Στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης της Νέας Υόρκης η μόδα δικαιώθηκε πανηγυρικά το 2018. Τον περασμένο Μάιο όλα τα μάτια στράφηκαν στα εγκαίνια της εφετινής έκθεσης του Ινστιτούτου Κοστουμιού με τίτλο «Heavenly Bodies: Fashion and the Catholic Imagination» («Ουράνια Σώματα: Μόδα και Καθολική Φαντασία») που έδειχνε να έχει όλες τις προϋποθέσεις για να προσελκύσει ρεκόρ επισκεπτών και να αποδειχθεί σοβαρή πηγή εισοδήματος σε μια εποχή οικονομικής αβεβαιότητας. Οπερ και εγένετο. Με τη λήξη της εξάμηνης διάρκειάς της τον Οκτώβριο, κέρδισε τον τίτλο της δημοφιλέστερης έκθεσης του Μουσείου στο σύνολο της λειτουργίας του «εκθρονίζοντας» από την πρώτη θέση τους «Θησαυρούς του Τουταγχαμών» που κρατούσαν τα σκήπτρα από το 1978. Για την ακρίβεια, 1.659.647 άνθρωποι επισκέφθηκαν τη νέα έκθεση του Ινστιτούτου Κοστουμιού επιβεβαιώνοντας «την ολική επικράτηση της μόδας στον γνωστότερο πολιτιστικό οργανισμό της χώρας» σύμφωνα με την αμερικανική ιστοσελίδα vox.com.
Τα «Ουράνια Σώματα» ήταν το πλέον απαιτητικό από οργανωτικής πλευράς και ταυτόχρονα το πιο τολμηρό και αμφιλεγόμενο πρότζεκτ του Ινστιτούτου: η έκθεση είχε διπλάσια διάρκεια από τις προηγούμενες και λειτούργησε σε τρεις διαφορετικές τοποθεσίες καλύπτοντας συνολικά περί τα 58.600 τ.μ. Συμπεριέλαβε πολύτιμα δάνεια από το σκευοφυλάκιο της Καπέλα Σιστίνα στο Βατικανό, έργα θρησκευτικής τέχνης από τις συλλογές του Μουσείου, αλλά και δημιουργίες διάσημων σχεδιαστών από τις αρχές του 20ού αιώνα ως τις ημέρες μας, εμπνευσμένα από την καθολική εικονογραφία και ύφος.
Ο Αντριου Μπόλτον, επιμελητής του Ινστιτούτου Κοστουμιού του Μητροπολιτικού Μουσείου, είχε κατά νου τη διοργάνωση μιας έκθεσης που θα εξέταζε τη σχέση της μόδας με τη θρησκεία πολλά χρόνια: από την εποχή «των πολιτιστικών πολέμων της δεκαετίας του ’80», όπως έχει εκμυστηρευθεί ο ίδιος. Ωστόσο, η ιδέα σχηματοποιήθηκε στο μυαλό του μόλις το 2015. Εκτοτε, χρειάστηκαν 10 ταξίδια στο Βατικανό προκειμένου να εξασφαλιστεί η άνευ προηγουμένου πρόσβαση στους θησαυρούς του, μεγαλύτερη από αυτήν του 1983 για την έκθεση «Οι Συλλογές του Βατικανού», η οποία κατέγραψε την τρίτη μεγαλύτερη επισκεψιμότητα στην ιστορία του Μητροπολιτικού Μουσείου προσελκύοντας 896.743 επισκέπτες.
Το επανωφόρι του
Πάπα Βενέδικτου ΙΔ’
Εν προκειμένω, στη Νέα Υόρκη ταξίδεψαν 50 πολύτιμα αντικείμενα που κάλυψαν 15 παπικές θητείες, από τα μέσα του 18ου αιώνα ως την εποχή του Ιωάννη-Παύλου Β’. Το παλαιότερο από αυτά ήταν ένα επανωφόρι φτιαγμένο για τον Πάπα Βενέδικτο ΙΔ’, ενώ μεταξύ άλλων συμπερειλήφθη μια συλλογή 12 ενδυμάτων που παραγγέλθηκαν από την αυτοκράτειρα Μαρία Αννα Καρολίνα της Αυστρίας για τον Πίο Θ’. Χρονολογούνται στα μέσα του 19ου αιώνα και για να ολοκληρωθούν χρειάστηκε να εργαστούν 15 γυναίκες περισσότερα από 16 χρόνια! Παράλληλα, μεταξύ των εκθεμάτων ήταν και μια τιάρα η οποία προσφέρθηκε στον ίδιο πάπα από τη βασίλισσα Ισαβέλλα Β’ της Ισπανίας και περιελάμβανε 19.000 πολύτιμες πέτρες, οι 18.000 εξ αυτών διαμάντια.
Παρ’ όλο που αρχικά ο Μπόλτον σκεφτόταν να συμπεριλάβει στην έκθεση και τις πέντε παγκόσμιες θρησκείες που αντιπροσωπεύονται στις συλλογές του Μουσείου (καθολικισμός, ιουδαϊσμός, βουδισμός, χριστιανισμός, Ισλάμ), τελικά αποφάσισε να την περιορίσει, σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας του ότι η μεγάλη πλειονότητα των σχεδιαστών μόδας (Ελσα Σκιαπαρέλι, Τζον Γκαλιάνο, Ρικάρντο Τίσι, Κριστιάν Λακρουά, Κοκό Σανέλ κ.ά.) βρισκόταν σε διάλογο με τον καθολικισμό χάρη στην ανατροφή και στην εκπαίδευσή τους. Η «βεντάλια» αποδείχθηκε ευρύτατη και κινήθηκε από το αναμενόμενο (χαρακτηριστικά κομμάτια των Βερσάτσε και Ντόλτσε Γκαμπάνα) ως το λιγότερο προβλέψιμο: βραδινές τουαλέτες του Βαλεντίνο εμπνευσμένες από πίνακες του Ισπανού Φρανθίσκο ντε Θουρμπαράν που αποτυπώνουν στολές μοναχών.