«Ουρανοκατέβατος στις Κάννες» ήταν ο τίτλος του άρθρου του «Βήματος» τον Ιούνιο του 2021, όταν στο τότε Φεστιβάλ Καννών συμμετείχε η ταινία «Brutalia, εργάσιμες μέρες» του Μανώλη Μαυρή στο πρόγραμμα της Εβδομάδας Κριτικής, όπου τελικά τιμήθηκε με το βραβείο Canal+ ξεκινώντας έτσι μια επιτυχημένη διεθνή πορεία. Δύο χρόνια αργότερα, μια νέα ταινία του Μαυρή, επίσης μικρού μήκους, το «Midnight Skin» (Δέρμα μεσονυχτίου) συμμετέχει και πάλι στην Εβδομάδα Κριτικής του φεστιβάλ. «Με θεματική αφετηρία το αίσθημα της αποξένωσης, το «Midnight Skin» πραγματεύεται τη διαδρομή ενός μοναχικού ανθρώπου προς την αυτογνωσία, που «εγκαταλείπει» σταδιακά την ανθρώπινη φύση και τελικά αποδέχεται μία «νέα μορφή ύπαρξης»» ανέφερε στο «Βήμα» ο Μαυρής για την ταινία, στην οποία παίζουν οι Ρομμάνα Λόμπατς (συμπαραγωγός της), Κατερίνα Ζησούδη, Αλέξανδρος Λογοθέτης, Δημήτρης Κίτσος, Λήδα Κουτσοδασκάλου, Γρηγόρης Μπαλλάς, Αγγελική Νοέα, Κωνσταντίνος Σάμαα, Χαρά Τζόκα και Κωνσταντίνος Πλεμμένος.
Κατ’ αρχάς τι αναμνήσεις έχετε από την πρώτη εμπειρία σας στο Φεστιβάλ των Καννών και τη συμμετοχή της ταινίας «Brutalia, εργάσιμες μέρες» στην Εβδομάδα Κριτικής;
«Η πρώτη εντύπωση είναι ότι πρόκειται για έναν χώρο ακραίων αντιθέσεων. Ενώ βραβεύονται πολιτικοποιημένες ταινίες που αναδεικνύουν τις ταξικές αντιθέσεις, όπως π.χ. η ταινία του Χιροκάζου Κόρε-Εντα «Κλέφτες καταστημάτων», ταυτόχρονα έξω από τις αίθουσες είναι αγκυροβολημενες θαλαμηγοί, κυκλοφορούν Φεράρι και σταρ κάνουν πασαρέλα. Η εξαιρετικά υψηλή αισθητική συνυπάρχει με το κιτς. Δεν θα ξεχάσω ότι είχα την τύχη να δω την ταινία «Memoria» του Απιτσατπόνγκ Βερασεθακούλ, παρουσία του ίδιου και της πρωταγωνίστριας Τίλντα Σουίντον στην αίθουσα Lumière. Τέλος, θυμάμαι τη στιγμή που ανακοίνωσαν ότι η «Brutalia» πήρε βραβείο. Πήγαινα να το παραλάβω και σκεφτόμουν πως θα σπάσουν τα γόνατά μου. Οταν ανέβηκα στη σκηνή δεν ήξερα προς ποια κατεύθυνση να ευχαριστήσω και κοίταζα τον τοίχο και το πάτωμα».
Πιστεύετε ότι αυτή η συμμετοχή βοήθησε στην εξέλιξή σας και με ποιον τρόπο; Είναι τυχαίο π.x. που το «Μidnight Skin» είναι ελληνογαλλική συμπαραγωγή;
«Για κάθε κινηματογραφιστή που συμμετέχει σε ένα τόσο μεγάλο φεστιβάλ η εμπειρία είναι σίγουρα καθοριστική, αλλάζοντας ριζικά τα δεδομένα στην αναγνώριση του έργου του. Υστερα από τη διάκριση της «Brutalia» με στήριξε το Γαλλικό Κέντρο Κινηματογράφου, όπως και η Γαλλική Κρατική Τηλεόραση, χρηματοδοτώντας την παραγωγή του «Μidnight Skin». Επιπλέον, το εφετινό Φεστιβάλ των Καννών επέλεξε το σενάριο της πρώτης μεγάλου μήκους ταινίας μου σε ειδικό πρόγραμμα στο οποίο διαγωνίζομαι μαζί με άλλους έξι νέους σκηνοθέτες».
Σε ποιο στάδιο βρίσκεται το σχέδιο της μεγάλου μήκους;
«Το «Liar Man», όπως τιτλοφορείται, βρίσκεται στο στάδιο ανάπτυξης σεναρίου το οποίο συνυπογράφω με την Κατερίνα Ζησούδη και έχει επιλεγεί στο ειδικό πρόγραμμα Next Step της Εβδομάδας Κριτικής των Καννών. H ταινία μιλάει για έναν παθολογικό ψεύτη που εργάζεται σε ένα τουριστικό θέρετρο ενός ιδιωτικού νησιού, στα τέλη της δεκαετίας του ’70. Τα γυρίσματα ευελπιστώ να γίνουν το 2026».
