Τραγουδίστρια με πολύχρονη καριέρα στις μεγάλες σκηνές, ειδικευμένη στο γαλλικό μπαρόκ και τιμημένη με πολλά βραβεία και διακρίσεις – μεταξύ άλλων με τους τίτλους του Ιππότη της Λεγεώνας της Τιμής και του Ιππότη του Τάγματος των Τεχνών και των Γραμμάτων από τη γαλλική κυβέρνηση –, η Βερονίκ Ζανς έρχεται στην Ελλάδα με αέρα βασίλισσας: η διάσημη γαλλίδα υψίφωνος θα ερμηνεύσει την Κλυταιμνήστρα στην «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» του Γκλουκ, όπερα που μαζί με την «Ιφιγένεια εν Ταύροις» του ίδιου συνθέτη θα ανοίξει τη νέα περίοδο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.
Μια Κλυταιμνήστρα που, όπως η ίδια την αντιλαμβάνεται, «αν και έχει κακή φήμη για τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρθηκε στον σύζυγό της, είναι κυρίως μια απελπισμένη μάνα. Είμαι κι εγώ μάνα, δεν ήταν δύσκολο να την κατανοήσω και να μπω στο πετσί της. Συντετριμμένη με τη φριχτή θυσία που οργάνωσε ο άντρας της, παραμένει γεμάτη αγάπη για τη θυσιαζόμενη κόρη της. Εχει πολλές ευθύνες, είναι η βασίλισσα, αλλά όταν η κόρη της βρίσκεται σε θανάσιμο κίνδυνο γίνεται τρελή και άγρια, έτοιμη να κάνει τα πάντα για να τη σώσει. Μου αρέσει γιατί είναι ειλικρινής και συγκινητική και γεμάτη μητρικά συναισθήματα!».
Από τεχνική άποψη είναι δύσκολος ρόλος;
«Οταν ήμουν πιο νέα είχα τραγουδήσει και τις δύο Ιφιγένειες, και την «Αρμίντα», και την «Αλκηστη»… Εννοώ πως είχα τραγουδήσει σχεδόν τα άπαντα του Γκλουκ, οπότε το ρεπερτόριο αυτό μού είναι οικείο. Δεν θα έλεγα πως η Κλυταιμνήστρα είναι ένας δύσκολος ρόλος, έχω πει δυσκολότερους, χωρίς αυτό να σημαίνει πως είναι εύκολος. Είναι σίγουρα πιο σύντομος από εκείνον της Ιφιγένειας. Η γενικότερη δυσκολία είναι να αποδώσεις σωστά τη μουσική του Γκλουκ, να δώσεις ζωή και ενδιαφέρον σε αυτά τα μεγάλα recitativi accompagnati. Πρόκειται για μουσική που ακούγεται απλή αλλά έχει τις παγίδες της».
Τι είναι αυτό που περισσότερο σας αρέσει στη μουσική του Γκλουκ και γενικότερα στην μπαρόκ μουσική;
«Ακούγεται ευχάριστα. Στο γαλλικό μπαρόκ ας πούμε, συνθέτες σαν τον Σαρπαντιέ έχουν γράψει τόσο όμορφες μελωδίες που τις ακούς και θέλεις να τις χορέψεις. Ο ρυθμός είναι υπέροχος. Και ο τρόπος με τον οποίο οι συνθέτες εκείνης της εποχής στολίζουν τις μελωδίες μπορεί να είναι τόσο ευφάνταστος και φαντασμαγορικός… Ο Γκλουκ, πάλι, αποφεύγει τα υπερβολικά στολίδια, μερικές αποτζιατούρες τού είναι αρκετές, και θέλει η μουσική του να ακούγεται λιτή και καθαρή, μια μουσική όπου αντικατοπτρίζονται με τον πιο αγνό τρόπο τα συναισθήματα, χωρίς τίποτε περιττό! Μου αρέσει η απλότητά του, ο ευθύς τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει τη μελωδία και το συναίσθημα, χωρίς να τα φορτώνει με στολίδια και πυροτεχνήματα».
Εχετε τραγουδήσει πολύ μπαρόκ. Ηταν επιλογή καριέρας ή έτυχε επειδή σας το ζητούσαν;
«Απλώς συνέβη. Πιθανώς οι τρεις νεράιδες γύρω από το κρεβάτι μου έκαναν κάτι όταν γεννήθηκα… (γελάει) Δεν είχα ξεκινήσει ακόμη την καριέρα μου όταν συνάντησα τον μαέστρο Γουίλιαμ Κρίστι και τους Les Arts Florissants του. Απλώς συνέβη. Και εγώ έκανα απλώς εκείνο που μου ζήτησαν. Ημουν πολύ νέα και δεν γνώριζα τίποτε για το μπαρόκ. Μεγάλωσα με τον Κρίστι και με άλλους καλλιτέχνες που επικέντρωσαν στο είδος και έμαθα πολλά δίπλα τους. Κατάλαβα πως αυτή η μουσική ταιριάζει στη φωνή μου, ήρθε και ο Μότσαρτ και τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους».
Δίνετε συχνά ρεσιτάλ. Τα προτιμάτε από τις παραστάσεις όπερας;
«Δεν μπορώ να πω πως προτιμώ κάτι. Ο λυρικός τραγουδιστής πρέπει να μπορεί και να εμφανίζεται σε ρεσιτάλ, και να ερμηνεύει ρόλους στη σκηνή, και να κάνει ηχογραφήσεις. Τα ρεσιτάλ είναι μεγάλη ευθύνη, ειδικά όταν συνοδεύεσαι από πιάνο, γιατί είσαι ουσιαστικά μόνος και γιατί ο κόσμος έρχεται να ακούσει μόνο εσένα. Είναι όμως και ωραία άσκηση».
Εχετε κάνει και πολλές ηχογραφήσεις, υπάρχουν κάποιες που αγαπάτε ιδιαίτερα;
«Δεν ακούω ποτέ τις ηχογραφήσεις μου! (γελάει) Αλήθεια σας λέω! Υπάρχουν πολλοί τραγουδιστές που τους αρέσει να ακούν τον εαυτό τους. Για εμένα αυτό ήταν ανέκαθεν μαρτύριο. Στην αρχή όταν με άκουγα σκεφτόμουν «Είναι πολύ κακό, δεν θα κάνω ποτέ καριέρα!». Μετά έμαθα να διαχειρίζομαι την κατάσταση, να σκέφτομαι θετικά και δημιουργικά και να εμπιστεύομαι τους κατάλληλους ανθρώπους, εκείνους που θα συμβάλουν ώστε κάθε ηχογράφηση να είναι όσο γίνεται καλύτερη. Πάντως εξακολουθεί να μου είναι εξαιρετικά δύσκολο το να ακούω τον εαυτό μου, τη φωνή μου».
Yπάρχει κάποιος ρόλος που αγαπάτε περισσότερο από τους άλλους;
«Ισως η Ντόνα Ελβίρα από τον «Ντον Τζιοβάνι» του Μότσαρτ. Γιατί έχει στοιχεία του χαρακτήρα μου, την καταλαβαίνω. Είναι άνθρωπος ευθύς, ειλικρινής, διεκδικεί εκείνο που επιθυμεί. Επίσης αγαπά ειλικρινά, οπότε ναι, την ξεχωρίζω».
Ποιους ρόλους ονειρεύεστε;
«Πάντα προσπαθώ να τραγουδάω νέους ρόλους, σε κάθε άλλη περίπτωση θα έπληττα. Εχω ανάγκη να ανακαλύπτω και να μαθαίνω. Αυτή τη στιγμή προετοιμάζω τον «Παίκτη» του Προκόφιεφ, έργο που όμοιό του δεν έχω κάνει ποτέ ξανά. Η δυσκολία της ρωσικής γλώσσας στην οποία πρέπει να τραγουδήσω είναι το κάτι άλλο! Ωστόσο η προσπάθεια να ανακαλύπτω και να μαθαίνω μου δίνει τη δύναμη να συνεχίζω να τραγουδώ, όσο ακόμη μπορώ».
Πόσο πειθαρχημένη είστε; Μελετάτε κάθε μέρα;
«Μελετώ κάθε μέρα αλλά δεν τραγουδώ κάθε μέρα. Διαβάζω, επεξεργάζομαι τις πληροφορίες, εστιάζω σε τεχνικά θέματα. Είμαι όπως ένας ποδοσφαιριστής που δεν κλωτσάει καθημερινά μια μπάλα αλλά προετοιμάζεται σωματικά και πνευματικά για να την κλωτσήσει όταν θα του ζητηθεί, και να φέρει ένα καλό αποτέλεσμα».
Πώς θα αποτιμούσατε τη ζωή σας; Και τι θα θέλατε να σας φέρει το μέλλον;
«Είμαι, νομίζω, ένας ευτυχισμένος άνθρωπος. Μπορεί η φωνή μου να είναι φτιαγμένη για τραγικούς ρόλους, εγώ όμως έχω χαρά για τη ζωή. Ακόμα και αν παραδεχθώ πως δεν είμαι ο πιο αισιόδοξος άνθρωπος στον κόσμο, προσπαθώ να βλέπω την όμορφη πλευρά της ζωής – πράγμα που δεν είναι πάντα εύκολο. Αισθάνομαι πολύ τυχερή και προσπαθώ πολύ σκληρά ώστε… να παραμείνω τυχερή! (γελάει)».
INFO Οι όπερες του Γκλουκ «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» και «Ιφιγένεια εν Ταύροις» κάνουν πρεμιέρα στην ΕΛΣ στις 10 Οκτωβρίου. Μουσική διεύθυνση: Μίχαελ Χόφστετερ, σκηνοθεσία: Ντμίτρι Τσερνιακόφ. Παραστάσεις θα δοθούν και στις 13, 16, 19, 22, 27 και 30 του μήνα.