Μια δεκαετία έχει περάσει από την πρώτη σκηνοθεσία της Μαρίας Μαγκανάρη. Ηταν το 2012 η παράσταση «Μεσοπόλεμος». Η ελληνική λογοτεχνία μιας δραματικής περιόδου συνδιαλέχθηκε με την πολύπλευρη κρίση του παρόντος μας. Οι φιλολογικές σπουδές της ιδίας στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων αποτέλεσαν το υπόστρωμα για εκείνο «το βήμα παραπέρα», που, εν τω μεταξύ, είχε ασφαλώς προετοιμαστεί στη Δραματική Σχολή Βεάκη και αρκούντως δοκιμαστεί στη θεατρική ομάδα «Κανιγκούντα» ήδη από το 2005.
«Δεν ήταν έκπληξη το πέρασμά μου στη σκηνοθεσία. Πιστεύω ότι η συγκεκριμένη ματιά προϋπήρχε. Προτού ακόμη ασχοληθώ με το θέατρο, πολύ πιο πριν, υπήρχε μέσα μου η τάση για τη συστηματική ανάγνωση των κειμένων και την κατά μόνας μελέτη τους. Σε μεγάλο βαθμό η σκηνοθεσία είναι και αυτό. Τώρα σκέφτομαι ότι δεν είναι καθόλου τυχαίο που και στο θέατρο ξεκίνησα και συνέχισα εμπνεόμενη από την πεζογραφία (Χένρι Τζέιμς, Αλφρεντ Ντέμπλιν), επειδή ήταν αρχικά η λογοτεχνία εκείνη που μου αποκάλυψε με ποιους τρόπους η τέχνη, λοξά και ανατρεπτικά και δημιουργικά, ακτινογραφεί αυτό που λέμε πραγματικότητα. Γεννήθηκα και μεγάλωσα στους κόλπους μιας τρίτεκνης οικογένειας στη Νέα Φιλαδέλφεια. Ο περίγυρος δεν μου έδινε καλλιτεχνικά ερεθίσματα αλλά σεβόταν τη μόρφωση, τη γνώση, τα βιβλία. Κάτι όμως δεν μου ήταν αρκετό, στην πορεία κάτι μου έλειπε. Και αυτό που, εν τέλει, με ώθησε πλήρως προς το θέατρο (και όχι μια ακαδημαϊκή διαδρομή) ήταν το σώμα και η παρουσία του, μια ανάγκη δηλαδή να βιώνεται κάτι σωματικά, η οποία με ορίζει μέχρι σήμερα. Το θέατρο είναι ακριβώς αυτός ο μαγικός χώρος που συγκεντρώνει συγχρόνως το πνεύμα μας, το σώμα μας, τις ανθρώπινες ανάγκες μας, ο χώρος που μας κάνει να αισθανόμαστε ζωντανοί» είπε στο «Βήμα» η σκηνοθέτις που, προσώρας, δεν αρνείται εντελώς και την ιδιότητα της ηθοποιού.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.