Υπήρξαν συγκεκριμένες προσλαμβάνουσες για τη γέννηση της ιδέας του σεναρίου του «Midnight Skin»; Θα μπορούσαμε π.χ. να υποθέσουμε ότι αυτή η ταινία, στον προβληματισμό της, έχει δεχθεί επίδραση από την περίοδο του εγκλεισμού και της πανδημίας;
«Παραδόξως όχι. Η ιδέα προέκυψε πριν την πανδημία, έτσι το γεγονός ότι σχετίζεται με τον εγκλεισμό είναι τυχαίο. Βασίζεται στην αφήγηση ενός εφιαλτικού ονείρου της μητέρας μου. Στον εφιάλτη έβλεπε ότι κάποια από τα μέλη του σώματός της είχαν μεταμορφωθεί σε κλαδιά δέντρου. Στο μεταίχμιο του συνειδητού και του ασυνειδήτου, πριν συνέλθει από τον ύπνο και ανακτήσει απόλυτα την σκέψη της, αδυνατούσε να θυμηθεί πώς λειτουργεί το ανθρώπινο σώμα. Στηριγμένος στο παραπάνω αφήγημα, συνέθεσα μία ιστορία στην οποία ο εφιάλτης της ηρωίδας ξεπερνά τα όρια του φαντασιακού και εισχωρεί στην πραγματικότητά της».
Ο ευκάλυπτος είναι ένα φυτό κατά κάποιον τρόπο ταυτισμένο με την υγεία, όμως εδώ μοιάζει με πηγή μόλυνσης. Εσκεμμένα υποθέτω, αλλά γιατί το συγκεκριμένο δέντρο;
«Κατά τη γνώμη μου αυτό που συμβαίνει στην ηρωίδα, αν και τρομακτικό, την οδηγεί σταδιακά σε μία μεταμόρφωση που την απελευθερώνει. Ενώ στην αρχή μοιάζει με αυτοάνοσο νόσημα, το οποίο εκδηλώνεται ως σύμπτωμα της μοναξιάς της, η μεταμόρφωση στο τέλος λειτουργεί ευεργετικά. Το δέντρο στο οποίο μεταμορφώνεται η ηρωίδα είναι ο ευκάλυπτος. Ο λόγος που επέλεξα το συγκεκριμένο είναι ότι η υφή του θυμίζει ανθρώπινο δέρμα, οι καμπύλες που δημιουργεί παραπέμπουν σε γυναικείο σώμα. Κατ’ αναλογία με το επάγγελμα της Φανής, έτσι και ο ευκάλυπτος έχει ευεργετική επίδραση στην ανθρώπινη υγεία, καθώς τα έλαια των φύλων και του κορμού του χρησιμοποιούνται στη φαρμακευτική. Εχει μεγάλη αντοχή στις διάφορες ασθένειες και μπορεί να ζήσει μέχρι και τέσσερις αιώνες».
Το «Midnight Skin» θυμίζει ένα παράξενο κράμα εφιάλτη και πραγματικότητας, σε ορισμένα σημεία ομολογουμένως φοβιστικό. Σας ενδιέφερε να «φλερτάρετε» και με το είδος του θρίλερ;
«Το ψυχαναλυτικό θρίλερ είναι κάτι που ανέκαθεν με ενδιέφερε. Το εφιαλτικό, το καφκικό, το αίσθημα του εγκλεισμού – όχι όμως αυτό αμιγώς. Στο σινεμά που φιλοδοξώ να κατασκευάσω με αφορά το cross genre (το πέρασμα από ένα κινηματογραφικό είδος στο άλλο). Για παράδειγμα, στο «Midnight Skin» ενώ η ιστορία ξεκινά σαν θρίλερ, στη μέση της ταινίας ο αφηγηματικός τόνος ανατρέπεται. Ο ρυθμός γίνεται αργός και καθώς η ηρωίδα περιπλανιέται στην πόλη της Αθήνας. Το είδος της ταινίας γίνεται πιο λυρικό και ποιητικό, με φιλοσοφικές προεκτάσεις υπαρξιακού περιεχομένου. Αντίστοιχα το «Brutalia» ήταν ένα κράμα με στοιχεία θρίλερ, μαύρης κωμωδίας και σε ορισμένα σημεία μιούζικαλ. Αυτό θεωρώ ότι είναι ένα είδος κινηματογραφικής ταυτότητας το οποίο έχει συνέπεια με την προσωπικότητά μου και τις συνεχείς διακυμάνσεις της διάθεσής μου».
Τέλος, πώς ορίζετε την έννοια της φράσης «κινηματογραφιστής στην Ελλάδα του 2023»;
«Το να επιλέξεις να κάνεις σινεμά στην Ελλάδα ισοδυναμεί με τιμωρία. Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των ΕΚΚ και ΕΚΟΜΕ, τα ποσά που διατίθενται στο σινεμά με βάση τον κρατικό προϋπολογισμό είναι τα μικρότερα στην Ευρώπη. Είναι συγκινητικό πως το σινεμά που κάνουμε γίνεται σε επίπεδο φιλίας και έχουμε δυνατούς κινηματογραφιστές, το έργο των οποίων εκτιμώ απεριόριστα – όπως της Κοτζαμάνη, του Σανίδη, της Πετράκη και άλλων πολλών. Είναι όμως παράλληλα θλιβερό να βλέπεις τόσο κόσμο να μην μπορεί να ολοκληρώσει τις ταινίες του. Κανείς δεν μπορεί να βιοποριστεί κάνοντας σινεμά στην Ελλάδα, αλλά το πιο απογοητευτικό είναι ότι πλέον αυτό μου φαίνεται φυσιολογικό. Δυστυχώς, το να απευθυνθεί κανείς στο εξωτερικό και να κάνει ταινίες εκτός της χώρας είναι μονόδρομος. Προσωπικά, χωρίς τη στήριξη των συνεργατών μου δεν θα μπορούσα να καταφέρω όσα έχω κάνει. Και συγκεκριμένα χωρίς τη βοήθεια της παραγωγού Ανναμπελ Αρώνη δεν θα είχα ολοκληρώσει καμία από τις δύο τελευταίες ταινίες μου. Αυτό είναι κάτι που δεν θα ξεχάσω».
Φεστιβάλ Καννών 2023 (Από 16 έως 27 Μαΐου)