Εχει οργώσει ολόκληρη σχεδόν την Ελλάδα τους τελευταίους μήνες ο Θέμης Καραμουρατίδης στο πλαίσιο της τουρνέ της Νατάσσας Μποφίλιου με την παράσταση «Κάτι Καίγεται» (την οποία ο δημοφιλής συνθέτης έχει επιμεληθεί σε συνεργασία με τον πιο σταθερό καλλιτεχνικό συνοδοιπόρο του, τον στιχουργό Γεράσιμο Ευαγγελάτο). Στο πρόγραμμα περιλαμβάνονται φυσικά τα τραγούδια από τον νέο, ομότιτλο με το θέαμα δίσκο της επιτυχημένης τριάδας, ο οποίος κυκλοφόρησε στα τέλη του περασμένου Μαΐου από την Cobalt Music.
«Μπορώ να πω με σιγουριά ότι είναι η πιο ζεστή περιοδεία από άποψη ανταπόκρισης του κόσμου. Είναι συνδεδεμένοι οι άνθρωποι με τα νέα τραγούδια, με τον καινούργιο δίσκο. Σαν να πατήθηκε ένα κουμπί και να ήξεραν τα κομμάτια. Από αυτή την άποψη είναι μία πολύ ευτυχισμένη στιγμή, μία χαρμόσυνη και αισιόδοξη περίοδος για εμάς. Προσωπικά και μουσικά είμαι καλυμμένος με την έννοια ότι το «Κάτι Καίγεται» είναι πιο κοντά από κάθε άλλη φορά σε αυτό που ήθελα να παρουσιάσουμε. Παράλληλα προφανώς και πρόκειται για ένα δύσκολο, απαιτητικό διάστημα με αρκετή κούραση» δηλώνει σε μια σπάνια ανάπαυλα από τις συνεχείς μετακινήσεις και τις λοιπές επαγγελματικές υποχρεώσεις.
«Τίμιο και συνεπές»
Αναρωτιέμαι αν, όσο περνάνε τα χρόνια, μειώνεται καθόλου η αγωνία της παρουσίασης μια νέας δουλειάς. Φτάνει ένας δημιουργός στο σημείο να έχει μια εσωτερική σιγουριά για κάποια πράγματα ώστε το στρες της ανταπόκρισης των άλλων να μην είναι τελικά τόσο μεγάλο;
«Καμιά φορά, ειδικά στην αρχή, εκπλησσόμουν από το τι άρεσε στον κόσμο και τι όχι. Τώρα είμαστε πιο έμπειροι και έτοιμοι.»
«Κατ’ αρχάς, ο γνώμονας πάντα ήταν για μένα αυτό που παραδίδεται να είναι απόλυτα τίμιο και συνεπές απέναντι στο αρχικό μας όραμα και να αισθάνομαι χαρούμενος και ικανοποιημένος από το έργο μου. Ετσι αποφεύγεις το ενδεχόμενο να έχεις διαλέξει έναν λάθος δρόμο προκειμένου να ικανοποιήσεις τους άλλους και στο τέλος να μην τους έπιασες κιόλας. Οπότε ξεκινάμε με το δεδομένο ότι κάθε δουλειά μας μου αρέσει και νιώθω πως είναι ό,τι καλύτερο θα μπορούσαμε να έχουμε κάνει. Καμιά φορά, ειδικά στην αρχή, εκπλησσόμουν από το τι άρεσε στον κόσμο και τι όχι. Τώρα είμαστε πιο έμπειροι και έτοιμοι.
Αυτό που έχει αλλάξει μέσα στα χρόνια είναι το αίσθημα ευθύνης. Εχει προηγηθεί μια πορεία και φοβάσαι μήπως αναιρεθεί. Δηλαδή θέλεις να διατηρήσεις την εμπιστοσύνη που έχεις χτίσει με το ακροατήριο. Δεν θέλεις να την προδώσεις. Πώς συμβαίνει με κάτι ωραία μαγαζιά που πηγαίνεις επί 20 χρόνια και ξαφνικά λες πως χάλασαν, ότι δεν είναι πια τα ίδια; Δεν θέλω να αισθανθώ ότι το δικό μου το μαγαζάκι έχει ξαφνικά γίνει κάτι άλλο, ότι σερβίρει κάτι πρόχειρο. Αυτή η προδοσία είναι κάτι που με απασχολεί και φυσικά έχει να κάνει και με τη δική σου ιδιοσυγκρασία και με τον τρόπο που εσύ ξέρεις τι πας να δώσεις και γιατί το δίνεις».
