«Το ξέρουμε καλά – έτσι δεν είναι; – ότι τα δέντρα δεν είναι μενεξεδί, ότι τα μαλλιά μιας μελαχρινής γυναίκας δεν είναι μπλε, ότι οι ρεντιγκότες είναι χοντρό μαύρο ύφασμα – ότι τα πρόσωπα δεν είναι διάστικτα από πολύχρωμα κομματάκια χαρτί, άρα αν θέλουμε να τα μιμηθούμε όλα αυτά, είναι περιττό να χρησιμοποιήσουμε γι’ αυτή τη δουλειά ωραία χρώματα […]. Θέλουμε κάτι άλλο, να γιατί διαιρούμε και δημιουργούμε αντιθέσεις». Αυτά σημείωνε ο Πολ Σινιάκ στο «Ημερολόγιό» του το 1902, και αυτήν ακριβώς τη διαίρεση του χρώματος σε κουκκίδες των βασικών και των συμπληρωματικών αποχρώσεων μπορούμε να δούμε από κοντά σε όλο της το μεγαλείο χάρη στην έκθεση «Ο Νεοϊμπρεσιονισμός στα χρώματα της Μεσογείου» στο Μουσείο του Ιδρύματος Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή στο Παγκράτι. Γιατί πραγματοποιείται για πρώτη φορά επί ελληνικού εδάφους ένα αφιέρωμα στο πρωτοποριακό καλλιτεχνικό κίνημα που έμελλε να λειτουργήσει ως προάγγελος για μελλοντικές επαναστάσεις στην τέχνη, με έργα βασικών εκπροσώπων της όπως ο Πολ Σινιάκ, ο Ανρί-Εντμόν Κρος, ο Μαξιμιλιάν Λους, ο Τεό φαν Ρισελμπέρκε αλλά και ο Ανρί Ματίς ή ο Ανρί Μανγκέν – μάλιστα τα περισσότερα έρχονται για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Το έργο «Η κόκκινη σημαδούρα» (1895) του Πολ Σινιάκ (1863-1935) που απεικονίζει το μικρό λιμάνι του Σεν Τροπέ είναι το μόνο έργο νεοϊμπρεσιονισμού που είχε παρουσιαστεί στην Ελλάδα μέχρι σήμερα, συγκεκριμένα στην έκθεση «Εργα ιμπρεσιονιστών και μεταϊμπρεσιονιστών ζωγράφων από τα μουσεία της Γαλλίας» που είχε διοργανώσει ο Δημήτρης Παπαστάμου στην Εθνική Πινακοθήκη το 1980.
Μια διεθνής συνεργασία
Τη δε επιμέλεια της έκθεσης έχουν η Μαρίνα Φερέτι Μποκιγιόν, η οποία είναι επίτιμη επιστημονική διευθύντρια του Μουσείου Ιμπρεσιονισμού του Ζιβερνί, ειδική διεθνώς για τον νεοϊμπρεσιονισμό και ειδήμων πάνω στο έργο του Πολ Σινιάκ, και η Μαρία-Κουτσομάλλη Moreau, υπεύθυνη Συλλογής του Ιδρύματος Β. & Ε. Γουλανδή. Παρούσα στη συνέντευξη Τύπου ήταν και η Σαρλότ Ελμάν Κασέν, διευθύντρια του Αρχείου Σινιάκ αλλά και δισέγγονη του ζωγράφου η οποία και συνυπογράφει τον κατάλογο της έκθεσης μαζί με τις Μπικογιόν και Κουτσομάλλη-Moreau.
