Ο καπιταλισμός είναι έξυπνος. Μπορεί να φέρει το κάθε κίνημα στα μέτρα του και στη συνέχεια να το «πουλήσει». Οπως, για παράδειγμα, συνέβη τον Αύγουστο του 1969, στο Woodstock Festival. Τέσσερις «τύποι» αποφάσισαν να διοργανώσουν από τις 15 έως και τις 17 Αυγούστου (προστέθηκε ακόμη μία ημέρα) ένα μουσικό φεστιβάλ με βασικό σύνθημα «Τρεις ημέρες μουσικής και ειρήνης». Λογικό σλόγκαν. Οι Ηνωμένες Πολιτείες βράζουν με τον Πόλεμο του Βιετνάμ. H ψυχεδέλεια ως κουλτούρα όχι μόνο ως μουσική αλλά και ως τρόπος ζωής (ελεύθερος έρωτας, ναρκωτικά, αντισυμβατικότητα κ.τ.λ.) κυριαρχούσε. Tα παιδιά των λουλουδιών αποτέλεσαν μια καλή αφορμή για να μπουν δολάρια στον τραπεζικό λογαριασμό των Μάικλ Λανγκ, Τζον Ρόμπερτς, Αρτι Κόρνφελντ, Τζόελ Ρόουζενμαν (συνεταίροι της εταιρείας Γούντστοκ Βέντσερς). Τα χρειάζονταν για ένα στούντιο ηχογράφησης.
Αυτή η ιδέα λοιπόν που τα κίνητρά της ήταν καθαρά κερδοσκοπικά, μεταμορφώθηκε στο απόλυτο σύμβολο του ροκ. Σε ένα από τα κορυφαία πολιτισμικά ορόσημα των τελευταίων πενήντα ετών. Η αντικουλτούρα των Ηνωμένων Πολιτειών βρήκε χώρο να εκφραστεί, να ερωτευτεί, να τραγουδήσει, να κάνει χρήση ναρκωτικών και να δείξει την αντίθεσή της στις περασμένες γενιές. Εν πολλοίς τα κατάφερε. Περί τιζς 500.000 θεατές (ποιος άραγε τους μέτρησε;), κατασκηνωτές, εναλλακτικούς, χίπις – όπως θέλετε χαρακτηρίστε τους – ένιωσαν, βίωσαν και απόλαυσαν αυτό το πανηγύρι τής… αμαρτίας.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.