Λυκαβηττός και live
Στις 17 Σεπτεμβρίου το «Κάτι Καίγεται» θα παρουσιαστεί στο Δημοτικό Θέατρο Λυκαβηττού, ένα συναυλιακό τοπόσημο που όταν οι Μποφίλιου – Καραμουρατίδης – Ευαγγελάτος απέκτησαν ευρύ κοινό είχε κλείσει και έτσι δεν είχαν την ευκαιρία να κάνουν κάποια εμφάνιση εκεί. Εχει μια γλύκα παραπάνω το ότι θα τους φιλοξενήσει τώρα η συγκεκριμένη σκηνή; Θυμάται ο ίδιος κάποια σημαντική συναυλία που παρακολούθησε στον Λυκαβηττό;
«Νομίζω ότι όλοι οι χώροι με ιστορία πάντα έχουν μια γλύκα παραπάνω και δεν έχει να κάνει με μια λατρεία των θεσμών ή με την αίσθηση ότι – ας πούμε – παίρνεις νομιμοποίηση αν παίξεις σε αυτούς αλλά με την αύρα τους που πάντα έχει άλλη αξία. Και προφανώς υπάρχει και μια κυτταρική συγκίνηση όταν έχεις δει αγαπημένους σου τραγουδιστές σε μεγάλες στιγμές σε αυτό το θέατρο. Θυμάμαι έντονα δύο live που έγιναν εκεί. Της Ζαζ που δεν θα το ξεχάσω επειδή μου άνοιξε μια προοπτική για το πώς μπορεί ένας καλλιτέχνης να παραμένει φοβερά πολυσχιδής σε μία παράσταση, είχε παρουσιάσει τότε μια εντυπωσιακή γκάμα ετερόκλητων πραγμάτων. Μετά από λίγο καιρό, είδα τον Ρούφους Γουέινραϊτ που ήταν το ακριβώς ανάποδο, έδωσε μια τελείως conceptual συναυλία. Αυτοί οι δύο καλλιτέχνες με βοήθησαν να διαβάσω αλλιώς τι σημαίνει live».
Από τη νεότερη γενιά της ελληνικής μουσικής σκηνής ποιοι καλλιτέχνες του αρέσουν; «Οι Σκιαδαρέσες μου αρέσουν, η Μαρίνα Σπανού, ο Πάνος Βλάχος, το Παιδί Τραύμα, η Nalyssa Green… Ολοι αυτοί έχουν κάτι το γοητευτικό και εναλλακτικό. Μου αρέσει που είναι απελευθερωμένοι. Μου αρέσει που μπορεί να μιλάνε για τα ασήμαντα και τα σημαντικά με την ίδια αμεσότητα και την ίδια αθωότητα. Οι Σκιαδαρέσες ας πούμε μου φαίνονται πάρα πολύ έξυπνες και πάρα πολύ αστείες και πάρα πολύ πνευματώδεις. Και μουσικά αυτό που δημιουργούν έχει μια μελωδικότητα που επίσης την αγαπάω και μου λείπει από πολλά σύγχρονα ακούσματα».
Μια γεμάτη σεζόν
Η σεζόν που αρχίζει προμηνύεται πολύ γεμάτη για εκείνον διότι στις 3 Οκτωβρίου κάνει πρεμιέρα στο Θέατρο Ηβη το μιούζικαλ «Μπα – Μπαμπά» που ο Καραμουρατίδης έγραψε με τη Φωτεινή Αθερίδου και το σκηνοθετεί ο Γιάννης Κακλέας.
«Με πήρε τηλέφωνο η Φωτεινή, μου πρότεινε να κάνουμε κάτι μαζί και είπα αμέσως ναι και γιατί την εκτιμώ και μου άρεσε πολύ το έργο της αλλά και επειδή έχω αγαπήσει πάρα πολύ την «Απλή Μετάβαση». Θεωρώ ότι θα δημιουργούσα στον εαυτό μου έναν εγκλωβισμό στο παρελθόν αν δεν αναλάμβανα δράση αμέσως σε κάποιο άλλο μιούζικαλ. Η Αθερίδου έχει έναν πολύ προσωπικό, συγκινητικό λόγο. Είναι άμεση και καθαρή. Το έργο είναι γεμάτο βρισιές, τα τραγούδια έχουν χιούμορ και αθυροστομία. Και φυσικά θα κυκλοφορήσουν μετά ηχογραφημένα διότι εμένα που προέρχομαι από τη μουσική με ενδιαφέρει η καταγραφή. Δεν μπορώ αυτόν τον αποχωρισμό που έχει το θέατρο, την εφήμερη φύση του. Εχω εντυπωσιαστεί πάντως από τον τρόπο με τον οποίο δουλεύει ο Κακλέας, πρόκειται για αδιανόητο μυαλό. Γενικά υπάρχει ένα υπέροχο κλίμα».
Επίσης, τον προσεχή Νοέμβριο Καραμουρατίδης και Ευαγγελάτος θα συνεργαστούν με τον σκηνοθέτη Τάσο Πυργιέρη στο ανέβασμα του έργου «Φαύστα» του Μποστ στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.