Η Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής συμμετέχει για πρώτη φορά στο Athens Pride 2023 με την πρώτη παρουσίαση της περφόρμανς «Living Room», μιας μουσικής παράστασης που δημιούργησαν ο βαρύτονος και ντραγκ περφόρμερ Γεώργιος Ιατρού και η εικαστικός και σκηνοθέτρια Ανθή Κουγιά και συνδυάζει το ντραγκ με το κλασικό τραγούδι, τη μελοποιημένη ποίηση και τις εικαστικές τέχνες.
Η παράσταση θα παρουσιαστεί στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ στο Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος την Τετάρτη 7 Ιουνίου, στις 20.30. Η είσοδος για το κοινό είναι ελεύθερη με δελτία εισόδου, τα οποία διανέμονται αποκλειστικά μέσω της ticket services.
Είναι πολύ ενδιαφέρουσα η ιδέα στην οποία βασίζεται το «Living Room» σχετικά με τους ρόλους που υποδυόμαστε στη ζωή προκειμένου να εντασσόμαστε στα διάφορα κοινωνικά περιβάλλοντα. Πείτε μας λίγα λόγια επιπλέον.
«Η μουσική περφόρμανς «Living Room» προέκυψε από την ανάγκη μας – με την Ανθή Κουγιά – να μιλήσουμε για προσωπικά μας βιώματα. Εγώ βλέπω το «Living Room» ως το σαλόνι όπου μεγάλωσα, όπου ερωτεύτηκα και όπου έτρωγα μέχρι να σκάσω, το σαλόνι που με περιέθαλπε στα δύσκολα και άλλοτε με κατάπινε. Στη σύλληψη της ιδέας έπαιξε μεγάλο ρόλο η έννοια του χαμαιλεοντισμού, μία λειτουργία προσαρμογής – του περιβλήματος, αλλά και της συμπεριφοράς και της ψυχοσύνθεσης μας – ώστε να επιβιώσουμε ή να γίνουμε αποδεκτοί εις βάρος του πραγματικού εαυτού μας ή των αληθινών επιθυμιών μας. Αυτή είναι μία πραγματικότητα που πολύ συχνά βιώνουν τα ΛΟΑΤΚΙ άτομα αλλά θεωρώ ότι οι περισσότεροι άνθρωποι το έχουν βιώσει με τον έναν ή τον άλλον τρόπο – για να γίνουν αρεστοί σε οικογένειες ή φίλους, για να επιβιώσουν ή να ανελιχτούν σε μια δουλειά… Το πλάσμα λοιπόν της ιστορίας μας διανύει ένα ταξίδι απελευθέρωσης επαναστατώντας απέναντι στο σαλόνι που είναι κομμάτι του. Το σκηνικό του αρχιτέκτονα Ζακ Λούσπα αντηχεί αυτό το ταξίδι. Αρχικά βλέπουμε ένα σαλόνι ντυμένο από πάνω ως κάτω με την ίδια, σχεδόν μουχλιασμένη, ταπετσαρία και το κοστούμι των περφόρμερ που σχεδίασε η Λαρά Μπυφάρ να είναι φτιαγμένο από το ίδιο υλικό. Και σιγά-σιγά έρχονται κάποιες ρωγμές».
Η πανδημία πώς βρήκε θέση στο περιεχόμενο της παράστασης;
«Η αλήθεια είναι ότι όταν το φτιάξαμε δεν μας πέρασε καν από το μυαλό το πόσο αυτό το έργο μιλάει για τον πρόσφατο εγκλεισμό μας. Ξέρω, ακούγεται χαζό, αλλά ίσως να είχαμε αποβάλει την εμπειρία αυτή από το μυαλό μας. Κάναμε λοιπόν μία μικρή παρουσίαση του έργου στους φίλους μας και εκείνοι μας είπαν πόσο ταυτίστηκαν με την περίοδο που ήμασταν όλοι κλεισμένοι στα σπίτια μας και περνούσαμε ατελείωτες ώρες στο σαλόνι, τρώγαμε εκεί, δουλεύαμε, κάναμε γυμναστική – όλα στον ίδιο χώρο. Στην αρχή σοκαριστήκαμε που δεν το σκεφτήκαμε οι ίδιοι, αλλά είναι σαφές ότι το τραύμα λειτούργησε σε ένα υποσυνείδητο επίπεδο. Οποιαδήποτε λοιπόν ομοιότητα με πραγματικά γεγονότα είναι εντελώς συμπτωματική, αλλά πολύ ουσιαστική».
