Ως σκηνοθέτρια στόχος μου είναι να ευαισθητοποιώ, να προκαλώ, να αποκαλύπτω και να μεταφέρω άγνωστες πτυχές της ζωής μας σε ένα ευρύ κοινό» λέει η Μαριάννα Οικονόμου, μια από τις πιο πολύτιμες ματιές στον χώρο της ελληνικής ταινίας τεκμηρίωσης. «Με ενδιαφέρει να εμπλέκω τον θεατή συναισθηματικά και να τον οδηγώ σε μια βιωματική εμπειρία με στόχο τη διεύρυνση της οπτικής».

Γνωστή κυρίως από το ντοκιμαντέρ «Οταν ο Βάγκνερ συνάντησε τις ντομάτες» (2019), την εξιστόρηση μιας έξυπνης επαγγελματικής πρωτοβουλίας στην αγροτική Ελλάδα, η Οικονόμου από την περασμένη Πέμπτη παρουσιάζει την τελευταία μέχρι σήμερα δουλειά της: το ντοκιμαντέρ «Αζήτητοι», που ακολουθεί τα ίχνη που άφησαν πίσω τους εκείνοι που πέθαναν από φυματίωση στο νοσοκομείο «Σωτηρία» από το 1945 έως το 1975 χωρίς ποτέ να τους αναζητήσουν.

Δουλεύοντας μέσω χειροπιαστού υλικού – επιστολές, φωτογραφίες, έγγραφα, μικροαντικείμενα – η Οικονόμου αναζήτησε ζώντες απογόνους σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας και μιλώντας με γιατρούς και νοσηλευτές, αποκαλύπτει για πρώτη φορά μετά από 80 χρόνια μια άγνωστη, συγκλονιστική ιστορία πόνου και τραύματος στη μεταπολεμική Ελλάδα.

«Ηταν σαν να με κοιτάζουν και να μου λένε «τώρα που βγήκαμε στο φως μετά από 80 χρόνια, μη μας ξεχάσεις κι εσύ».»

Πολύ συχνά ακούμε κινηματογραφιστές να λένε ότι δεν έχουν επιλέξει εκείνοι το θέμα της ταινίας τους αλλά το θέμα επέλεξε εκείνους. Συνέβη κάτι τέτοιο στην περίπτωση των «Αζήτητων»;

«Συνέβη ακριβώς αυτό. Κατά τύχη συνάντησα έναν γιατρό του «Σωτηρία» που μου είπε την απίστευτη ιστορία της διάσωσης του αρχείου και μου έδειξε κάποια δείγματα. Από την πρώτη στιγμή που διάβασα κάποιες επιστολές ανάμεσα στους ασθενείς και τους συγγενείς τους και είδα τα πρόσωπά τους σε φωτογραφίες, ήξερα ότι ήταν πλέον μονόδρομος. Ηταν σαν να με κοιτάζουν και να μου λένε «τώρα που βγήκαμε στο φως μετά από 80 χρόνια, μη μας ξεχάσεις κι εσύ».

Από το ντοκιμαντέρ «Αζήτητοι».

Οσο τους γνώριζα καλύτερα μέσα από τα υπάρχοντά τους, τόσο πιο έντονη γινόταν και η αίσθηση της ευθύνης απέναντί τους. Επρεπε να βρω τον τρόπο ώστε να βγουν από τη λήθη και να πουν την ιστορία τους. Η απόφασή μου οι νεκροί και οι συγγενείς τους να είναι οι πρωταγωνιστές της ταινίας ήταν άμεση».

Υποθέτει κανείς βλέποντας την ταινία ότι το δυσκολότερο στάδιο στην όλη διαδικασία ήταν η αναζήτηση των συγγενών των πεθαμένων. Ηταν όντως;

«Η διαδικασία αναζήτησης ζώντων απογόνων ήταν πρακτικά πολύ δύσκολη. Κατ’ αρχάς, τα στοιχεία που είχαμε στη διάθεσή μας ήταν από τις δεκαετίες του 1940 – 1950 – 1960 και πολλά από τα τοπωνύμια έχουν έκτοτε αλλάξει. Επίσης τα δημοτολόγια είναι ελλιπή. Επιπροσθέτως υπήρχε δισταγμός και φόβος από τις Αρχές να μας δώσουν πληροφορίες λόγω προσωπικών δεδομένων. Ευτυχώς κάποιοι το πήραν ζεστά και μας βοήθησαν τελικά».

Πού αλλού δυσκολευτήκατε;

«Ηταν επίσης πολύ δύσκολο συναισθηματικά γιατί έπρεπε να γίνουμε οι αγγελιοφόροι μιας οδυνηρής αλήθειας και να επαναφέρουμε μια τραυματική μνήμη σε ανθρώπους που δεν ήταν ίσως έτοιμοι να τη δεχτούν. Οι περισσότεροι συγγενείς με τους οποίους ήρθαμε σε επαφή είχαν άγνοια της αλήθειας, δεν γνώριζαν ότι ο ασθενής τους ήταν στο «Σωτηρία», ούτε πού είναι θαμμένος.

