Η Κίμωλος, ένα μικρό αλλά πανέμορφο νησί του Αιγαίου, κρύβει στα σπλάχνα της μια μακραίωνη ιστορία που διαπερνά τους αιώνες. Από την προϊστορική περίοδο μέχρι την κλασική εποχή και την ενετική κυριαρχία, η Κίμωλος έχει να επιδείξει ένα πλούσιο αρχαιολογικό παρελθόν που αποκαλύπτει τον πολιτισμό και τις παραδόσεις των κατοίκων της.
Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Κιμώλου αποτελεί τον θεματοφύλακα αυτής της κληρονομιάς φιλοξενώντας ευρήματα που μαρτυρούν την ανθεκτικότητα και τη δημιουργικότητα των κατοίκων της Κιμώλου μέσα στους αιώνες.
Η επίσκεψη στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Κιμώλου δεν είναι απλώς μια πολιτιστική εμπειρία, αλλά και ένα ταξίδι στον χρόνο. Μέσα από τα εκθέματα οι επισκέπτες καλούνται να ανακαλύψουν τα μυστικά και τις παραδόσεις ενός νησιού που, παρά τις δυσκολίες και τις αλλαγές, διατηρεί αλώβητη την αυθεντικότητά του και προσφέρει απλόχερα τις μαρτυρίες της πολυτάραχης ιστορίας του.
Στα μέσα της δεκαετίας του ’50 ιδρύθηκε η Αρχαιολογική Συλλογή στην Κίμωλο χάρη στις προσπάθειες επιφανών Κιμωλίων για να αποτραπεί η μεταφορά στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο των πολυάριθμων ευρημάτων (περισσότερα από 300 αγγεία) που ήρθαν στο φως από την ανασκαφή που διενήργησε ο τότε έφορος Αρχαιοτήτων Νικόλαος Κοντολέων στο νεκροταφείο της αρχαίας πόλης, στα Ελληνικά.
Για τη στέγαση της Αρχαιολογικής Συλλογής το Αφεντάκειο Ιδρυμα παραχώρησε μια μικρή αίθουσα στο γηροκομείο του νησιού. Οι προσπάθειες για εξεύρεση μιας πιο κατάλληλης αίθουσας που θα φιλοξενούσε στις προθήκες της τους πολύτιμους θησαυρούς του νησιού έληξαν το 1970 με την αποδοχή από το υπουργείο Πολιτισμού της δωρεάς της Ελίζας Βαφία, η οποία κληροδότησε τη διώροφη οικία του γιατρού Βαφία για τη στέγαση του Αρχαιολογικού Μουσείου της Κιμώλου.
Ομως, παρά τις συνεχείς προσπάθειες για την επισκευή της οικίας, ώστε να γίνει κατάλληλη για τη στέγαση του Μουσείου, πέρασαν πολλά χρόνια μέχρι να γίνει δυνατή η έναρξη των επισκευαστικών εργασιών του κτιρίου, που στο διάστημα αυτό είχε ερειπωθεί.
Στο μεταξύ, τα αρχαία – ο αριθμός των οποίων είχε αυξηθεί από τα ευρήματα των σωστικών ανασκαφών στα Ελληνικά, αλλά και από τις επιφανειακές έρευνες και περισυλλογές – μεταφέρθηκαν το 1994 σε μισθωμένο από το υπουργείο Πολιτισμού χώρο στον περίβολο του Γηροκομείου Κιμώλου, όπου δημιουργήθηκε μια προσωρινή, πρόχειρη έκθεση.
Τα έργα στην οικία Βαφία
Το έργο της αποκατάστασης και μετατροπής της οικίας Βαφία σε Αρχαιολογικό Μουσείο (μαζί με τμήμα της διπλανής οικίας που απαλλοτριώθηκε για λειτουργικούς λόγους) ξεκίνησε το 1995 και ολοκληρώθηκε το 2001, με την ευθύνη και επίβλεψη της αρμόδιας διεύθυνσης εκτέλεσης έργων μουσείων, οπότε παραδόθηκε από διοικητική άποψη για χρήση στην ΚΑ’ ΕΠΚΑ.
Το 2003 τα αρχαία μεταφέρθηκαν στο χώρο του Μουσείου και ξεκίνησαν οι εργασίες για την έκθεσή τους, δίνοντας τέλος στην περιπετειώδη πορεία τους. Το έργο της οργάνωσης των χώρων του Μουσείου και της μόνιμης έκθεσης των αρχαίων, που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του έργου «Αρχαιολογικό Μουσείο Κιμώλου›, ενταγμένου στο Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Νοτίου Αιγαίου 2000-2006 με φορέα υλοποίησης την ΚΑ’ ΕΠΚΑ, ολοκληρώθηκε το 2005.
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Κιμώλου άνοιξε τις πόρτες του για το κοινό στις 11 Ιουλίου 2006, αρκετά χρόνια από τη δωρεά του οικήματος, και εγκαινιάστηκε στις 4 Οκτωβρίου 2008.
Βρίσκεται εντός του παραδοσιακού οικισμού και ανήκει στην πρώτη σειρά οικιών έξω από το ενετικό κάστρο, που κτίστηκαν μετά το 1821. Μάλιστα, στο υπέρθυρο της εισόδου του ισογείου υπάρχει χαραγμένη η χρονολογία 1846.
Η καθοριστική εγκατάλειψη της οικίας, όπως λέγεται στο νησί, άρχισε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ωστόσο το ισόγειο χρησιμοποιήθηκε μέχρι τη δεκαετία του 1960 ως μαγαζί-καφενείο. Στην πορεία, όπως προαναφέραμε, κληροδοτήθηκε στο υπουργείο Πολιτισμού με σκοπό τη δημιουργία του Αρχαιολογικού Μουσείου.
Το κρυστάλλινο δάπεδο και η ταφή
Στο ισόγειο του κτιρίου βρίσκονται ο χώρος της διοίκησης, το εργαστήριο συντήρησης, η αποθήκη αρχαίων, ο ξενώνας και το WC κοινού. Στον πρώτο όροφο, στον οποίο ανεβαίνει ο επισκέπτης από τη στενή λίθινη σκάλα, βρίσκονται οι αίθουσες στις οποίες αναπτύσσεται η έκθεση των αρχαίων αντικειμένων χωρισμένων ανά περίοδο (αίθουσες Ι και ΙΙ με μικρό χώρο υποδοχής) καθώς και μικρή αίθουσα προβολής
Το εντυπωσιακό στον χώρο είναι το κρυστάλλινο διαφανές δάπεδο, το οποίο «κρύβει» από κάτω του αναπαράσταση αρχαίας ταφής έτσι όπως βρέθηκε κατά την ανασκαφή της.
Η μόνιμη έκθεσή του περιλαμβάνει ευρήματα κυρίως από τις ανασκαφές στο νεκροταφείο της αρχαίας πόλης της Κιμώλου στη θέση Ελληνικά, με τη βυθισμένη στη θάλασσα αρχαία πόλη, το σημερινό νησάκι Αγιος Ανδρέας, την ακρόπολη της αρχαίας πόλης και την ευρείας έκτασης νεκρόπολη στην υπάρχουσα παραλία και στην ευρύτερη περιοχή.
Ευρήματα μυκηναϊκά, γεωμετρικά, αρχαϊκά, κλασικά και ελληνιστικά που δείχνουν ότι οι Κιμώλιοι κατοικούσαν στα Ελληνικά συνεχώς, για δεκάδες εκατονταετίες, χωρίς να έχει επιβεβαιωθεί ότι η κατοίκηση αυτή ήταν συνεχής.
Οπως αναφέρει και ο ειδικός κατάλογος του Μουσείου: «Εργαλεία από οψιανό και πυριτόλιθο, πυρήνες και απορρίμματα από την επεξεργασία τους και όστρακα πήλινων αγγείων, από διάφορες θέσεις του νησιού, πιστοποιούν την ανθρώπινη δραστηριότητα στην Κίμωλο ήδη από την ύστερη νεολιθική εποχή (περ. 5300-4500 π.Χ.)».
Την πρωτοκυκλαδική I περίοδο (περ. 3200-2700 π.Χ.) αντιπροσωπεύουν μαρμάρινο βιολόσχημο ειδώλιο (το πρωτότυπο βρίσκεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο) και μαρμάρινος κρατηρίσκος. Θραύσματα μυκηναϊκών αγγείων που βρέθηκαν στα Ελληνικά φανερώνουν ότι υπήρχε μυκηναϊκή εγκατάσταση τον 14ο και 13ο αι. π.Χ., που πιθανόν εξελίχθηκε σε αξιόλογο μυκηναϊκό κέντρο κατά το β’ μισό του 12ου αι. π.Χ.
Παρ’ όλο που παραμένει ανεπιβεβαίωτο, μέχρι στιγμής, αν τα Ελληνικά κατοικούνταν αδιάκοπα όλα αυτά τα χρόνια, η ύπαρξη οικισμού κατά τη γεωμετρική περίοδο τεκμηριώνεται από την ύπαρξη νεκροταφείου του 8ου αι. π.Χ.
Μάλιστα, κατά την ανασκαφή τμήματος του νεκροταφείου, «αποκαλύφθηκαν 22 ταφικά λαξεύματα που περιείχαν ταφές καύσης των ύστερων γεωμετρικών χρόνων και βρέθηκαν πάνω από τριακόσια πήλινα αγγεία, τα περισσότερα ακέραια, σε σύνθεση και αριθμό που ποικίλλει ανά τάφο. Στην περιοχή του νεκροταφείου βρέθηκε επίσης πώρινη στήλη με ανάγλυφη παράσταση γυναικείας μορφής, μία από τις πρωιμότερες διακοσμημένες λίθινες επιτάφιες στήλες (7οs αι. π.Χ.)».
Τα κτερίσματα
Κατά την περίοδο των γεωμετρικών χρόνων ο οικισμός αποτέλεσε πιθανόν τον πυρήνα γύρω από τον οποίο αναπτύχθηκε η μεταγενέστερη πόλη της Κιμώλου. Τη μακρά διάρκεια ζωής της πόλης, μέχρι τους πρώτους τουλάχιστον χριστιανικούς αιώνες, μαρτυρούν τα ευρήματα από τους τάφους της νεκρόπολης. Τα κτερίσματα που συνόδευσαν τους νεκρούς – πήλινα αγγεία, ειδώλια, λύχνοι, μετάλλινα αντικείμενα κ.λπ. – αποτελούν καθρέφτη των επαφών και των εμπορικών σχέσεων των αρχαίων Κιμωλίων.
Μεταξύ των εκθεμάτων, τα περισσότερα τοποθετημένα σε επιτοίχιες και επιδαπέδιες προθήκες, θα βρείτε λίθινα εργαλεία, πήλινα αγγεία, έναν μαρμάρινο κρατήρα, μαρμάρινα ειδώλια, μία ακέφαλη γυναικεία επιτύμβια στήλη σκαλισμένη σε τοπικό πέτρωμα, από τις παλαιότερες στην Ελλάδα (8ος π.Χ.).
Ενα ακέφαλο γυναικείο άγαλμα ύψους 1,30 μ. του 2ου αιώνα π.Χ. εντοπίστηκε στα ερείπια κτισμάτων στη νησίδα Αγιος Ανδρέας. Σχετικά με την πολιτική οργάνωση της πόλης και τη λατρεία κατά τους ελληνιστικούς χρόνους, πολύτιμη μαρτυρία αποτελεί τιμητικό ψήφισμα της Βουλής και του Δήμου των Κιμωλίων για τον καρύστιο δικαστή Χαρίανθο, που επιλύει τις διαφορές των πολιτών – το πρωτότυπο βρέθηκε στο Καστρί Ευβοίας και εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Καρύστου.
Τα εκθέματα του Μουσείου αποδεικνύουν ότι η Κίμωλος έχει «παρελθόν» πολλών χιλιάδων χρόνων και πιστοποιούν ότι η ανθρώπινη παρουσία και η δραστηριότητα στο νησί ξεκινούν από τους προϊστορικούς χρόνους, την ύστερη νεολιθική περίοδο.