Η «ρεβάνς» του παλιού σινεμά

Οι παλιές ταινίες, κάποιες κλασικές, κάποιες όχι, εξακολουθούν με τον σωστό προγραμματισμό να ελκύουν το κοινό των θερινών σινεμά

Οσοι έτυχε να περάσουν έξω από τον κινηματογράφο «Θησείον» βράδυ το τελευταίο Σαββατοκύριακο του Ιουνίου, θα πρέπει να εντυπωσιάστηκαν από τον πολύ κόσμο που περίμενε έξω από το ταμείο. Ακόμα και αν λάβουμε υπ’ όψιν ότι ακριβώς επειδή το «Θησείον» θεωρείται… μαγαζί-γωνία των θερινών σινεμά η εικόνα του πάρα πολύ κόσμου που περιμένει απ’ έξω δεν είναι κάτι ασυνήθιστο, παρ’ όλ’ αυτά το πλήθος που ήταν συγκεντρωμένο εκεί «έβγαζε μάτι». Αλλά αυτό που επίσης εντυπωσίαζε ήταν το ότι η ταινία που είχε συγκεντρώσει αυτόν τον κόσμο δεν ήταν ούτε η τελευταία περιπέτεια των «X-Men» ούτε των «Avengers».

Ηταν το «Πρόσκληση σε γεύμα από έναν υποψήφιο δολοφόνο», γνωστό και ως «Murder by death», μια απολαυστική σάτιρα των αστυνομικών ταινιών μυστηρίου με ντετέκτιβ που σκηνοθέτησε ο Ρόμπερτ Μουρ πριν από ακριβώς 43 χρόνια, έχοντας στη διάθεσή του κορυφές της υποκριτικής, όπως ο Πίτερ Σέλερς, ο Πίτερ Φολκ, ο Αλεκ Γκίνες, ο Ντέιβιντ Νίβεν και η Μάγκι Σμιθ! Παλιότερα, όταν δεν υπήρχε η πειρατεία του Ιnternet (όταν δεν υπήρχαν καν τα DVD), η «Πρόσκληση» ήταν μια ταινία που καλοκαιριάτικα κατέκλυζε πολλά θερινά σινεμά της Αθήνας. Εφέτος, που τα πράγματα έχουν πια αλλάξει, «άνοιξε» κατ’ αποκλειστικότητα στο «Θησείον» και το αποτέλεσμα ήταν εξαιρετικό για την αίθουσα, για την εταιρεία διανομής που επένδυσε σε αυτή και φυσικά για το κοινό που απόλαυσε υπαιθρίως μια πραγματικά καλή κωμωδία. Σύμφωνα με την εταιρεία διανομής της ταινίας, τη Seven Films (από την οποία περιμένουμε μόλις μία ακόμα επανέκδοση τον Αύγουστο, την γκανγκστερική περιπέτεια «Η συμμορία των Σικελών»), το «Πρόσκληση σε γεύμα από έναν υποψήφιο δολοφόνο» μέσα σε μία μόλις εβδομάδα και μόνο στο «Θησείον», έκοψε 3.500 εισιτήρια, νούμερο εξαιρετικά μεγάλο για μία μόνο αίθουσα. Από αυτά τα 2.100 ήταν εισιτήρια Σαββατοκύριακου – οπότε έτσι εξηγείται η εικόνα έξω από την αίθουσα που περιγράψαμε παραπάνω. Η επιτυχία της ταινίας στο «Θησείον» είχε ως αποτέλεσμα την δεύτερη εβδομάδα το «Πρόσκληση σε γεύμα από έναν υποψήφιο δολοφόνο» να απλωθεί σε πέντε αίθουσες και την τρίτη σε… 14!
