«Η ψυχή μου ήταν πάντοτε στα μέρη αυτά, μόνο σωματικά απουσίαζα. Τώρα επιστρέφοντας στην αφετηρία μου καταλαβαίνω, βλέπω τις πραγματικές διαστάσεις καθώς περιηγούμαι στον τόπο – και το ξάφνιασμά μου είναι μεγάλο». Ηταν τέλη Ιουνίου όταν ανακοινώθηκε ότι ο πολυσχιδής Θοδωρής Γκόνης, ηθοποιός, σκηνοθέτης αλλά και ποιητής και στιχουργός, αναλαμβάνει την καλλιτεχνική διεύθυνση του νέου Φεστιβάλ Ακροναυπλίας, το οποίο σηκώνει αυλαία φέτος για πρώτη φορά.
Ο ίδιος, ένα παιδί που από το Ναύπλιο ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει οικονομικά και τελικά καταδύθηκε στον κόσμο της τέχνης, επιστρέφει στον γενέθλιο τόπο του για να στήσει ένα φεστιβάλ από την αρχή, κουβαλώντας βέβαια στις βαλίτσες του, εκτός των άλλων, πολύτιμη πείρα, τα 14 χρόνια που υπήρξε καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Φιλίππων.
Το Ναύπλιο άλλωστε είναι μια πόλη που τον διαμόρφωσε. Ο ίδιος ανάμεσα στους μεγάλους του δασκάλους, όπως για παράδειγμα τον Πέλο Κατσέλη, τον Βασίλη Παπαβασιλείου και τον Κωστή Παπαγιώργη, προκρίνει και εκείνον τον σπουδαίο σερβιτόρο στο Ναύπλιο, του οποίου υπήρξε βοηθός. Εκείνον που του διηγούνταν πώς ο Αλέν Ντελόν με τη Ρόμι Σνάιντερ και τον Λουκίνο Βισκόντι κατέβαιναν από το «Ξενία» και επιβιβάζονταν στη βάρκα για το Μπούρτζι ή που του εξιστορούσε ότι οι στρατιώτες χτυπούσαν τα πεύκα για να φύγουν τα τζιτζίκια στην Επίδαυρο, τα οποία ενοχλούσαν τη Μαρία Κάλλας που έκανε την πρόβα της. «Δεν ξέρω αν αυτές οι μνήμες και οι ιστορίες με οδήγησαν να γίνω αυτό που είμαι. Ισως δημιούργησαν θυρίδες μέσα μου και αναδρομικά τώρα ανακαλύπτω το κλειδί» μου έλεγε χαρακτηριστικά πριν από δύο χρόνια.
Τι τον έκανε λοιπόν να πει το «ναι» και να αναλάβει την καλλιτεχνική διεύθυνση του Φεστιβάλ Ακροναυπλίας; «Πρώτα-πρώτα ξεκινώντας πρέπει να σας πω πως με κάλεσε ο Δήμος Ναυπλιέων, και αυτό για εμένα είναι πολύ τιμητικό. Πώς θα μπορούσα να το αρνηθώ; Είναι ο γενέθλιος τόπος μου. Μάλιστα, είναι η πρώτη φορά που επίσημα μου ζητήθηκε να κάνω κάτι, χωρίς βέβαια να εννοώ πως μου το όφειλε το Ναύπλιο, κάθε άλλο. Ευχαριστώ λοιπόν τον δήμαρχο κ. Ορφανό, τον αντιδήμαρχο Πολιτισμού κ. Καράπαυλο και την έφορο Αρχαιοτήτων Αργολίδος κυρία Παπαδημητρίου».
Το πρόγραμμα
Ετσι, ο ίδιος εργάστηκε σκληρά και μέσα σε λίγους μήνες δημιούργησε ένα πολυσχιδές πρόγραμμα. «Το φετινό και πρώτο μας φεστιβάλ – συγκρατημένα κάπως, είναι αλήθεια – «συνομιλεί» μέσα από κείμενα εμβληματικά με τον τόπο και την ιστορία του, χωρίς βέβαια να περιορίζεται μόνο σε αυτό, γιατί έχει αρκετές δράσεις. Ξανοίγεται σε ολόκληρη την πόλη, την περπατά, την τραγουδά, αγαπά το πάρκο του Κολοκοτρώνη, παραγγέλνει «υποβρύχιο» και παγωμένη μπίρα, φωτογραφίζεται από τους δυο «αρχαίους» υπαίθριους φωτογράφους, στέκεται στον σταθμό του τρένου και ας μην ακούγεται το σφύριγμά του πια, φτάνει ως την αρχαιά Ασίνη και συνομιλεί με δυο μεγάλα ποιήματα, καλεί σημαντικούς ανθρώπους του θεάτρου, της μουσικής και της λογοτεχνίας και δείχνει με ποιους και προς τα πού θέλει να πάει. Ο τόπος, λοιπόν, η γεωγραφία, η Ιστορία και οι άνθρωποι που την «κατοικούν» και κυρίως που την «κατοίκησαν» και κατά κάποιον τρόπο τη διαμόρφωσαν είναι οι εισηγητές του προγράμματός μας, γιατί οι τόποι και οι άνθρωποι δηλαδή «συζούν», ζώντας σε διαφορετικούς χρόνους, και αυτό είναι που εμένα μου δίνει το κουράγιο να ξεκινάω αυτές τις δράσεις, και ας μην είμαι τελείως έτοιμος. Σε αυτούς είναι αφιερωμένο το φετινό μας φεστιβάλ».
Συγκεκριμένα λοιπόν στις 26 Αυγούστου η Ρένη Πιττακή συναντά τη «Σονάτα του Σεληνόφωτος» στο θέατρο Ακροναυπλίας σε σκηνοθεσία του ιδίου, ενώ η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη διαβάζει τις «Φυλακές του Ναυπλίου» του Ανδρέα Καρκαβίτσα, αυτού του κορυφαίου νατουραλιστή πεζογράφου που όταν επισκέφθηκε τις φυλακές στο Ναύπλιο κατά την πρώτη του περιοδεία στην Πελοπόννησο (1891-92) συγκλονίστηκε από την απάνθρωπη κατάσταση που είδε. Tέλος, η ημέρα κλείνει με μία συναυλία της τραγουδίστριας και μουσικού Νεφέλης Φασούλη με τον συνθέτη-τραγουδοποιό Φώτη Σιώτα.
Δύο ημέρες αργότερα, στην Πλατεία Αγίου Σπυρίδωνα, η φιλόλογος-θεατρολόγος Καλλιόπη Καλποδήμου παρουσιάζει τον διπλό μονόλογο του Παντελή Μπουκάλα «Ο Πέτρος της Μάνης και το φάσμα των φατριών» και συνομιλεί με τον συγγραφέα, ο οποίος θα διαβάσει αποσπάσματα του έργου του, ενώ η Δήμητρα Τσαγκαράκη με τρεις μουσικούς (Νικόλαος Δαλιάνης, Παύλος Κόρδης, Πέτρος Χρηστάκης) σε σύνδεση με το κείμενο του Παντελή Μπουκάλα παρουσιάζει τη μουσική παράσταση με τίτλο «Θραύσματα μνήμης – Ενας μουσικός διάλογος της ζωής και του θανάτου» με μανιάτικα τραγούδια και μοιρολόγια.
Και ύστερα το βλέμμα στρέφεται στην αρχαία Ασίνη που έγινε ευρύτερα γνωστή από τις ανασκαφές των Σουηδών κατά τη δεκαετία του 1920 και από το ποίημα του Γιώργου Σεφέρη «Ο βασιλιάς της Ασίνης» στο οποίο αποκρίθηκε ο Νίκος Καρούζος με το ποίημα «Στην Ασίνη οι πορτοκαλιές». Εκεί λοιπόν, στην Ακρόπολη Ασίνης, στις 31 Αυγούστου οι δύο ποιητές συναντώνται ξανά μέσω του Δημήτρη Δασκαλόπουλου, ποιητή και μελετητή του έργου του Γιώργου Σεφέρη, με τα ποιήματα να διαβάζουν η Ολια Λαζαρίδου και η Κόρα Καρβούνη. Τέλος, η βραδιά κλείνει με μία ποιητική μουσική αφήγηση από τη Χριστίνα Μαξούρη και τον Κωνσταντίνο Ευαγγελίδη, με οδηγό το μελοποιημένο έργο πάνω στον λόγο σπουδαίων ποιητών, όπως οι Οδυσσέας Ελύτης, Μίλτος Σαχτούρης, Ναπολέων Λαπαθιώτης, Νίκος Καββαδίας κ.ά.
Στις 3 Σεπτεμβρίου, στον Σιδηροδρομικό Σταθμό Ναυπλίου, ο Ακύλας Καραζήσης και ο Ρένος Χαραλαμπίδης διαβάζουν αποσπάσματα από την έκδοση «Δημητρίου Σούτσου 36 – Μια συνομιλία του Νίκου Καρούζου με τον Γιάννη Ζουγανέλη», ενώ ακολουθεί μουσική παράσταση με τους Μιχάλη και Παντελή Καλογεράκη.
Τέλος, στις 4 Σεπτεμβρίου πολίτες του Δήμου Ναυπλιέων αλλά και γειτονικών δήμων, που φωτογραφήθηκαν στο πάρκο Κολοκοτρώνη από δυο υπαίθριους φωτογράφους, έρχονται με τις φωτογραφίες τους και αφηγούνται την ιστορία τους, ενώ το φεστιβάλ κλείνει στις 6 Σεπτεμβρίου στο θέατρο Ακροναυπλίας με μια συναυλία της Μαρίας Παπαγεωργίου, στην οποία συμμετέχει και ο Δημήτρης Μπάκουλης.
Με έμφαση στη δημιουργία
Ο Θοδωρής Γκόνης λοιπόν έχει διαμορφώσει ένα ιδιαίτερα ποιοτικό πρόγραμμα, χωρίς εκπτώσεις. Σε ποιον βαθμό όμως τον ενδιαφέρει αυτό που ονομάζουμε «πλατύ κοινό»; «Το φεστιβάλ πρέπει να σας πω πως δεν απευθύνεται μόνο στους κατοίκους της πόλης, αλλά και σε όλους εκείνους που την επισκέπτονται. Αυτό που λέγεται «πλατύ κοινό» – και άρα θα υπάρχει και «στενό» – δεν είναι κάτι που το απασχολεί. Το απασχολεί να είναι ένα πραγματικό φεστιβάλ, ένα φεστιβάλ τοπικής καλλιέργειας και ταυτόχρονα να αναπτύσσεται και να ανοίγεται σε οικουμενικότερες περιοχές, να είναι ένας πραγματικός τόπος συνάντησης καλλιτεχνών και κοινού».
Μάλιστα, θέλει ένα φεστιβάλ που θα δίνει έμφαση στην πρωτότυπη δημιουργία, παραγγέλνοντας έργα σε καλλιτέχνες και δημιουργούς. «Θα υπάρχει πάντα ένα θέμα, ένα κέντρο, δεν θα χάνουμε ποτέ τη θέση μας. Θα προσπαθήσουμε να γίνουμε ένα φεστιβάλ που κυρίως θα παράγει, φυσικά και θα υποδέχεται, θα συνομιλεί».