Ομως εξίσου συναισθηματικά φορτισμένη ήταν και η εμπειρία τού να ανοίγουμε τα πακέτα των ασθενών με τα υπάρχοντα που είχαν αφήσει πίσω τους μετά τον θάνατό τους. Μέσα από εκεί αναδύονταν η ταυτότητά τους και όλη τους η ζωή και εμείς προσπαθούσαμε να συνδέσουμε τα διαφορετικά κομμάτια του παζλ και να τους αναπλάσουμε, ζωντανεύοντας τους ίδιους και την εποχή τους. Ηταν συχνά σπαρακτικό να γνωρίζουμε εμείς το τέλος τους, ενώ διαβάζαμε τις γεμάτες ελπίδα  και σχέδια για το μέλλον επιστολές τους».

Από το ντοκιμαντέρ «Αζήτητοι».

Υπήρξαν στιγμές που αποκαρδιωμένη αποφασίσατε να εγκαταλείψετε την προσπάθεια;

«Αν και η υλοποίηση αυτής της ταινίας είχε πολλές προκλήσεις και δυσκολίες, ποτέ δεν μου πέρασε από το μυαλό να εγκαταλείψω. Πάντα υπερίσχυε μια βαθιά πίστη ότι αυτή η ιστορία και αυτοί οι άνθρωποι πρέπει να βγουν από την αφάνεια, όχι μόνο ως φόρος τιμής σε αυτούς, αλλά και ως χρέος απέναντι στην κοινωνία η οποία οφείλει να γνωρίζει και τις σκοτεινές πλευρές της ιστορίας της. Η λήθη σκεπάζει την αλήθεια και στρεβλώνει την ιστορία, δημιουργώντας συνθήκες επικίνδυνες για τις ελευθερίες και τα δικαιώματα σε μια κοινωνία».

Ποιος θα μπορούσε να είναι ο στόχος ενός ντοκιμαντέρ για αυτούς τους ανθρώπους, πέρα από το γεγονός ότι μέσω αυτής της ταινίας οι νεκροί αποκτούν τη φωνή που δεν απέκτησαν ποτέ;

«Πέρα από το να γίνει γνωστή μια ιστορία που επί δεκαετίες έμεινε θαμμένη κάτω από ένα πέπλο σιωπής, μυστικότητας και ενοχής, στόχος της ταινίας είναι να αναδείξει τη σημασία της μνήμης και τη σχέση της με τη συλλογική ευθύνη».

Τι σας έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον από τις συζητήσεις που κάνετε με το κοινό της ταινίας στα Q & A στα οποία λαμβάνετε μέρος μετά τις προβολές της;

«Αυτό που με εξέπληξε είναι ο βαθμός του κοινωνικού στίγματος που υπήρχε γύρω από τη φυματίωση. Η αλήθεια αποκρυβόταν, οι άνθρωποι σιωπούσαν και συχνά έλεγαν ψέματα για την ασθένεια του συγγενή τους. Επειδή αυτή η ταινία μιλάει ανοιχτά και άμεσα για τη φυματίωση μέσα από το βλέμμα των ίδιων των ασθενών και των οικογενειών τους, πολλοί θεατές ένιωσαν μια ανακούφιση και θέλησαν να μιλήσουν για το «χτικιό» που βίωνε σχεδόν κάθε ελληνική οικογένεια τότε. Δημιουργήθηκε η ανάγκη για την αλήθεια».

«Αζήτητοι»

Πιστεύετε ότι η επιτυχία που σημείωσε διεθνώς η ταινία σας «Οταν ο Βάγκνερ συνάντησε τις ντομάτες» έπαιξε σημαντικό ρόλο στη μετέπειτα επαγγελματική πορεία σας;

«Κάθε επιτυχία είναι ένα βήμα σε μια επαγγελματική πορεία, κυρίως γιατί αποκτάς ένα κοινό που σε παρακολουθεί και ενδιαφέρεται για την επόμενη δουλειά σου. Οι φορείς χρηματοδότησης και τα φεστιβάλ σε γνωρίζουν, όπως και κάποιοι δημοσιογράφοι και κριτικοί. Επίσης σίγουρα όταν μια ταινία ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο και παίρνει βραβεία, είναι μια γερή ένεση αυτοπεποίθησης, δικαίωσης για όλη την προσπάθεια και τις θυσίες που έχεις κάνει και ώθησης για την επόμενη δουλειά. Από την εμπειρία μου όμως στην Ελλάδα, η παραγωγή κάθε νέας ταινίας μου είναι εξίσου δύσκολη, είναι σαν να ξεκινάω πάλι από το μηδέν, σαν να μην υπάρχει προϊστορία».

INFO Το ντοκιμαντέρ «Αζήτητοι» προβάλλεται καθημερινά στην αίθουσα ΔΑΝΟΣ της Αθήνας στις 20.00 και ακολουθούν συζητήσεις της σκηνοθέτριας και άλλων καλεσμένων με το κοινό. Την Τετάρτη 23/10 θα προβληθεί στην Αίθουσα «Σταύρος Τορνές» του Λιμανιού Θεσσαλονίκης και το Σάββατο 28/9 στις 20.00 στο Πολιτιστικό Κέντρο Νέας Ιωνίας Βόλου και στον Χώρο Πολιτισμού «Σημείο» Ρεθύμνου.