Ποτέ δεν ησυχάζουμε με τον άλλον απέναντι, είμαστε θηρία. Γι’ αυτό προτιμώ τα ξαπλωμένα πλάσματα. Τη διαθέσιμη θέρμη του σώματός τους, το γαλήνιο προσωπείο και τον ονειρευόμενο νου, την απρόσβατη εκκλησία. Στα σκαλοπάτια της κόβω βόλτες.
Ερχεσαι και κάθεσαι στην άκρη. Ακούς την αναπνοή μου. Με κρυφακούς. Κάνεις εις βάρος μου την εφησυχαστική θεραπεία της αύρας και της ενδοσκόπησης όπως ο Μαρσέλ προ της κοιμωμένης Αλμπερτίν.
Ερχεσαι και κάθεσαι. Νομίζεις πως δεν ακούω τη λεηλασία; (*)
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος