Eάν κάτι χαρακτηρίζει τη ζωή του Λάζαρου Γεωργακόπουλου αυτό το διάστημα είναι η έλλειψη χρόνου. Γυρίσματα για τη σειρά ταινιών του Αλέξανδρου Ρήγα «Τι ψυχή θα παραδώσεις, μωρή;», γυρίσματα στην τηλεόραση και φυσικά κάθε βράδυ από Τετάρτη έως Κυριακή ενδύεται τον ρόλο του Ερικ, στο βραβευμένο με Tony Αward έργο του Στίβεν Κάραμ «Τhe Humans», το οποίο παρουσιάζεται, μετά τη περσινή επιτυχία, για δεύτερη χρονιά στο θέατρο Μουσούρη σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη.

H υπόθεση εκτυλίσσεται κατά τη διάρκεια της Ημέρας των Ευχαριστιών ξετυλίγοντας το κουβάρι της ζωής της οικογένειας Μπλέικ: οι γονείς, Ερικ (Λάζαρος Γεωργακόπουλος) και Ντίντρι (Θέμις Μπαζάκα), μαζί με τη μητέρα του πρώτου, Μόμο (Ξένια Καλογεροπούλου), η οποία βρίσκεται σε αμαξίδιο, πάσχοντας από άνοια, παρέα με τη μεγάλη τους κόρη Εϊμι (Ειρήνη Μακρή) επισκέπτονται τη μικρότερη κόρη τους Μπρίτζετ (Mαρία Πετεβή) και τον σύντροφό της Ρίτσαρντ (Κωνσταντίνος Ασπιώτης) στο διαμέρισμα που διαμένουν στην Τσάιναταουν της Νέας Υόρκης.

Kαι μέσα σε αυτό το μικροσκοπικό σπιτικό των δύο επιπέδων, τα μικρά αλλά και τα μεγάλα δράματα των χαρακτήρων αναδύονται με χιούμορ και τρυφερότητα, χωρίς να χάνουν πάντα το σκοτάδι τους, με τους ήρωες μέσα στα αδιέξοδα της καθημερινότητά τους να θυμίζουν κάτι από εμάς.

Κύριε Γεωργακόπουλε, τι σας συγκινεί στο έργο «Τhe Ηumans» του Στίβεν Κάραμ;

«Ο,τι και να συμβεί σε αυτούς τους ανθρώπους θα προσπαθήσουν να κρατήσουν τη συνοχή της οικογένειας και να συνεχίσουν. Υπάρχει ένα νήμα ελπίδας που τους συνδέει, ακόμα και όταν μένουν μόνοι τους και κλαίνε»

«Το στοιχείο που με συγκίνησε όταν πρωτοδιάβασα το έργο είναι αυτή η αγάπη που το διατρέχει. Οι Μπλέικς μπορεί να μην καταφέρνουν να μείνουν μακριά από τις σκληρές πραγματικότητες της ζωής, αλλά αισθάνεσαι ότι θα βρουν δύναμη στην αγάπη που έχουν ο ένας για τον άλλον. Ο,τι και να συμβεί σε αυτούς τους ανθρώπους θα προσπαθήσουν να κρατήσουν τη συνοχή της οικογένειας και να συνεχίσουν. Υπάρχει ένα νήμα ελπίδας που τους συνδέει, ακόμα και όταν μένουν μόνοι τους και κλαίνε.

Ο άνθρωπος είναι ένα φριχτό είδος, «είναι ο φόβος και ο τρόμος στον κόσμο των τεράτων» όπως λέει χαρακτηριστικά ο Ριτς – το μόνο πρόσωπο που δεν ανήκει ακόμα στους Μπλέικς. Ο μόνος τρόπος να υποφέρουμε ο ένας τον άλλον και τον εαυτό μας, εμείς οι άνθρωποι, είναι να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε».

Δεν υπάρχει ιδιαίτερη δράση και όμως είναι ένα έργο που καθηλώνει. Θα λέγατε ότι είναι μια ωδή στον συνηθισμένο άνθρωπο;

«Είναι μια ωδή στις συνηθισμένες ζωές μας. Μια οικογένεια μαζεύεται για να γιορτάσει την Ημέρα των Ευχαριστιών. Θα φάνε, θα τραγουδήσουν, θα γελάσουν, θα μαλώσουν, θα αφήσουν να φανούν τα άγχη τους, οι αγωνίες τους, οι φόβοι τους και μετά θα μαζέψουν τα κομμάτια τους και θα πάρει ο ένας το χέρι του άλλου για να συνεχίσουν. Σε αυτό όμως το έργο που ασχολείται με τα συνηθισμένα και που ξεκινά σαν κωμωδία για να καταλήξει σε τραγωδία, υπάρχει ένα αναπάντεχο φινάλε που του δίνει τελικά μία άλλη πνοή».

Οι πρωταγωνιστές του έργου «Τhe Humans» του Στίβεν Κάραμ. «Ο,τι και να συμβεί σε αυτούς τους ανθρώπους θα προσπαθήσουν να κρατήσουν τη συνοχή της οικογένειας και να συνεχίσουν. Υπάρχει ένα νήμα ελπίδας που τους συνδέει, ακόμα και όταν μένουν μόνοι τους και κλαίνε»

Μία από τις κόρες του χαρακτήρα σας στο έργο είναι ομοφυλόφιλη. Πώς αισθάνεστε που εν έτει 2024 κάποιοι γονείς αδυνατούν να αποδεχθούν τον σεξουαλικό προσανατολισμό των παιδιών τους;

«Μερικές φορές αισθάνομαι ότι έχουμε ξεπεράσει πολλά και άλλες πάλι νομίζω ότι είμαστε πολύ πίσω. Την ίδια στιγμή που ο κόσμος ψήφιζε με ασυνήθιστη ελευθερία και έλλειψη συντηρητισμού έναν ανοιχτά ομοφυλόφιλο άνδρα για αρχηγό κόμματος, την ίδια στιγμή κάποιες παρέες νέων κυνηγούσαν σε πλατείες ανθρώπους γιατί δήλωναν τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό ντυμένοι «προκλητικά».

Το 2021 γιορτάσαμε τα 200 χρόνια από το τέλος της Τουρκοκρατίας, δηλαδή μία χρονική απόσταση που ισοδυναμεί με τρεις ανθρώπινες ζωές μόνο. Αν το συνειδητοποιήσουμε αυτό θα καταλάβουμε ότι έχουμε κάνει άλματα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Οι άνθρωποι αλλάζουμε δύσκολα και με διαφορετικές ταχύτητες ο καθένας αλλά νομίζω ότι πρέπει να είμαστε αισιόδοξοι. Περισσότερο με απασχολεί η ανεξέλεγκτη εφηβική βία και τα ψυχολογικά προβλήματα στα παιδιά της COVID εποχής. Αυτό με τρομάζει».

Υπάρχει μια φράση που λειτουργεί ως προμετωπίδα στο θεατρικό έργο: «Κάθε άνθρωπος στη διάρκεια της ζωής του, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, θα συναντηθεί με τους παρακάτω φόβους: της φτώχειας, της κριτικής, των γηρατειών, του θανάτου, της αρρώστιας, του να χάσεις την αγάπη κάποιου». Εσείς με ποιον φόβο έχετε έρθει πιο βαθιά αντιμέτωπος;

«Με τους περισσότερους, μόνο που δεν άφηνα τους φόβους μου να υπερισχύσουν, αλλά το θεωρούσα μια καλή αφορμή να τους ξεπεράσω. Και αυτό γιατί όσο τους αφήνεις ανεξέλεγκτους τόσο γιγαντώνονται και γίνονται φοβίες, δηλαδή φόβοι που δεν έχουν καμία  σχέση με την πραγματικότητα – και δεν μπορώ να ζω έτσι. Είναι σαν να θυσιάζω τη μισή μου ζωή».

Είστε ένας ηθοποιός με πολύ ακριβή πορεία στο θέατρο. Για χρόνια μοιάζατε όμως να αποφεύγετε κάπως την τηλεόραση. Υπήρξε ταμπού για εσάς;

«Τηλεόραση έκανα, αραιά βέβαια, αλλά πάντα με έναν φόβο για την έκθεση που φέρει αλλά ακόμα και για την επιτυχία που μπορεί να σου δώσει. Ξεκίνησα από το Θέατρο Τέχνης που τηλεόραση και κινηματογράφος ήταν «απαγορευμένα». Ηταν φυσικό λοιπόν να υπάρχει δυσπιστία. Αισθανόμουν ότι μπορεί να τυποποιηθώ, να δημιουργηθεί μία εικόνα μου κι εγώ να τρέχω πίσω από αυτήν. Για πολλά χρόνια λειτουργούσε μέσα μου κάτι αποτρεπτικό».

Τα τελευταία χρόνια παράλληλα με τη θεατρική επιτυχία ζείτε και την τηλεοπτική επιτυχία. Εφέτος πρωταγωνιστείτε στη σειρά «Ο τιμωρός». Σήμερα, θα λέγατε ότι αγαπάτε την τηλεόραση;

«Πάντα την αγαπούσα, όπως αγαπούσα πολύ και τον κινηματογράφο, παρόλο που η ζυγαριά μονίμως έγερνε προς το θέατρο. Οταν καταπιάνομαι με κάτι φροντίζω να βρίσκω τρόπους να το αγαπήσω, αλλιώς δεν μπορώ να το κάνω… Μου αρέσει η αμεσότητά της, αυτή η συγγενική σχεδόν σχέση που δημιουργεί με τους θεατές, η διαφυγή που προσφέρεις στον κόσμο από την καθημερινότητά του, η γνωριμία με ανθρώπους της επαρχίας που δεν έχουν την δυνατότητα να δουν θέατρο. Ακόμα και οι γρήγοροι ρυθμοί της είναι για μένα πρόκληση, να είσαι έτοιμος συνέχεια, να συγκεντρώνεσαι γρήγορα, να μαθαίνεις κείμενα ακόμα πιο γρήγορα, να παίρνεις υποκριτικές αποφάσεις αμέσως, αρκεί βέβαια να μη συγχέεται η ταχύτητα με την τσαπατσουλιά και την προχειρότητα».

Θεωρείτε ότι η άνθηση της μυθοπλασίας μπορεί να φέρει ένα νέο κοινό στο θέατρο;

«Σίγουρα. Θεωρώ ότι η άνθηση της μυθοπλασίας οφείλεται και στην είσοδο στην τηλεόραση ηθοποιών του θεάτρου που έδωσαν ένα άλλο ύφος, μία διαφορετική προσέγγιση. Ενα κοινό που δεν έβλεπε τηλεόραση κλείστηκε στο σπίτι για να παρακολουθήσει για πρώτη φορά σειρές που έφεραν κάτι διαφορετικό, όπως επίσης ένα μεγάλο κομμάτι του κοινού γνώρισε και ακολούθησε αυτούς τους ηθοποιούς στο θέατρο. Κι ενώ συνήθως η τηλεόραση τροφοδοτούσε με ηθοποιούς το θέατρο, τώρα έγινε το εντελώς αντίθετο».

Βάλατε πρώτα τη ζωή σας ή την καριέρα σας;

«Πάντα τη ζωή μου έβαζα μπροστά. Μπορεί να υπάρχουν περίοδοι που τυχαίνει να έχω πολλά πράγματα να κάνω, αλλά συνήθως δεν είναι έτσι. Η ζωή μου είναι πολύ σημαντική για μένα, και η ζωή είναι αλλού, όχι στο θέατρο, αν και είναι ο μόνιμος τροφοδότης του».

INFO«Τhe Humans», από Τετάρτη έως Κυριακή στο θέατρο Μουσούρη (Πλατεία Καρύτση, Αθήνα).