Από τους εμβληματικούς μεταπολεμικούς θεατρικούς συγγραφείς («Νταντάδες», «Κομμάτια και θρύψαλα» κ.ά.), στιχουργός ιστορικών τραγουδιών («Μπήκαν στην πόλη οι οχτροί»), πρωτοποριακά αθυρόστομος πεζογράφος («Μπάρμπα- Τζωρτζ – Μια φορά ήταν ένας μόνος», «Αυτός ο μπάτσος»), ο Γιώργος Σκούρτης έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 78 ετών κλείνοντας πίσω του ένα κεφάλαιο που συνάδει με κάτι περισσότερο από τη μεταπολιτευτική ιστορία της χώρας μας. Τρεις καλλιτέχνες που τον γνώρισαν μίλησαν στο «Βήμα» για τον επιθετικό αλλά τρυφερό άνθρωπο και τον πηγαίο καλλιτέχνη που είχε επίσης στο ενεργητικό του ένα σπουδαίο, αν και άπαιχτο, θεατρικό έργο, την «Υπόθεση Κ.Κ.» (Κώστας Καραγιώργης), που αφορά τη δολοφονία του κορυφαίου στελέχους του ΚΚΕ από τους συντρόφους του και την εξαφάνιση της σορού του.
ΘΑΝΑΣΗΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
«Aυτό που λεγόταν συνήθως το ξημέρωμα: Βάλε ένα τελευταίο ποτό»
«Τι περίεργο! Με τον Γιώργο Σκούρτη δεν μας ένωσε κάποια συνεργασία, όπως θα περίμενε κανείς από τη Στοά, όσο το ότι δεν ανέβασα ποτέ έργο του! Μια προσπάθεια που έγινε κάποτε και μας διάβασε ένα – είχαμε πάει σπίτι του η Λήδα κι εγώ, δεν μπορώ να θυμηθώ ποιο ήταν – σταμάτησε στις αντιρρήσεις και τελείωσε με μια ένταση που εξελίχθηκε όμως σε διάφορες συναντήσεις ανάμεσα στους δυο μας, σε μπάρες φυσικά, για να συμφωνήσουμε πάνω στην “Υπόθεση Κ.Κ.” που εγώ επέμενα να αλλάξει ο τίτλος κι εκείνος αρνιόταν. Χρόνια πολλά συναντιόμασταν τις μικρές ώρες, μερικές φορές παρόντος και του κολλητού ασπρομάλλη Μπάμπη Τσικληρόπουλου, ο οποίος είχε περάσει από τη σκηνή της Στοάς με τον “Κύριό” του, κάτι που ο Γιώργος το είχε χαρεί πολύ – όπως είχε χαρεί το πέρασμα του αγαπημένου του Μήτσου Ευθυμιάδη – και ολοκλήρωνε πάντα με το “εσύ τώρα πρέπει να κάνεις την Υπόθεση Κ.Κ.”, σαν να μην το είχαμε συζητήσει ποτέ… Στο Νταντά στην αρχή και στη Στοά (Πατησίων και Κοδριγκτώνος) αργότερα, βρεθήκαμε πολλές φορές συμπτωματικά, για να ανταλλάξουμε τις αντιρρήσεις μας και τις διαφωνίες μας για ό,τι συνέβαινε θεατρικά γύρω μας.
