«Κάθε εικόνα που βλέπω ανήκει σε μένα τη στιγμή που την καταλαβαίνω». Η ρήση ανήκει στον Μάρτιν Κιπενμπέργκερ (1953-1997), τον αιρετικό εικαστικό που δανείστηκε όσα διάλεξε το βλέμμα του και κατανόησε η καρδιά του για να τα χρησιμοποιήσει στα αιχμηρά έργα του. Θα μπορούσαμε ενδεχομένως να γενικεύσουμε κι εμείς που δεν είμαστε εικαστικοί, εμείς που προστρέχουμε στην τέχνη ως θεατές και όχι ως δημιουργοί της. Μας ανήκει σε έναν βαθμό ένα έργο με το οποίο συνδεόμαστε βαθιά και συντελεί σε μια μετατόπιση του ψυχισμού μας, έστω ένα μικρό βηματάκι τη φορά. Πολύ περισσότερο όταν εκτίθεται σε ένα δημόσιο μουσείο, ανοιχτό σε όλες/όλους/α και διαθέσιμο δωρεάν για όσες επισκέψεις είναι απαραίτητες για να εδραιωθεί αυτή η νοερή σχέση «ιδιοκτησίας». Είναι κάτι που σκέφτηκα όταν βρέθηκα στις Tate Modern και Britain στο Λονδίνο μαζί με μια ομάδα δημοσιογράφων για να διαπιστώσουμε πώς απορρόφησε το βρετανικό δίκτυο μουσείων περί τα 30 από τα 110 έργα που περιήλθαν στην κατοχή τους ύστερα από τη γνωστή δωρεά του Δημήτρη Δασκαλόπουλου. (Μια μικρή υπενθύμιση για τους μη γνωρίζοντες, ο γνωστός επιχειρηματίας, συλλέκτης και ιδρυτής του ΝΕΟΝ, δώρισε περί τα 400 έργα σε τέσσερα μουσεία, τα Tate, Guggenheim Νέας Υόρκης, MCA Σικάγο, όπως και στο δικό μας ΕΜΣΤ, το οποίο έχει λάβει 140 έργα.)
Πάντως όχι, αυτές οι σκέψεις δεν προέκυψαν επειδή αντίκρισα δυο ελληνικά ονόματα, τα Δημήτρης Δασκαλόπουλος και Βλάσης Κανιάρης, στον δεύτερο όροφο της Tate Modern, μέσα σε αυτόν τον «ναό» της σύγχρονης τέχνης και ένιωσα κάποια εθνική ανάταση. Ούτε επειδή αυτή η συνάντηση έγινε μπροστά από τη μνημειακή εγκατάσταση «Lighting with Stag in its glare» του Γιόζεφ Μπόις, ενός από τους σπουδαιότερους καλλιτέχνες του 20ού αιώνα – αν και παρεμπιπτόντως πόσο εντυπωσιακή η αντιπαράθεση της δυσκίνητης, βαριάς κατασκευής από μπρούτζο και αλουμίνιο με τα ταπεινά και εύκολα μεταβλητά found images στο «Πιθανό φόντο» (1974) του Κανιάρη. Παρουσιάζεται στην αίθουσα της ενότητας «Artists and Politics», η οποία διαθέτει το τριπλάσιο ύψος από τις προηγούμενες για να χωρέσει το έργο του γερμανού εικαστικού.
Οι σκέψεις αφορούν την αξία του μοιράσματος που έκανε ο συλλέκτης αποποιούμενος το περιουσιακό δικαίωμα στα αποκτήματα μιας ζωής ώστε να τα μετατρέψει σε κοινό κτήμα για όποιον/α/ο επιθυμεί να τα διεκδικήσει. Και μάλιστα με μια σπάνια διακριτικότητα. Γιατί με την εξαίρεση αυτής της πρώτης εισαγωγής στο «D. Daskalopoulos Collection Gift», όπως αναγράφεται σε ένα μικρό banner στην αίθουσα των Μπόις – Κανιάρη, το όνομα του συλλέκτη πρέπει να το αναζητήσεις στα ψιλά γράμματα στις συνοδευτικές λεζάντες των έργων για να το βρεις, και πρέπει να είσαι και υποψιασμένη, να θέλεις να εντοπίσεις τον μικρό χάρτη που σε πλοηγεί, μια και αυτά βρίσκονται διάσπαρτα στο μουσείο.
