δεν γυρίζονται πια, σήμερα θεωρούνται κομμάτι της αμερικανικής κινηματογραφικής ιστορίας.
Συνεπώς, στις αρχές της δεκαετίας του 1980 και αφού ο Λούκας είχε σκηνοθετήσει τον «Πόλεμο των Αστρων» που επίσης βασίστηκε στην ιδέα της σύγχρονης μεταφοράς των «σίριαλς» σε μεγάλου μήκους κινηματογραφικές ταινίες, γεννήθηκε ο Ιντιάνα Τζόουνς. Ενας επιστήμονας, αρχαιολόγος, παθιασμένος με τη δουλειά του, ο οποίος από τη μια στιγμή στην άλλη μπορεί να μετατραπεί σε ριψοκίνδυνο τυχοδιώκτη, έτοιμο να παίξει τη ζωή του κορόνα – γράμματα προκειμένου να πετύχει τον στόχο του.
Συνεσταλμένος και ντυμένος στην τρίχα από τη μια πλευρά, σκληρός, κουρελιασμένος (πέτσινο σακάκι, σκισμένο παντελόνι, τσόχινο καπέλο) και κουβαλώντας πάντα ένα λάσο από την άλλη. Ο Λούκας ήταν εκείνος που έπλασε πρώτος στο μυαλό του την εικόνα του Τζόουνς και σε συνεργασία με τον Σπίλμπεργκ που ανέλαβε τη σκηνοθεσία, κατάφερε να συνδυάσει το χιούμορ, την καταιγιστική δράση και το μεγαλείο των τεχνικών επιτευγμάτων για να γεννηθεί μια πολυσχιδής προσωπικότητα στην οποία βρίσκεις στοιχεία τόλμης, ντροπής, παιδικότητας, φόβου και επιστημονικής γνώσης.
Ολα αυτά τα στοιχεία ωρίμασαν στη δεκαετία του 1980 με τις δύο ταινίες που ακολούθησαν την «Κιβωτό», τις «Ο Ιντιάνα Τζόουνς και ο ναός του χαμένου θησαυρού» (1984) και «Ο Ιντιάνα Τζόουνς και η Τελευταία Σταυροφορία» (1989), όπου η μεγάλη έκπληξη ήταν η εμφάνιση του Σον Κόνερι στον ρόλο του πατέρα του Ιντι (μάλιστα, η ηλικία που χώριζε τους δύο ηθοποιούς στην πραγματικότητα, ήταν μόλις 13 χρόνια γιατί ο Φορντ ήταν 46 και ο Κόνερι 59).
Μια καριέρα… Ιντιάνα
O Xάρισον Φορντ, που στις 13 Ιουλίου γίνεται 81 ετών, δήλωσε ότι με την ταινία «Ο Ιντιάνα Τζόουνς και ο δίσκος του πεπρωμένου» υποδύεται για τελευταία φορά τον Ιντιάνα Τζόουνς που – τι σύμπτωση! – υποδύθηκε για πρώτη φορά το 1981. Πριν από οκτώ περίπου χρόνια, οι φήμες ότι ο Μπράντλεϊ Κούπερ ή ο Κρις Πρατ θα φορούσαν πλέον το πέτσινο μπουφάν και το τσόχινο καπέλο του Ιντιάνα ακυρώθηκαν, με τον Φορντ μάλιστα να δηλώνει ότι δεν θα ήθελε να δει κάποιον άλλον στον ρόλο. «Οταν φύγω εγώ, θα φύγει και αυτός. Τόσο απλό» είχε πει.
Βέβαια, το 2022 η δήλωσή του ήταν ότι δεν θα ξαναπαίξει τον ρόλο και να που το ξανάκανε. Το 1981 ο Φορντ είχε κερδίσει αυτόν τον ρόλο μετά την άρνηση του Τομ Σέλεκ να τον αναλάβει λόγω της δέσμευσής του στη σειρά «Μάγκνουμ». Τελικά ο Φορντ έχει υπάρξει αρκετά τυχερός στην καριέρα του, αν λάβουμε υπόψη ότι πήρε τον ρόλο του Χαν Σόλο στην ταινία «Ο πόλεμος των άστρων» επειδή τον αρνήθηκε ο Αλ Πατσίνο καθώς δεν καταλάβαινε το σενάριο.
Με τα χρόνια, ο Φορντ ταυτίστηκε πλήρως με τον ρόλο, γι’ αυτό και επανήλθε το 2008 με την τέταρτη ταινία της σειράς «Ο Ιντιάνα Τζόουνς και το βασίλειο του κρυστάλλινου κρανίου», η οποία ωστόσο γυρίστηκε κάτω από πολύ άσχημες συνθήκες και πολλά εμπόδια όπως η διαμάχη ανάμεσα στον διευθυντή παραγωγής της Τζορτζ Λούκας και τον Φρανκ Ντάραμποντ που είχε αναλάβει τη συγγραφή του σεναρίου (ο Λούκας είχε πετάξει στα σκουπίδια το σενάριο του Ντάραμποντ – σκηνοθέτη ταινιών όπως «Το πράσινο μίλι» και «Τελευταία έξοδος: Ρίτα Χέιγουορθ» – και ο Ντάραμποντ αποκάλεσε τον Λούκας τρελό πεισματάρη). Εν τέλει το σενάριο πάνω στο οποίο η ταινία γυρίστηκε με σκηνοθέτη τον Σπίλμπεργκ έφερε την υπογραφή του Ντέιβιντ Κεπ και του Φίλιπ Κάουφμαν.
Ανάλογα προβλήματα δεν προέκυψαν στην τελευταία ταινία, η οποία όπως όλες, είναι χορταστικότατη και αναμένεται να κάνει θραύση στα ταμεία των θερινών αιθουσών όπου θα προβάλλεται για πολύ καιρό.