Γιατί, συμφωνούσαμε-δεν συμφωνούσαμε με τον Γιώργο, υπήρξαμε συνοδοιπόροι. Βρεθήκαμε ταυτόχρονα μέσα στο καζάνι της ίδιας εποχής – εκείνος εμφανιζόταν με τους “Νταντάδες” στου Κουν, λίγους μήνες πριν από τη δημιουργία της Στοάς, εμείς είχαμε ήδη τολμήσει με τα “Βήματα” στην Κοκκινιά πριν από έναν χρόνο – και ξεκίνησε μια παράλληλη πορεία με κοινό στόχο. Να αλλάξει κάτι στο “ρημάδι το θέατρο”! Ηταν η εποχή που το ελληνικό θέατρο επαναστατούσε βάζοντας τα θεμέλια μιας καινούργιας εποχής, δημιουργώντας μια κατάσταση που μας κάνει σήμερα και καμαρώνουμε βλέποντας τη θέση που απέκτησε το ελληνικό έργο στη συνείδηση, κατ’ αρχάς των δημιουργών και, φυσικά, του κοινού. Γιατί το πρόβλημα, όσο κι αν θεωρηθεί παράλογο, δεν ήταν να πείσουμε το κοινό να έρθει να μας δει, αλλά τους ίδιους τους καλλιτέχνες να πιστέψουν στο σύγχρονο ελληνικό έργο και να το αντιμετωπίσουν σοβαρά.
Καθένας που πεθαίνει από αυτή τη γενιά δικαιούται έναν τίτλο τιμής γιατί ανήκε σε μια εποχή που το ελληνικό θέατρο έκανε τη μεγάλη του στροφή. Οσοι διευθύναμε θιάσους εκείνη την εποχή και όσοι ακόμα ζούμε και εξακολουθούμε να πιστεύουμε στη ρήση του μεγάλου Δάσκαλου, “ελληνικό θέατρο σημαίνει ελληνικό έργο”, μπορούμε να περηφανευόμαστε γιατί το ελληνικό θέατρο νιώθει ότι θα του λείψει ο Γιώργος Σκούρτης, όπως νιώσαμε και όταν πέθαινε πέρυσι ο Κώστας Μουρσελάς, επειδή πάνω τους και πάνω σε δυο-τρεις δεκάδες συγγραφείς στηρίχτηκε η εμπιστοσύνη του κοινού και που αν υπήρχε η ελάχιστη έγνοια από την πολιτεία, σήμερα θα διαβάζαμε ότι κάπου σε μια χώρα της Ευρώπης παίζονται ελληνικά έργα και ίσως, επειδή έξω ξέρουν να σέβονται, να ακούγαμε ότι θα ανεβαστεί, με αφορμή τον θάνατό του, κάποιο έργο του Σκούρτη, μια πρωτοβουλία που είναι άγνωστη στη μίζερη θεατρική Ελλάδα, αυτό τον πίθηκο που κάνει ό,τι μπορεί για να απολέσει την προσωπικότητα και την αξιοπρέπειά του.
Γιώργο, τι να πω. Αυτό που λεγότανε συνήθως, γύρω στο ξημέρωμα: Αντε άλλο ένα. Το τελευταίο…».
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΡΜΕΝΗΣ
«Εσπασε την αστική καλλιέπεια»
«Τα πρώτα μου “παιξίματα” ήταν με τα έργα του Γιώργου του Σκούρτη. Ημασταν πολύ φίλοι, τον αγαπούσα πολύ. Μιλούσαμε και προσπαθούσα να τον καταλάβω, να τον ερμηνεύσω, ήμουν νέος ηθοποιός. Εκείνος ήταν ένας ποιητής. Η έμπνευση τον επισκεπτόταν νύχτα. Ηταν πάντα παρών στις πρόβες. Δεν ενοχλούσε. Εμείς ζητούσαμε τη γνώμη του και πάντα μας την έλεγε. Ηταν εκεί. Από την ανάγνωση του έργου, που την έκανε ο ίδιος – έκανε υπέροχες αναγνώσεις – και σιγά-σιγά έβλεπε την πρόβα να διαμορφώνεται και μας μίλαγε. Θυμάμαι κάτι υπέροχες κουβέντες. Ηταν μια άλλη εποχή. Πιο ήσυχα τα πράγματα, δεν είχαμε τα προβλήματα που έχουμε σήμερα, αλλά ο Γιώργος ήταν πάντα μέσα στην επικαιρότητα με αιχμηρό λόγο και κοινωνικοπολιτικό. Ο Γιώργος έσπασε την καλλιέπεια την αστική, όλο το καθωσπρέπει του γραψίματος. Εφερε μια γλώσσα που πολλές φορές μπορεί να ήταν αγοραία, πεζοδρομιακή. Εφερε ήρωες μέσα από το περιθώριο στο προσκήνιο, και αυτό έδωσε μια άλλη ανάσα στο ελληνικό έργο και θέατρο».
ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ
«Kλείσαμε μαζί τον κύκλο του Πολυτεχνείου»
«Είναι αλήθεια – τουλάχιστον για αυτούς που ακόμη την εκτιμούν και την αποζητούν, αν και περιορισμένη κάπως, ίσως και κρυφή – ότι ο Γιώργος Σκούρτης ήταν μια σπάνια περίπτωση ταλαντούχου, κυρίως θεατρικού, συγγραφέα. Πιστεύω ότι τα έργα του θα παίζονται συχνά όταν το θεατρικό κοινό σταματήσει να αρκείται στη μετριότητα. Η ώρα αυτή ίσως είναι κοντά, αφού έχουν εξαντληθεί από καιρό όλα τα περιθώρια απουσίας πολιτισμού στη χώρα μας.
Υπήρξε αγαπημένος φίλος και άριστος συνεργάτης μου. Συναντηθήκαμε το 1972 και συνεργαστήκαμε στην παράσταση του σπουδαίου θεατρικού του έργου “Οι Μουσικοί” που σκηνοθέτησε ο Κάρολος Κουν. Για την παράσταση έγραψα τα τραγούδια “Οι Οχτροί” και “Οι Πειρατές” σε στίχους του τα οποία κατόπιν ενέταξα και στο πρόγραμμα των μουσικών παραστάσεων που ανέβαζα τότε στο στούντιο Λήδρα.
Αργότερα συνεργαστήκαμε στο μουσικό μου έργο “Μετανάστες” που κυκλοφόρησε το 1974, αφού τα τραγούδια είχαν ήδη παρουσιαστεί ζωντανά στο στούντιο Λήδρα το προηγούμενο έτος. Η περίοδος που συνέθετα τους “Μετανάστες” ήταν για τον Γιώργο Σκούρτη και εμένα μια περίοδος συνταρακτική, καθόσον σημαδευόταν από το τέλος της στρατιωτικής εξουσίας, με έναν κύκλο τραγουδιών πικρό αφιέρωμα στους ανθρώπους, κυρίως των περιφερειών, που άφησαν την πατρίδα τους για να βρουν μια καλύτερη ζωή και έγιναν εργάτες στα βιομηχανικά κέντρα των προηγμένων χωρών του κόσμου. Συνεργαστήκαμε ξανά στους “Ορίζοντες”. Το τελευταίο τραγούδι μου που κυκλοφόρησε σε στίχους του είναι το “Θυμάμαι Εσένα” στον δίσκο “Εντεύθεν” το 2015 και θεωρώ ότι μέσα από αυτό το τραγούδι κλείσαμε τον κύκλο του Πολυτεχνείου.
Θυμάμαι την παράσταση με τον αποκαλυπτικό λόγο και το προσωπικό ύφος που είχε ο Σκούρτης με το θεατρικό του έργο “Νταντάδες”. Για εμένα αποτελεί ένα ξεχωριστό άστρο στην ελληνική δραματουργία. Με τα έργα του κατήγγειλε το κατεστημένο, όχι σαν επαναστάτης χωρίς αιτία, αλλά ως αρματωμένος με γνώση και ήθος δημιουργός. Εχω μόνο ευτυχισμένες αναμνήσεις από τις συναντήσεις μας και τη φιλία μας με τον Γιώργο. Υπήρξε ατόφιος, έντιμος και αληθινός. Τον Γιώργο Σκούρτη, αγαπητό “Βήμα”, πάντα τον θαύμαζα για τη σπίθα της έμπνευσής του, τη στέρεη τεχνική αλλά προπαντός τον εκτιμούσα για την καθαρότητα της συμπεριφοράς του».