Είναι δύσκολο να περιγράψεις τα έργα του Ηλία Καφούρου. Πολύχρωμες, εντυπωσιακά πυκνές συνθέσεις που θυμίζουν βουδιστικά μάνταλα με μοτίβα που περιδινούνται γύρω από «αναγνωρίσιμες» εικόνες, έργα ζωγραφισμένα με ανυποχώρητη προσοχή στη λεπτομέρεια που καλούν τον θεατή να ανακαλύψει τα κρυμμένα μυστικά τους σαν να πρόκειται για παιχνίδι παρατηρητικότητας τύπου «I Spy». Οπως στη νέα ατομική έκθεσή του στην γκαλερί «Δυο Χωριά – Project Space» της Μαρίνας Βρανοπούλου στον εκθεσιακό χώρο στη Νέα Φιλοθέη (Μαντζουράκη 16). Μια έκθεση που λειτουργεί περίπου σαν φράκταλ, με «έργα που επαναλαμβάνονται μέσα σε άλλα έργα, που μεταστοιχειώνονται και που αναπτύσσονται σαν μια ιστορία δίχως τέλος», όπως θα πει στο «Βήμα» ο Καφούρος.«Η σειρά έργων της έκθεσης «Push Buttons» είχε ως αφετηρία τη σύλληψη του «Screentime», ενός έργου στο οποίο η κεντρική ιδέα είναι ένα meme μιας εικόνας τηλεπαιχνιδιού, με τεστ ερωτήσεων πολλαπλής επιλογής (multiple choice). Συγκεκριμένα, θέτει το εξής ερώτημα: What does the audience want (Τι θέλει το κοινό)? A) The truth (την αλήθεια). B) Something exciting (κάτι συναρπαστικό). C) No alarms and no surprises (όχι ταραχή και εκπλήξεις). D) The end of the f… world (το τέλος του γ.. κόσμου). Η ανάπτυξη της αφήγησης έγινε με βάση αυτό προκειμένου να εξερευνηθεί ο ψυχολογικός μας εθισμός στα social media και στην τεχνολογία, όπως και η μετάλλαξη της αντίληψής μας για το άμεσο περιβάλλον μας και τη σαγήνη της νέας εύχρηστης πολυπλοκότητας που μας αποξενώνει από τον οργανικό κόσμο και μας ποτίζει αδρεναλίνη». Εξάλλου ο τίτλος της έκθεσης, «Push Buttons»,εμπλουτίζει τις ενδεχόμενες ερμηνείες των έργων με τη φιλοσοφία και τα συμπεράσματα των ερευνητών Τζέιμς Ολντς και Πίτερ Μίλνερ. Το 1953 διεξήγαγαν μια σειρά από πειράματα σχετικά με την εγκεφαλική διέγερση ποντικιών μέσω ηλεκτρικού ρεύματος, η οποία προκαλούσε ευχαρίστηση αλλά και εξάρτηση, μια ηδονοθηρία που παραπέμπει στην εμμονοληπτική ενασχόληση με τις «δεσμευτικές συσκευές μας», όπως θα πει ο Καφούρος.
Ο ίδιος, πέρα από τη σαγήνη της τεχνολογίας, έχει άλλη διέξοδο για να αναζητήσει την αδρεναλίνη, καθώς μπορεί να «χάνεται» στο προσωπικό του δημιουργικό ταξίδι, άσχετα αν μπορεί να γνωρίζει τον τελικό προορισμό.«Ξεκινώ με μια κεντρική ιδέα ή αίσθηση γι’ αυτό που θέλω να σχηματίσω και συγκεντρώνω τις εικόνες που μου ταιριάζουν σαν ένα brainstorming που πυροδοτεί συνειρμούς και γεννά νέες εικόνες. Επειτα προσπαθώ με προσχέδια να τις συνθέσω σε διαφορετικές διαστάσεις και όταν προκύψει το σκίτσο που με ικανοποιεί, ξεκινώ να δημιουργώ τη σύνθεση σε πραγματικό μεγεθος. Οπότε η διαδικασία δεν ήταν καθόλου αυθόρμητη εξαρχής, όμως τα τελευταία χρόνια έχω οδηγηθεί σε μια μεικτή τεχνική που επιτρέπει την παρόρμηση σε επιμέρους στοιχεία, αν και στο μεγαλύτερο μέρος του το έργο εξακολουθεί να ορίζεται από την αρχή του διεξοδικά» θα σχολιάσει.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος