«Χρόνια Πολλά Αθήνα!». Κάποιος ή κάποια έχει γράψει ένα από τα «συνθήματα» στον πίνακα που προσκαλεί τους επισκέπτες της έκθεσης «1974 & 1944: Η Αθήνα γιορτάζει την ελευθερία της» να γράψουν τις σχετικές εντυπώσεις τους. Η αλήθεια είναι ότι η αφορμή της διοργάνωσής της είναι ιδιαίτερα εορταστική: φέτος συμπληρώνονται 80 χρόνια από την Απελευθέρωση της Αθήνας από τους Γερμανούς και 50 από την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας και τη μεταπολίτευση.

Εξ ου και στο Κέντρο Τεχνών του ΟΠΑΝΔΑ στο Πάρκο Ελευθερίας σε υποδέχονται δυο μεγεθυμένες φωτογραφίες από αντίστοιχους, ξέφρενους πανηγυρισμούς στους δρόμους της πόλης από το φθινόπωρο του ’44 και τον Ιούλιο του ’74. Είναι τοποθετημένες αντικριστά σε μια περίκλειστη κυκλική διάταξη που αιχμαλωτίζει τους εορτασμούς και την ευφορία σε μια μακάρια λίμπο – παραπέμποντας παράλληλα στους κύκλους που κάνει η Ιστορία.

Γιατί η έξοδος από αυτή (τη διάταξη) σε φέρνει αντιμέτωπη με όσα προηγήθηκαν και όσα ακολούθησαν, το πριν και το μετά μιας κορύφωσης που δεν είχε διάρκεια. Διαρθρωμένη σε δυο μεγάλες ενότητες – αριστερά τα γεγονότα του ’44 στη «Σύντομη ανάσα ελευθερίας», δεξιά εκείνα του ’74 στη «Μεγάλη στιγμή της δημοκρατίας» – σε οδηγεί στα κομβικά σημεία της Ιστορίας χρωματίζοντας, κυριολεκτικά, με μαύρο (φόντο) τις σκοτεινές σελίδες της και με λευκό τις αισιόδοξες στιγμές.

Πλούσια έκθεση και με εκπλήξεις

Είναι μια πλούσια όσο και περιεκτική έκθεση με καθαρή αφήγηση καθώς σε αυτήν παρουσιάζονται περί τα 500 εκθέματα που μας συστήνουν, μας υπενθυμίζουν και πολύ συχνά μας εκπλήσσουν με τη δύναμη της εικόνας και του περιεχομένου τους. Φωτογραφίες, αφίσες, πρωτοσέλιδα εφημερίδων, προκηρύξεις, η διαταγή του αρχηγού των Ες-Ες προς τους Εβραίους της Αθήνας το 1943, αντίγραφα χαρακτικών (της Βάσως Κατράκη ή του Τάσσου), κάθε λογής παραφερνάλια που μεταφέρουν λίγο από το άρωμα των εποχών, όπως και μικρές ιστορίες που συχνά χάνονται μέσα στα μεγάλα αφηγήματά τους.

Τα δημοσιεύματα της εποχής για την απελευθέρωση της Αθήνας από τους Γερμανούς δίνουν τον δικό τους τόνο στην έκθεση

Το μενού από εστιατόρια της οδού Πανεπιστημίου που σέρβιραν αστακοσαλάτα με μαγιονέζα την εποχή που οι Αθηναίοι μαστίζονταν από τον λιμό του 1942-43, τα κιτρινισμένα ψηφοδέλτια από το δημοψήφισμα του 1974. Σε περίοπτη θέση σε κάθε ιστορική ενότητα ένας μικρός φόρος τιμής σε εκείνους που αγωνίστηκαν για την ελευθερία αλλά δεν πρόλαβαν να τη βιώσουν.

Οι τρεις αγωνίστριες – Ηλέκτρα Αποστόλου, Λέλα Καραγιάννη, Ιουλία Μπίμπα – που βασανίστηκαν και δολοφονήθηκαν άγρια από το ναζιστικό καθεστώς αλλά και τέσσερις αγωνιστές που θυσιάστηκαν ακουσίως και εκουσίως για να γίνουν «λευτεριάς λίπασμα» – οι Παναγιώτης Ελής, Κώστας Γεωργάκης, Μαρία Ελενα Αντζελόνι και Γιώργος Τσικουρής. Οι 25 νεκροί του Πολυτεχνείου έχουν τον δικό τους «βωμό» με τις φωτογραφίες τους και τα στοιχεία της δράσης και του θανάτου τους σε περίοπτη θέση.

Εικόνα της αντιστασιακού Λέλας Καραγιάννη με φόντο επισκέπτες της έκθεσης

Μολονότι δεν είναι μεγάλος εκθεσιακός χώρος, το Κέντρο Τεχνών του ΟΠΑΝΔΑ στο Πάρκο Ελευθερίας είναι μια ταιριαστή επιλογή για τη συγκεκριμένη έκθεση. Είναι ένα κτίριο με βαθύ συμβολισμό καθώς εντάσσεται στον μνημειακό χώρο των παλιών κρατητηρίων του Διοικητηρίου της ΕΑΤ-ΕΣΑ και γειτνιάζει αυτή τη στιγμή με τα αρχεία φυλακισθέντων εξορισθέντων αντιστασιακών, ένας χώρος φορτωμένος με ιστορική μνήμη.

Η έκθεση έχει σχεδιαστεί και υλοποιείται από την Τεχνόπολη του Δήμου Αθηναίων σε συνεργασία με τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ), τα Γενικά Αρχεία του Κράτους και το Ιστορικό Αρχείο του Δήμου Αθηναίων – από όπου προέρχεται και το μεγαλύτερο μέρος του υλικού της έκθεσης.

Παράλληλα, έχει αντληθεί υλικό και από το οπτικοακουστικό αρχείο της ΕΡΤ, απ’ όπου προέρχονται για παράδειγμα στιγμιότυπα από την Αθήνα της Κατοχής (1941-1944) από το ντοκιμαντέρ του Λάκη Παπαστάθη «Αναζητώντας τη χαμένη εικόνα» (1990). Ή τα αποσπάσματα των ντοκιμαντέρ «Μνήμες» (2016) και «Μαρτυρίες» (1975) του Νίκου Καβουκίδη με σπάνιο αρχειακό υλικό από την Απελευθέρωση και την επιστροφή των εξορίστων στη Γυάρο ή των φυλακισμένων στον Κορυδαλλό. Γιατί τα κινηματογραφικά επίκαιρα και το πλούσιο οπτικοακουστικό αρχειακό υλικό μαζί με τα τραγούδια του Θεοδωράκη ή του Σαββόπουλου που ακούγονται προσφέρουν πολλά στη γοητεία και τη συγκίνηση που προσφέρει αυτή η έκθεση, την οποία είναι απαραίτητο να δουν μαθητές και σχολεία, και όχι μόνο (πολύ περιοριστική η ημερομηνία ολοκλήρωσής της στις 28/10).

Από το σκοτάδι στο φως

«Η αρχική σύλληψη της έκθεσης αφορούσε τις δυο στιγμές συλλογικής χαράς και εορτασμού, αφενός της απελευθέρωσης του ’44 και αφετέρου της πτώσης της χούντας το ’74. Σύντομα διαπιστώσαμε ότι για να δείξουμε αυτό το υλικό σε μια έκθεση που θέλαμε να είναι κατανοητή και χρήσιμη σε ένα ευρύτερο κοινό, θα έπρεπε με έναν τρόπο να αντιπαραβάλλουμε αυτά που έχουν προηγηθεί, την Κατοχή και τη χούντα αντίστοιχα.

Οπότε και στα δυο σκέλη των εκθέσεων το πρώτο μέρος είναι αφιερωμένο στα δυο καθεστώτα ώστε να δείξουμε αφενός τη βιαιότητά τους και αφετέρου για να αναδείξουμε τις φωνές αντίστασης που ακούγονται μέσα σε αυτόν τον ζόφο και το σκοτάδι. Στο κομμάτι της απελευθέρωσης αυτό που μας ενδιέφερε ήταν να δείξουμε αυτή τη στιγμή της συλλογικής χαράς, όταν η ελπίδα εμφανίζεται πολύ έντονη και μάλιστα μέσα στην πόλη. Ο πρωταγωνιστής της έκθεσης σε μεγάλο βαθμό είναι η Αθήνα, το κέντρο, οι δρόμοι, τα κτίρια» θα πει στο «Βήμα» ο Βαγγέλης Καραμανωλάκης (καθηγητής Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας στο ΕΚΠΑ) ο οποίος έχει τη γενική επιμέλεια της έκθεσης και είναι επιστημονικός υπεύθυνος για αυτήν μαζί με τους Μάνο Αυγερίδη (Διευθυντή των ΑΣΚΙ), και Στάθη Παυλόπουλο (Συντονιστή προγραμματισμού και επιστημονικών δράσεων ΑΣΚΙ).

«Από την άλλη πλευρά, αυτό που είναι σαφές και εμφανίζεται και στην έκθεση είναι ότι την ίδια στιγμή που η πόλη γιορτάζει οι κληρονομιές του παρελθόντος είναι βαριές και ο φόβος για το θα ακολουθήσει ορατός. Γι’ αυτό ακριβώς προσπαθούμε να αναδείξουμε και στις δυο περιπτώσεις μαζί με τη χαρά και τις αγωνίες, τα άγχη, το ζήτημα της αποχουντοποίησης ή των δωσίλογων στην Κατοχή και την κυπριακή τραγωδία. Γιατί, ναι, υπάρχει χαρά, αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι ποτέ μια ανέφελη χαρά. Για μένα που είμαι ιστορικός έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί μας κάνει να ξανασκεφτούμε τις διαφορές αυτών των δυο επετείων, όπου στη μία περίπτωση ακολουθεί ο εμφύλιος και στην άλλη η μεγαλύτερη περίοδος δημοκρατίας που έχουμε μέχρι αυτή τη στιγμή. Μας βοηθάει να σκεφτούμε γιατί ακολουθήθηκε ο ένας και ο άλλος δρόμος σε κάθε μία περίπτωση» προσθέτει ο κ. Καραμανωλάκης.