«Τα τραγούδια που επιλέξαμε είναι κυρίως της μεταρομαντικής περιόδου και έχουν πλούσιες μελωδίες και ιδιαίτερες – μάλλον ασυνήθιστες θα έλεγα – αρμονίες ακολουθώντας το καλλιτεχνικό κίνημα της decadence των τελών του 19ου αιώνα»
Μιλήστε μας για τη μουσική. Γιατί λιντ;
«Το λιντ ιστορικά παιζόταν σε σαλόνια όπου οι συνθέτες μάζευαν τους φίλους τους, παρουσίαζαν τα νέα τους τραγούδια, έπιναν και διασκέδαζαν. Επομένως υπάρχει μία άμεση συσχέτιση με το κόνσεπτ του σαλονιού. Επίσης, είναι ένα από τα αγαπημένα μου είδη λυρικού τραγουδιού. Κάθε τραγούδι είναι σαν μία μικρή όπερα που διαρκεί μόλις λίγα λεπτά. Τα τραγούδια που επιλέξαμε είναι κυρίως της μεταρομαντικής περιόδου και έχουν πλούσιες μελωδίες και ιδιαίτερες – μάλλον αλλόκοτες θα έλεγα – αρμονίες ακολουθώντας το καλλιτεχνικό κίνημα της decadence των τελών του 19ου αιώνα. Ξαφνικά όλα αυτά μπλέκονται με Αννα Βίσση και αντάρτικα αλλά δεν θα αποκαλύψω περισσότερα. Στο πιάνο θα είναι ο διακεκριμένος μαέστρος, συνεργάτης και φίλος μου για πολλά χρόνια Γιώργος Ζιάβρας».
Συστήστε στους αναγνώστες μας τη Νίνα Νάη.
«Η Νίνα Νάη είναι το άλλο – συνεχώς μεταλλασσόμενο – εγώ μου. Οταν πρωτοδημιούργησα αυτή την περσόνα, ως μία διέξοδο από τη διαρκή ανάγκη για τελειότητα και φόρμα που έχει η όπερα, η Νίνα ήταν μία λαϊκή τραγουδίστρια που έκανε μόνο πλέιμπακ εμφανίσεις. Στη συνέχεια, όταν πια ήμουν κι εγώ έτοιμος, άρχισε να μπλέκει και την όπερα στη φανταστική ζωή της. Προσπαθώντας να την ορίσω συνειδητοποιώ ότι αναιρώ τον σκοπό της που όσο περνάει ο καιρός καταλαβαίνω ότι είναι να μου υπενθυμίζει ότι δεν χρειάζεται να προσπαθώ να μπω σε κουτάκια, ούτε να βρω μία ασφαλή στασιμότητα. Η Νίνα για μένα είναι η ατελείωτη δυνατότητα. Τώρα η ίδια μάλλον θα απαντούσε με κάποιον αφοπλιστικό τρόπο τύπου: «Δεν χρειάζομαι συστάσεις εγώ, αγάπη μου. Με ξέρουν όλοι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο και αυτοί που λένε ότι δεν με ξέρουν… μάλλον κάτι κρύβουν»».
Ποια είναι η άποψή σας για τη δημοτικότητα του drag τα τελευταία χρόνια; Παρακολουθείτε το τηλεοπτικό ριάλιτι «Ru Paul’s Drag Race»; Θεωρείτε ότι απεικονίζει πιστά την πραγματικότητα που ζουν οι drag queens;
«Χαίρομαι πολύ που αυτό το ιδιαίτερα απαιτητικό είδος τέχνης έχει γίνει γνωστό στο ευρύ κοινό. Το ντραγκ είναι βαθιά δημιουργικό αλλά και επαναστατικό γιατί χτυπάει στη ρίζα τη δυϊκότητα του φύλου πάνω στην οποία έχουν στηριχτεί – μεταξύ άλλων – οι κοινωνίες μας. Δεν είναι τυχαίο που πολλές Πολιτείες της Αμερικής περνάνε νόμους περιορισμού και ποινικοποίησης του ντραγκ. Η αλήθεια είναι ότι το «RuPaul’s Drag Race» έκανε ευρέως γνωστή αυτή την τέχνη που έχει όμως πολύ βαθιές ρίζες στην ιστορία, από την αρχαιότητα που άνδρες ηθοποιοί υποδύονταν τους γυναικείους ρόλους, στον Σαίξπηρ που (μάλλον) εισήγαγε τον όρο DRAG ως ακρωνύμιο (Dressed Resembling A Girl) ως τα crossdressing καμπαρέ του Βερολίνου και του Παρισιού και τις δικές μας «Κούκλες» στην οδό Ζαν Μωρεά. Το ντραγκ είναι βαθιά διασκεδαστικό και πλέον έχει την αναγνώριση που του αξίζει. Βέβαια, να πούμε ότι το κακό που έκανε η ριάλιτι τηλεόραση στο ντραγκ του πραγματικού κόσμου είναι ότι έχει δημιουργήσει προσδοκίες εκατομμυρίων σε χώρους όπου οι περφόρμερ πληρώνονται με 50 ευρώ, και αυτό πρέπει να το δούμε. Οχι τις προσδοκίες, αλλά τις απολαβές».
Με την παράσταση θα συμμετάσχετε στο φετινό Pride το οποίο έχει το σλόγκαν «Μια φορά κι έναν καιρό…». Συμπληρώστε τη φράση παρακαλώ.
«Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια ντραγκ κουίν που διάβαζε παραμύθια σε παιδιά και τα έκανε πολύ ευτυχισμένα. Μια φορά κι έναν καιρό οι άνθρωποι δεν νοιάζονταν για το μπλε και το ροζ και για το αν κάποιος φοράει φούστα ή παντελόνι. Μια φορά κι έναν καιρό το κράτος στήριζε όλους τους ανθρώπους και κάλυπτε όλες τις ανάγκες τους. Θέλει και η Νίνα να πει κάτι: «Μια φορά κι έναν καιρό μου πες δε θα με ξεχνούσες… Μα ξεχνάς ποια είμαι εγώ… Είμαι η Καίτη που αγαπούσες»».