Κατά τη διάρκεια του εφετινού καλοκαιριού, οι ταινίες από το κοντινό αλλά και από το μακρινό παρελθόν που επιστρέφουν στις θερινές οθόνες είναι σαφώς περισσότερες συγκριτικά με τις επανεκδόσεις που τα τελευταία χρόνια είχαμε συνηθίσει να βλέπουμε το καλοκαίρι. Για παράδειγμα, την περασμένη εβδομάδα οι τέσσερις από τις δέκα (!) ταινίες που παίχθηκαν στα σινεμά ήταν όλες επανεκδόσεις, και μάλιστα ως επιλογές πολύ έξυπνες. Ο «Κομφορμίστας» (1970) του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι δεν χρειάζεται συστάσεις, το ίδιο και ο «Κύριος Βερντού» (1947), η μαύρη κωμωδία του Τσάρλι Τσάπλιν με τον ίδιο στον ρόλο του δολοφόνου γυναικών (ένας ήρωας βασισμένος σε πραγματική ιστορία ενός κατ’ εξακολούθηση δολοφόνου). Βγήκε επίσης το «Αγαπημένο μου ημερολόγιο», ένα μινιμαλιστικό, τρυφερό και πολύ προσωπικό φιλμ του Νάνι Μορέτι ηλικίας μόλις 26 ετών (παραγωγή 1993), αλλά και το «Μια ζωή ταλαιπωρία», μία από τις πιο γνωστές ταινίες της πρώτης περιόδου του Πέδρο Αλμοδόβαρ (δεκαετία του 1980). Ολες κινήθηκαν ικανοποιητικά στις λίγες αλλά καλά επιλεγμένες αίθουσες όπου προβλήθηκαν, αίθουσες που έχουν κατά κάποιον τρόπο ταυτιστεί με το ποιοτικό θέαμα το καλoκαίρι («Ριβιέρα», «Βοξ», «Οαση», «Ζέφυρος» κ.ά.)
Ξύπνιες επιλογές
Και μπορεί να καταλάβει κανείς τους λόγους. Πρώτον, αν τα γραφεία εκμετάλλευσης στραφούν σε καλές (ή, αν θέλετε, απλώς έξυπνες) επιλογές, μια παλιά ταινία μπορεί πραγματικά να προκαλέσει την έκπληξη στις αίθουσες, όπως συνέβη πρόπερσι με το «Σημασία έχει να αγαπάς» (1976) του Αντρέι Ζουλάφσκι, επιλογή της Bibliotheque Open που κάθε καλοκαίρι διανέμει αποκλειστικά παλιές ταινίες. Δεύτερον, είναι τόσο πολλές οι κακές, μέτριες ή απλώς ανεκτές νέες παραγωγές που κάνουν πρεμιέρα το καλοκαίρι, που στην τελική πολύς κόσμος προτιμά απλώς να τις αγνοήσει και να στραφεί στη σιγουριά του παλιού αλλά καλού προϊόντος. Γιατί ναι, είναι προτιμότερο να δεις ένα αριστούργημα όπως ο «Βερντού» ή ο «Κομφορμίστας» (είτε αντέχει στον χρόνο, είτε όχι) από το να χάσεις την ώρα σου παρακολουθώντας ένα ανούσιο σύγχρονο καρτ ποστάλ με φόντο την Ιμπιζα, όπως οι «Διακοπές στην Ιμπιζα», ή τις εφιαλτικές και χιλιοειπωμένες με τον ίδιο ακριβώς τρόπο σφαγές που προκαλούν δαιμονισμένες κούκλες, όπως ο Τσάκι («Child’s play») και η Αναμπελ («Anabelle comes home»).
Διόλου τυχαία, αρκετός κόσμος που πηγαίνει στις επανεκδόσεις τις έχει ήδη δει, αλλά παρ’ όλ’ αυτά δεν έχει πρόβλημα να πληρώσει για να τις ξαναδεί. Εξάλλου, υπάρχουν κάποιες ταινίες φτιαγμένες, θαρρείς, αποκλειστικά για το καλοκαίρι και υπάρχουν θεατές που θέλουν να τις βλέπουν και να τις ξαναβλέπουν αυτή την εποχή. Ενα παράδειγμα είναι η «Πισίνα» (1969), το θρίλερ του Ζακ Ντερέ με τους Αλέν Ντελόν, Ρόμι Σνάιντερ, Τζέιν Μπίρκιν και Μορίς Ρονέ, που επίσης βγήκε σε νέες κόπιες. Μια σινεφίλ θεατής μου είπε ότι το έχει σαν γούρι να βλέπει την «Πισίνα» μία φορά κάθε καλοκαίρι! «Δεν πρόκειται να τη χάσω με τίποτε!». Η «Πισίνα» ήταν μια από τις επιλογές μιας νέας εταιρείας διανομής, της Filmboy, που επένδυσε επίσης στην κλασική ταινία του Ζαν Κοκτό «Ορφέας και Ευρυδίκη» (1950) και που μέσα στον Αύγουστο θα διανείμει τον «Χωροφύλακα του Σεν-Τροπέ» (1964) με τον Λουί ντε Φινές. Αυτή και αν είναι ταυτισμένη με το καλοκαίρι!
Ηδη μέσα στο εφετινό καλοκαίρι έχουμε δει στις αίθουσες ταινίες όπως το «Αντίο φίλε» (1968) του Ζαν Ερμάν, τις «Αγριες φράουλες» (1957) και το «Καλοκαίρι με τη Μόνικα» (1953) του Ινγκμαρ Μπέργκμαν, τον «Μάρτυρα κατηγορίας» (1957) του Μπίλι Γουάιλντερ, τον «Θάνατο στη Βενετία» (1971) του Λουκίνο Βισκόντι και την «Τριστάνα» (1970) του Λουίς Μπουνιουέλ. Επανέκδοση φυσικά δεν σημαίνει αποκλειστικά επιτυχία, και πράγματι κάποιες από όλες αυτές τις ταινίες δούλεψαν καλά και κάποιες λιγότερο. Μα ασφαλώς – κανείς δεν είπε ότι η επανέκδοση μιας ταινίας δεν προϋποθέτει ρίσκο.
Σημασία έχει ν’ αγαπάς
«Το να κάνει κάποιος μπίζνες με εισιτήρια και το να κυκλοφορεί επανεκδόσεις στις αίθουσες είναι δύο διαφορετικά πράγματα» λέει ο κ. Βάσος Γεώργας της Biblioteque Open, ειδικότητα της οποίας είναι οι επανεκδόσεις. Εφέτος η Biblioteque Open προσφέρει στο κοινό 11 μικρά και μεγάλα διαμάντια του παγκόσμιου σινεμά, ανάμεσα στα οποία ο «Τρίτος άνθρωπος» (1949) του Κάρολ Ριντ, «Οι νύχτες της Καμπίρια» (1957) και το «Λα Στράντα» (1954) του Φεντερίκο Φελίνι και η «Κυρία εξαφανίζεται» (1938) του Αλφρεντ Χίτσκοκ. «Πάντα πίστευα ότι η διανομή ταινιών οφείλει να λειτουργεί και εκπαιδευτικά εκτός από απλό εμπόριο ψυχαγωγίας, γιατί κάθε τόσο νέες γενιές ανακαλύπτουν τον κινηματογράφο χωρίς να έχουν τη δυνατότητα να απολαύσουν μεγάλα αριστουργήματα του παρελθόντος και έτσι δεν μπορούν να νιώσουν τη συνέχεια και την εξέλιξη της 7ης Τέχνης μέχρι τις ημέρες μας.» Γι’ αυτό λοιπόν η συγκεκριμένη εταιρεία λειτουργεί «προσωπικά».
Κυκλοφορεί αξιόλογες ταινίες τις οποίες ο ίδιος ο κ. Γεώργας αγαπά ιδιαίτερα και τον έχουν σημαδέψει στις συνθήκες που τις είδε, επίσης καλοκαίρια, επίσης σε θερινά σινεμά. Ακόμα και σήμερα, εξάλλου, εκπλήσσεται που βλέποντας για πολλοστή φορά ταινίες όπως ο «Τρίτος άνθρωπος» ή ο «Πολίτης Κέιν» (1941) του Ορσον Γουέλς ανακαλύπτει διαρκώς καινούργια πράγματα που δεν είχε ποτέ προσέξει. «Επομένως πάντοτε διαλέγω ταινίες με καθαρά προσωπικά κριτήρια, προσπαθώντας κι εγώ να δω αν μπορούν να μου προκαλέσουν σήμερα τα ίδια συναισθήματα που μου γέννησαν όταν τις πρωτοείδα, θέλοντας ίσως με αυτόν τον τρόπο να ξαναγυρίσω στην εποχή της αθωότητας, τότε που το καλό σινεμά ήταν κάτι παραπάνω από δύο ώρες διασκέδασης και που οι ήρωες μιας ταινίας μπορούσαν να επηρεάσουν και τη δική σου ψυχική διάθεση».
Οχι μόνο κλασικές
Και όχι, ανάμεσα στις επιλογές της Biblioteque Open δεν είναι απαραίτητο να βρούμε μόνο «κραυγαλέους» τίτλους, αλλά και τίτλους που ενδεχομένως με τα χρόνια έχουν ξεχαστεί. Παράδειγμα η «Γνωριμία της σάρκας» (1971), ένα ερωτικό-ψυχαναλυτικό φιλμ του Μάικ Νίκολς με τον Τζακ Νίκολσον όταν σιγά-σιγά μετατρεπόταν σε σταρ, και το σπαγγέτι γουέστερν «Μονομαχία στον Κόκκινο Ηλιο» (1971) του Τέρενς Γιανγκ, με το διεθνές καστ των Τσαρλς Μπρόνσον, Αλέν Ντελόν, Ούρσουλα Αντρες και Τοσίρο Μιφούνε. Ενώ δεν είναι ταινίες που έχουν αφήσει αυτό που λέμε «Ιστορία», έχουν παρά ταύτα σημαδέψει γενιές. Εφέτος θα τις ξαναδούμε τον Αύγουστο στα θερινά.