Συνιστά λοιπόν μια ουσιαστική προσφορά ότι τα – σε γενικές γραμμές – νεαρότητα πλήθη που συρρέουν σε ένα μουσείο τέτοιας εμβέλειας και δημοφιλίας και μάλλον προσπερνούν την κοσμική φουάρ Frieze (διεξαγόταν από τις 9-13 Οκτωβρίου) και τα παρελκόμενα της άπιαστης και άστατης αγοράς τέχνης, μπορούν να έρθουν σε επαφή με σπουδαία έργα. Να τα γνωρίσουν, να τα μελετήσουν, να τα οικειοποιηθούν, να τα κάνουν δικά τους, όπως οι μαθητές με τις σχολικές στολές που σταθερά θα συναντήσεις να ζωγραφίζουν όσα βλέπουν σε κάποια/ες από τις αίθουσες της Tate. Aκόμα και στο Λονδίνο, που η μεγάλη τέχνη δεν σπανίζει – έχουν όλους τους θησαυρούς στο πόδια τους αυτοί οι άτιμοι Λονδρέζοι! –, ενώ η ίδια η Tate διαθέτει μια συλλογή 80.000 έργων να επιδείξει, η οποία συνεχώς διανθίζεται.
Κι όμως, ακόμα κι ένα τέτοιο ισχυρό δίκτυο μουσείων επωφελείται από τη δωρεά, μία από τις μεγαλύτερες στην ιστορία του, όπως ομολογεί στην ιστοσελίδα του, γιατί έρχεται να ενδυναμώσει τις μονογραφικές παρουσιάσεις καλλιτεχνών ή τις θεματικές στις οποίες διαρθρώνεται η μόνιμη συλλογή στα μουσειολογικά πρότυπα των μουσείων σύγχρονης τέχνης που αποφεύγουν τη χρονολογική ακολουθία των έργων. Τα οποία σύγχρονα πρότυπα επιβάλλουν και την περιοδικότητα ανάδειξης της μόνιμης συλλογής, κοινώς τις συχνές επιμελητικές αλλαγές – σε γενικές γραμμές ανά χρόνο – προκειμένου να προβληθούν και άλλα έργα και να διατηρείται το ενδιαφέρον του κοινού. Είναι ένα μικρό χρονικό διάστημα, αλλά βέβαια μιλάει η περιστασιακή ταξιδιώτισσα, και όχι η μόνιμη κάτοικος της πόλης.
Ενα δικό τους δωμάτιο
Από τις αρχές Σεπτεμβρίου λοιπόν και για τους επόμενους μήνες μια ολόκληρη αίθουσα της Tate Modern στον τέταρτο όροφο θα είναι αφιερωμένη στον Μάρτιν Κιπενμπέργκερ, τον ανατρεπτικό και αυθάδη εικαστικό που επιστράτευσε χιούμορ, κιτς και ανίερη εικονογραφία για να διευρύνει τα όρια της τέχνης. Μιλάμε για επτά έργα, ενότητες σχεδίων αλλά και το γλυπτό με τον εσταυρωμένο βάτραχο-alter ego του καλλιτέχνη «Fred the frog rings the bell» (1990) ή την εγκατάσταση «Untitled» (1989) με τον κεκλιμένο, «μεθυσμένο» φανοστάτη. Ορισμένα τα είχαμε δει στο πλαίσιο της έκθεσης «A cry for freedom» του ΝΕΟΝ σε συνεργασία με το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης και επιμέλεια Δημήτρη Παλαιοκρασσά το 2013. Στην Tate Modern συνυπάρχουν μαζί με αφίσες που παρουσιάστηκαν στο πλαίσιο της αναδρομικής έκθεσης του εικαστικού το 2006 στο μουσείο σε επιμέλεια Τζέσικα Μόργκαν.
Αντίστοιχα, ο αμερικανός εικαστικός Ντέιβιντ Χάμονς αποκτά το δικό του δωμάτιο, μια και η συλλογή της Tate περιλάμβανε μέχρι πρότινος μόλις ένα έργο του, ενώ τώρα διαθέτει τέσσερα χάρη στη δωρεά. Ανάμεσά τους και το «Untitled» (1975), ένα έργο που παραπέμπει στους πίνακες «ανθρωπομετρίας» του Ιβ Κλάιν, καθώς ο Χάμονς πίεσε το καλυμμένο με μαγειρικό λίπος σώμα του πάνω σε χαρτί και σταθεροποίησε την εκτοπλασματική εικόνα που προέκυψε με χρωστική.
«Λέμε πάντα ότι η δωρεά Δασκαλόπουλου έχει μεταμορφωτική δύναμη και αυτό το δωμάτιο το συμβολίζει στο έπακρο» σχολίασε η Κέιτι Γουάν, η επιμελήτρια που διαχειρίζεται τη δωρεά και ήταν εκείνη που μας ξενάγησε στους χώρους της Tate Modern. Στη δε περίπτωση του Ρόμπερτ Γκόμπερ, η δωρεά οκτώ έργων του, και η τωρινή παρουσίαση τριών από αυτά, ανάμεσά τους και η εγκατάσταση «Male and Female Genital Wallpaper» (1989), έγινε η αφορμή για να βγει από την αποθήκη και να παρουσιαστεί για πρώτη φορά ένα έργο που δεν ήταν καν καταλογραφημένο. Πρόκειται για το χαρακτηριστικό γλυπτό με το εξωπραγματικά αληθοφανές ανδρικό πόδι που εξέχει από τον τοίχο («Untitled 1989-1992») σε έναν χώρο όπου πλέον ο αμερικανός καλλιτέχνης αποκτά στιβαρή εκπροσώπηση.
Παρέες που έχουν γράψει ιστορία
Η Λουίζ Μπουρζουά, από την άλλη, και το έργο της «Fillette (Sweeter version)» (1968-1999), (ένα φαλλόσχημο γλυπτό), βρίσκεται με την πιο εκλεκτή παρέα, με πίνακες των Θεοδώρας Τάνινγκ, Σαλβαδόρ Νταλί, Λεονόρ Φίνι, Μαξ Ερνστ, Πικάσο στη θεματική ενότητα «Monsieur Venus». Ολοι/ες τους καλλιτέχνες που έθεσαν ερωτήματα για ένα από τα επείγοντα θέματα της δικής μας εποχής, την ταυτότητα φύλου και τη ρευστότητά του. Το έργο της Μπουρζουά υπόκειτο σε καθεστώς μακροχρόνιου δανεισμού μέχρι που ο Δασκαλόπουλος αποφάσισε να το δωρήσει στο μουσείο, γεγονός που οδήγησε στην εκτενέστερη μελέτη του και συντήρησή του.
Παράλληλα, στο πλαίσιο του προγράμματος και της συλλογής Artist rooms, μιας σύμπραξης μεταξύ Tate και National Galleries of Scotland, παρουσιάζεται εμπλουτισμένο το έργο τής πρόωρα χαμένης Ελεν Τσάντγουικ (1953-1996), μιας από τις πρώτες γυναίκες εικαστικούς που προτάθηκαν για το βραβείο Turner, χάρη στα θελκτικά αλλά και ολίγον αηδιαστικά έργα της με τα σπλαχνικά (κυριολεκτικά!) υλικά τους. Σε περίοπτη θέση βρίσκεται η εγκατάσταση «Piss Flowers» (1991-2), ένα έργο που είδαμε και στην έκθεση «Dream on» στο πρώην Δημόσιο Καπνεργοστάσιο το 2022).
Η Τσάντγουικ βρίσκεται στο κτίριο Blavatnik, την αρχιτεκτονική προσθήκη που σχεδίασαν οι Herzog & de Meuron και εγκαινιάστηκε το 2016, όπως επίσης και η μαγική, ονειρική βιντεο-εγκατάσταση της Ελβετής Πιπιλότι Ριστ (Lungenflügel, 2009), η οποία έχει όλο τον χώρο για να απλωθούν οι μαξιλάρες που σου επιτρέπουν να ξαπλώσεις και να χαθείς στις εικόνες της. Οσες επισκεφτήκαμε και την πυκνή, περιοδική αναδρομική έκθεση «Ghost and spirit» του Μάικ Κέλι που φιλοξενείται στην ίδια πτέρυγα, είδαμε και το έργο του «Hierarchical Figure» (1989), που είναι επίσης κομμάτι της δωρεάς Δασκαλόπουλου.
Tate δεν είναι μόνο η Modern
Στην Tate Britain, όπου παρουσιάζονται εκλεκτά δείγματα βρετανικής τέχνης σε ένα βάθος πεντακοσίων χρόνων, η σύγχρονη τέχνη ξεχωρίζει αμέσως. Εκεί βρήκε τη θέση της η μνημειακή εγκατάσταση «Current Disturbance» (1996) της Μόνα Χατούμ με το τεράστιο πλέγμα από 240 κλουβιά και ισάριθμους λαμπτήρες, ο ενισχυμένος βόμβος της οποίας δονεί και την παρακείμενη αίθουσα όπου βρίσκονται τα έργα των enfant-terribles των 90ς ή κατά τον Τσαρς Σάατσι YBAs (Young British Artists): η εγκατάσταση «Τhe Lovers» (1991) του Ντάμιεν Χιρστ με τα ράφια με τα όργανα αγελάδας σε φορμαλδεΰδη και το έργο «Inferno» (2000) της Σάρα Λούκας.
Η δε εγκατάσταση βίντεο μεγάλης κλίμακας «Morning after the deluge» (2003) του Αμερικανού Πολ Πφάιφερ – η συγχώνευση ενός ηλιοβασιλέματος και μιας ανατολής ηλίου στον κόλπο του Cape cod – βρίσκεται σε διάλογο με το έργο του άγγλου ρομαντικού ζωγράφου τοπίων Ουίλιαμ Τέρνερ που την ενέπνευσε («Light and colour (Goethe’s Theory) – The morning after the deluge», 1843).
Διότι ο εμπλουτισμός της συλλογής Tate δεν είναι βεβαίως συμπτωματικός. Ο Δασκαλόπουλος και οι συνεργάτες του μοίρασαν τα έργα της δωρεάς αφότου μελέτησαν ενδελεχώς τις συλλογές όλων των μουσείων. Σημειωτέον, ορισμένα από αυτά θα παρουσιαστούν και στους δορυφόρους της Tate στην υπόλοιπη Αγγλία. Δηλαδή στην Tate St’ Ives στην Κορνουάλη, όπου αυτή τη στιγμή εκτίθενται έργα των Λίντα Μπένγκλις, Ντίτερ Ροτ και Πολ Θεκ, αλλά και στην Tate Liverpool όπου επί του παρόντος γίνονται εργασίες ανακαίνισης. Oταν ανοίξει με το καλό θα συμπεριλάβει έργα της δωρεάς στη μόνιμη συλλογή της, ενώ έργα θα ταξιδέψουν και σε άλλες εκθέσεις μέσα από τους δανεισμούς της Tate σε άλλα μουσεία. Λεπτομέρειες για όλη τη δωρεά είναι διαθέσιμες και online στην ιστοσελίδα tate.org.uk.
Οι στοχασμοί ως contemplations
Παράλληλα με την παρουσίαση έργων της δωρεάς Δασκαλόπουλου, στις 10 Οκτωβρίου έγινε στην Tate Modern και η παρουσίαση του βιβλίου «Στοχασμοί του συλλέκτη – Η Ειρήνη Πάρη συνδιαλέγεται με τον Δημήτρη Δασκαλόπουλο» (εκδόσεις Cahiers d’ art) στην αγγλική εκδοχή του. Συντονιστής της συζήτησης ήταν ο Πίτερ Ασπντεν, arts writer στην εφημερίδα «Financial Times» και παρεμπιπτόντως και μισός Ελληνας.
Ηταν μια φιλική κουβέντα με τον συλλέκτη και τη σύζυγό του, η παρότρυνση της οποίας έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη δύσκολη απόφαση του Δασκαλόπουλου να αποχωριστεί τη συλλογή του αλλά και να συν-γράψει μαζί της αυτό το βιβλίο όπου αναλύεται όλο το σκεπτικό πίσω από τη διαμόρφωσή της, την ανάπτυξή της μέχρι και την τελική διάχυσή της σε τέσσερα μουσεία και ισάριθμες πόλεις. Πραγματοποιήθηκε παρουσία εκλεκτών καλεσμένων, αρχής γενομένης από τις διευθύντριες και τους διευθυντές που έγιναν αποδέκτες της δωρεάς (Μαρία Μπάλσο, Μαντλέν Γκρινστάιν, Ρίτσαρντ Αρμστρογνκ, Κατερίνα Γρέγου), αλλά και των σταθερών συνεργατών του, όπως η διευθύντρια της Συλλογής Ιωάννα Βρυζάκη, ο σύμβουλος της Συλλογής Δημήτρης Παλαιοκρασσάς και η διευθύντρια του ΝΕΟΝ Ελίνα Κουντούρη.