Στην έκθεση «Ο Νεοϊμπρεσιονισμός στα χρώματα της Μεσογείου», η οποία τελεί υπό την αιγίδα του γαλλικού υπουργείου Πολιτισμού, παρουσιάζονται 55 έργα, όλα δανεισμένα από εννέα μεγάλα μουσεία της Ευρώπης όπως το Ορσέ, η Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου, το Πομπιντού, το Μουσείο Καλών Τεχνών της Μπεσανσόν, το Albertina της Βιέννης κ.ά., όπως και από ευρωπαίους ιδιώτες συλλέκτες. Κανένα δεν προέρχεται από τη συλλογή των Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή, καθώς το ζευγάρι παρά την αγάπη του για τους μεταϊμπρεσιονιστές (όπως οι Γκογκέν, Βαν Γκογκ) δεν είχε αποκτήσει κάποιο έργο πουαντιγισμού – όπως είναι επίσης γνωστός ο νεοϊμπρεσιονισμός. Η δημοφιλία των έργων του κινήματος αναζωπυρώθηκε στη Γαλλία τη δεκαετία του ’80 και λίγο-λίγο μέσα στα χρόνια και με τη συνδρομή των απογόνων των καλλιτεχνών διοργανώθηκαν εκθέσεις που τον έφεραν δυναμικά στο προσκήνιο. Μποκιγιόν και Κασέν είχαν συνεπιμεληθεί την έκθεση «Ο Signac συλλέκτης» στο Ορσέ το 2021, η οποία μάλιστα είχε αποδειχθεί η πιο δημοφιλής του μουσείου εκείνη τη χρονιά επιβεβαιώνοντας το ανανεωμένο ενδιαφέρον για αυτό το είδος τέχνης που άνθισε στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα.
Ντιβιζιονισμός ή διαίρεση
Οι απαρχές του τοποθετούνται στο έργο του Ζορζ Σερά (1859-1891) και συγκεκριμένα στον πίνακα «Ενα κυριακάτικο απόγευμα στην Γκραντ Ζατ» (1884-1886), ένα εξαιρετικό δείγμα πουαντιγισμού – ένας όρος που οι ίδιοι οι νεοϊμπρεσιονιστές απεχθάνονταν γιατί περιέγραφε απλώς τη διαδικασία της ζωγραφικής και όχι το ιδίωμα στην ολότητά του – με τις μικρές πινελιές καθαρής χρωστικής τοποθετημένες απευθείας στον καμβά, με τη διάταξή τους να σέβεται τον κανόνα της συμπληρωματικότητας των χρωμάτων ώστε να επιτυγχάνεται η μέγιστη δυνατή φωτεινότητα και ζωντάνια. Ο Σερά, ο οποίος πέθανε νωρίς, μόλις στα 31 του χρόνια πρόλαβε να θεσπίσει, τρόπον τινά, τα προαναφερθέντα βασικά χαρακτηριστικά του «κινήματος», με αυτή την «επιστημονική» διάσταση στη χρήση του χρώματος και την άρνηση της ευκολίας στην πινελιά, κάτι για το οποίο ήταν γνωστοί οι προγενέστεροι ιμπρεσιονιστές. Τα χαρακτηριστικά του ιδιώματος συμπλήρωναν η γραμμική ισορροπία του πίνακα αλλά και η διαφοροποιημένη επεξεργασία των σκιών, σε σχέση με τις φωτεινές ζώνες. Ο κατεξοχήν κολορίστας Σινιάκ προτιμούσε, για παράδειγμα, τον όρο «ντιβιζιονισμός» ή «διαίρεση» αλλά τελικά θα έμενε στην Ιστορία ο χαρακτηρισμός του κριτικού τέχνης Φελίξ Φενεόν: νεοϊμπρεσιονισμός. Το δεύτερο κεφάλαιο του καλλιτεχνικού κινήματος έμελλε να εκφραστεί μετά τον θάνατό του Ζορζ Σερά στη Νότιο Γαλλία – εξ ου και ο τίτλος της έκθεσης – όπου η ζωγραφική θα εκφραζόταν με πιο ελεύθερο και τολμηρό τρόπο.
Ο Κρος και ακολούθως ο Σινιάκ – οι δυο ζωγράφοι που έμειναν πιστοί στο καλλιτεχνικό κίνημα μέχρι το τέλος της ζωής τους – αποφάσισαν να αφήσουν πίσω τους το Παρίσι προς αναζήτηση νέας έμπνευσης μακριά από την επέλαση της βιομηχανίας και του τουρισμού. Προορισμός τους έγινε η Κυανή Ακτή. Δεν διέθετε βέβαια τον τωρινό κοσμοπολιτισμό της αλλά ήταν πλημμυρισμένη από τα χρώματα και το φως που την έκαναν τελικά διάσημη στα πέρατα του κόσμου. Εκείνοι την απαθανάτισαν στους πίνακές τους σε μέρη όπως το Καμπασόν, το Σεν Κλερ, η Τουλόν, το Κασί, η Μασσαλία, το Αγκέ ή το Σεν Τροπέ – ένα μικρό λιμάνι ψαράδων την εποχή εκείνη δίχως σταρ και στάρλετ. Η έπαυλη La Hune που αγόρασε τελικά ο Σινιάκ στο Σεν Τροπέ μετά την παραμονή του σε ένα μικρό σπίτι, έγινε χώρος έλξης, φιλοξενίας και τόπος συνάντησης ζωγράφων που είχαν παρόμοιες χρωματικές αναζητήσεις στη δουλειά τους.
Aπό την Αναγέννηση στον φοβισμό
Η έκθεση χωρίζεται σε τέσσερις ενότητες (Αναγέννηση στις ακτές της Μεσογείου, Ελευθερώνοντας το χρώμα, Η έλξη προς την ακουαρέλα, Διάλογος με τους φοβιστές) που αναδεικνύουν αυτό το ταξίδι, κυριολεκτικά και μεταφορικά, από την πρώτη περίοδο του νεοϊμπρεσιονισμού όταν βρίσκονται ακόμα κοντά στον πουαντιγισμό του Σερά στη σταδιακή και οριστική απομάκρυνση από την ακαμψία του. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το τμήμα της έκθεσης που αφορά την «ανακάλυψη» της τεχνικής της ακουαρέλας έπειτα από προτροπή του συνομιλητή τους Καμίλ Πισαρό.
Σε έργα όπως το «Σαιν-Τροπέ. Το λιμάνι» (1895) του Πολ Σινιάκ φαίνεται πώς οι καλλιτέχνες θα απελευθερωθούν, έστω παροδικά, από τη χρονοβόρα ζωγραφική του πουαντιγισμού και θα ενδώσουν στην αμεσότητα της στιγμής. Στο τελευταίο κεφάλαιο της έκθεσης γίνεται νύξη για την παρακαταθήκη που μεταβιβάζουν οι νεοϊμπρεσιονιστές σε καλλιτέχνες όπως ο Ανρί Ματίς ή ο Ανρί Μανγκέν οι οποίοι τους ακολούθησαν στον Μεσογειακό Νότο και ενέταξαν καλλιτεχνικά στοιχεία τους στο ιδίωμά τους. Ο Ματίς ανακάλυψε την άνεση και την ευχαρίστηση της ακουαρέλας κοντά στον Σινιάκ ενώ γοητεύτηκε και από τη διαίρεση. Σύντομα θα έβρισκε περιοριστικούς τους κανόνες της και θα στρεφόταν σε μια προσωπική ζωγραφική. Το υπέροχο «Τοπίο του Σαιν-Τροπέ το δειλινό» (1904) που παρουσιάζεται στην έκθεση δεν θυμίζει νεοϊμπρεσιονισμό ούτε είναι ακουαρέλα, όμως αυτή η μικρή ελαιογραφία φέρει μέσα της όλο τον αυθορμητισμό και την ορμή της υδατογραφίας, όπως και τα ζωηρά χρώματα που έχει ο μεσογειακός Νότος ακόμα και όταν βρίσκεται στη δύση του.
INFO «Ο Νεοϊμπρε-σιονισμός στα χρώματα της Μεσογείου» στο Μουσείο του Ιδρύματος Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή, Ερατοσθένους 13, Αθήνα, ως τις 7/4.