Είναι πολύ ευχάριστο που το παράδειγμα της Biblioteque Open αποφάσισαν σιγά-σιγά να ακολουθήσουν και άλλες εταιρείες, όπως η Weirdwave, που επίσης εφέτος έχει δυνατό ρόστερ επανεκδόσεων. Δύο ταινίες από διαφορετικές περιόδους του Ινγκμαρ Μπέργκμαν, η «Εβδομη σφραγίδα» (1957) και η «Φθινοπωρινή σονάτα» (1978), το «Πριν από την επανάσταση» (1964), μια από τις πρώτες του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, και η «Χρονιά με τα 13 φεγγάρια» (1978), μια από τις καλύτερες του Γερμανού Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ, θα παιχτούν μέχρι το τέλος του καλοκαιριού από τη Weirdwave.
«Χαίρομαι να βλέπω να επανακυκλοφορούν κλασικές ταινίες και χαίρομαι που ακολούθησαν αυτό το παράδειγμά μου άλλοι» αναφέρει ο κ. Γεώργας, ο οποίος τονίζει ότι δεν αντιμετωπίζει ανταγωνιστικά το ζήτημα, όπως ενδεχομένως θα έκανε κάποιος άλλος. «Χαίρομαι γιατί δίνεται η ευκαιρία σε νέους ανθρώπους να δουν αυτές τις ταινίες σε συνθήκες που τους ταιριάζουν, υψηλή ποιότητα εικόνας σε μεγάλη οθόνη, και κυρίως που τις βλέπουν όπως ο κινηματογράφος ορίζει, σε συνθήκες συντροφικότητας σε μια αίθουσα με άλλους θεατές και όχι στη μοναξιά της μικρής οθόνης σε ένα άδειο δωμάτιο».
Η σκοτεινή σελίδα
Ακόμα και σε αυτόν τον τομέα, των επανεκδόσεων, τα πράγματα δεν είναι αποκλειστικώς ρόδινα. Εκτός από την ίδια την αίθουσα, ένας πολύ σημαντικός παράγοντας για την επιτυχία μιας παλιάς ταινίας είναι και η κατάσταση στην οποία βρίσκεται. Οι περισσότερες – αν όχι όλες – από τις προαναφερθείσες ταινίες προβάλλονται σε νέες, αποκατεστημένες, «λουστραρισμένες» κόπιες, χωρίς προβλήματα εικόνας, ήχου ή κάκιστου υποτιτλισμού όπως συμβαίνει με διάφορα αφιερώματα στα οποία βλέπουμε μουσειακές κόπιες περασμένων αιώνων με ανορθόγραφους υποτίτλους της πολυτονικής γραφής, χαρακιές στην εικόνα και ενοχλητικά βουίσματα που αποσυντονίζουν πλήρως τον θεατή.
Το ίδιο άσχημο βέβαια μπορεί να είναι το αποτέλεσμα της προβολής σε μεγάλη οθόνη κινηματογράφου μιας ταινίας από DVD ή από… στικάκι κατεβασμένη από το Διαδίκτυο (φυσικά χωρίς δικαιώματα).
Λέει ο Β. Γεώργας: «Δυστυχώς στην ψηφιακή εποχή, όπως μερικοί αρκούνται να κατεβάζουν από το Διαδίκτυο κλασικές ταινίες, έτσι και κάποιοι άλλοι παίζουν σε μερικούς κινηματογράφους ταινίες σε πολύ χαμηλή ανάλυση ή με κακές συνθήκες προβολής εκμεταλλευόμενοι τις τεχνικές ευκολίες. Πιστεύω ακράδαντα όμως ότι το κοινό δεν ξεγελιέται και πια ξέρει πολύ καλά να ξεχωρίζει τις καλές και επίμονες προσπάθειες από τη φιλοσοφία της επιπόλαιης αρπαχτής που δεν σέβεται ούτε το σινεμά ούτε τους πραγματικούς του φίλους».

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.