Από το έργο του Ιψεν «Νόρα ή Το κουκλόσπιτο» ο Νίκος Ανδρουλάκης διάλεξε τις «Κούκλες» και με αυτές ετοιμάζεται για την πρεμιέρα στο Φουαγέ του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά.
Ηθοποιός, συγγραφέας και σκηνοθέτης, ο 32χρονος δημιουργός με σπουδές στο Πανεπιστήμιο Πειραιά και στη Δραματική του Γιώργου Θεοδοσιάδη έχει τον δικό του τρόπο να κάνει θέατρο. Ισως γιατί έμαθε νωρίς, από τον πατέρα του, τον Μίμη Ανδρουλάκη, «στην πρόσβαση και στο δικαίωμα εξερεύνησης της γνώσης», και δεν ήταν λίγο.
Τι είναι λοιπόν οι «Κούκλες»; Ο Νίκος Ανδρουλάκης δίνει τη δική του, πλήρη, απάντηση: «Εκείνη. Η κόρη σου. Η μάνα σου. Η γυναίκα σου. Η παράνομη ερωμένη σου. Η γιαγιά σου. Η αδελφή σου. Η συνάδελφος. Η συμμαθήτρια. Η αδικοχαμένη σου καψούρα. Η κολλητή σου που κρυφογουστάρεις. Η καλή μαγείρισσα. Η τσιμπουκλού. Η κουτοπόνηρη. Η αγαθιάρα. Η ματαιόδοξη. Η ζουμερή. Η γυμνασμένη. Η κοκαλιάρα. Η πρώην σου. Η νυν. Η αεί. Η νεκρή. Η γριά. Η ξεχασιάρα. Η παιδούλα. Η καύλα σου. Η αφέντρα σου. Η ζουζούνα σου. Η αμαζόνα. Η ψεύτρα. Η φοβική. Η κακομαθημένη. Η προσφυγοπούλα. Η ντόπια. Η καλή. Η άγραφη και η χιλιογραμμένη. Εκείνη που έχεις ανάγκη να παριστάνεις να γνωρίζεις εις βάθος μα αγνοείς μεγαλόπρεπα. Η Νόρα Χέλμερ. Που τη γράφει στο πρόγραμμα. Η Εντα Γκάμπλερ. Που την ξεγέννησε ο ίδιος. Η Μπερνάρντα Αλμπα. Που δεν της μοιάζει και πολύ. Η Ιωάννα της Λωραίνης. Που δεν μοιάζει με καμία. Η Μαρία Μαγδαληνή. Που κατά βάθος ήθελες να την έχεις φίλη στο φέισμπουκ. Η Μαρίνα των βράχων. Που ήταν ανήλικη. Η Λυσιστράτη. Που ήταν σε κωμωδία. Η ηλίθια. Που στέκει ακίνητη σαν άγαλμα αιώνες. Που τρέχει πάνω-κάτω καθημερινά. Η κούκλα σου. Στο κεχριμπάρι του χρόνου».
Δέκα γυναίκες επί σκηνής, δέκα κούκλες, κέρινα ομοιώματα ή αληθινές, συνθέτουν μια παράσταση που τις περιλαμβάνει όλες και την καθεμία χωριστά. «Σ’ ένα γυναικοκρατούμενο σπίτι καθεμία είναι ένα σπίτι μόνη της» λέει ο σκηνοθέτης. «Πρόκειται για μια συνάντηση δομών, ήχων, θέσεων, σωμάτων και μέσα από τη σύγκρουση όλων αυτών ίσως προκύψουν κάποιες σκέψεις». Και συμπληρώνει: «Ο τίτλος τα ξεκλειδώνει όλα – αυτό το έμαθα από τον Νίκο Καραθάνο. Κούκλα σήμερα είναι και το μανεκέν στη βιτρίνα, σε μόνιμη ακινησία, χωρίς καν να το γνωρίζει, αλλά κούκλα είναι και το μέγιστο κομπλιμέντο». Και εξηγεί ότι μέσα από κάθε του δουλειά απολαμβάνει το ψάξιμο: «Με ενδιαφέρει η απειροελάχιστη, έστω, μετατόπιση, όχι η ανατροπή. Μιλάω για το ψαχούλεμα, το ταρακούνημα. Γιατί την ίδια στιγμή που χωράμε παντού, δεν χωράμε και πουθενά. Βιαζόμαστε να ξέρουμε. Αλλά δεν ξέρουμε ούτε τη Νόρα ούτε την ώρα» καταλήγει.