Ηταν η περίοδος του εγκλεισμού και της καραντίνας. Ο Γεράσιμος Ευαγγελάτος περπατούσε, περιπλανιόταν σε μια άδεια Αθήνα, ώσπου κάποια στιγμή έφτασε στο Γκάζι. Εκείνη η συμβολική εικόνα της αστικής απερήμωσης (μιας πολύφερνης περιοχής κατά το πρόσφατο παρελθόν, η οποία όμως δεν μετεξελίχθηκε στη «νέα Τραϊμπέκα» εν τέλει) πυροδότησε μέσα του «έναν ολόκληρο μηχανισμό» που, όπως εξηγούσε ο ίδιος στο «Βήμα» τις προάλλες, θα κατέληγε στο καινούργιο του θεατρικό έργο με τίτλο Blue Train. Κεντρικός ήρωας, εν προκειμένω, είναι ο Μιχάλης.
Τον συναντούμε στο loft διαμέρισμά του λίγες ημέρες πριν από τα τεσσαρακοστά πέμπτα γενέθλιά του. Η φάση του, σωστά εικάζετε, δεν είναι καθόλου εύκολη. Η μητέρα του, η κολλητή του, ο πρώην σύντροφός του και ένας κατά πολύ νεότερος, επίδοξος σεξουαλικός παρτενέρ παρελαύνουν διαδοχικά από το σπίτι του και, με ποικίλους τρόπους, με διάφορες αξιώσεις, τον ωθούν σε μια διαδικασία που προσλαμβάνει την υφή ενός ιδιότυπου αμυντικού απολογισμού, μιας σιβυλλικής προάσπισης της ατομικότητάς του.
«Θέλησα να γράψω ένα έργο για τη μοναξιά με άξονα τη δική μου γενιά, λίγο πριν, λίγο μετά. Είναι ένα κείμενο για την εσωτερική απομόνωση, για το τι σημαίνει να αισθάνεσαι μόνος ακόμα κι όταν έχεις γύρω σου ανθρώπους διαθέσιμους να συνυπάρξουν μαζί σου, να σε στηρίξουν, να σε αγαπήσουν. Πρόκειται, ας πούμε, για μια σπουδή πάνω στη μοναξιά ως προσωπική επιλογή. Νομίζω ότι αυτός είναι και ο βασικός πυρήνας του έργου» είπε στην εφημερίδα ο Ευαγγελάτος, αρκούντως συγκροτημένος μα και αυτοσαρκαστικός. «Εννοείται ότι το διατρέχει η πίκρα το κείμενο, εγώ το έγραψα…» συνέχισε, πλην όμως το Blue Τrain διαθέτει ευτυχώς και το σωτήριο αντίβαρο του χιούμορ. Ο πρωταγωνιστής φαίνεται να δυσφορεί με τη «μικροαστίλα», ένα πλέγμα κοινωνικών και πολιτισμικών συμβάσεων το οποίο δεν αποτινάσσεται, μάλλον μεταμορφώνεται διαπερνώντας τις γενιές.
«Ο ήρωας έχει τέσσερις φορές την ευκαιρία να πει ότι δεν είναι καλά, ότι χρειάζεται βοήθεια, αλλά δεν τα καταφέρνει επειδή ακριβώς δεν μιλάει. Μυστήριο τείχος ο εγωισμός.»
«Είναι κρίσιμη για εμένα η διαγενεακή διάσταση σε αυτή την ιστορία. Εκπροσωπούνται οι περισσότερες γενιές στο διαπροσωπικό επίπεδο, οικογενειακό, φιλικό, ερωτικό. Ο Μιχάλης αρνείται να αποδεχτεί με την προβλεπόμενη συγκατάβαση μια πραγματικότητα προκαθορισμένη από τους άλλους. Θα μπορούσε ίσως κανείς να πει ότι αρνείται να μεγαλώσει ή ότι, κατά κάποιον τρόπο, παραιτείται κιόλας. Σε κάθε περίπτωση, προτιμά να κινείται στον απόηχο ενός πάρτι που ξέρει ότι (και κοινωνικά) έχει τελειώσει. Ο ίδιος, ωστόσο, ποτέ δεν ανοίγει πλήρως τα χαρτιά του. Κάθε χαρακτήρας που έρχεται αρχίζει να προβάλλει πάνω σε αυτόν νευρώσεις, ανασφάλειες, την οπτική του για τη ζωή. Διότι έτσι είναι, κάθε άνθρωπος κουβαλά τα δικά του απωθημένα, τις δικές του επιθυμίες, τη δική του ατζέντα…» τόνισε ο Ευαγγελάτος.
Το θέμα πάντως, του επισημάναμε, παραμένει ο Μιχάλης. Πώς βιώνει τη συγκεκριμένη συνθήκη; «Ο ήρωας έχει τέσσερις φορές την ευκαιρία να πει ότι δεν είναι καλά, ότι χρειάζεται βοήθεια, αλλά δεν τα καταφέρνει επειδή ακριβώς δεν μιλάει. Μυστήριο τείχος ο εγωισμός. Καλείται να το ξεπεράσει αυτό, όπως όλοι μας δηλαδή… Από την άλλη μεριά, ο Μιχάλης αδυνατεί να διαχειριστεί την οικειότητα (στην παράσταση μάλιστα τείνει να αποφεύγει κάθε άγγιγμα). Οταν η προοπτική της οικειότητας γίνεται απτή, ο άνθρωπος αυτός δεν αποδίδει, επειδή απλώς δεν είναι μαθημένος σε αυτή, μπλοκάρει και μπαίνει στο δικό του περίκλειστο σύμπαν όπου, μάλλον, βρίσκει κάποιον τρόπο να είναι καλά ή πείθει τον εαυτό του ότι είναι καλά. Πάντως, βλέπω ευρύτερα την κατάσταση του Μιχάλη σαν μια αλληγορία για τις ανθρώπινες σχέσεις στη σύγχρονη, ψηφιακή εποχή» ανέφερε ο δημοφιλής στιχουργός, του οποίου η σύνδεση με το θέατρο είναι πυρηνική.
H δομή του Blue Train είναι απλή και λειτουργική. «Εχουμε ανάγκη να παρακολουθούμε τέτοια έργα, να ανοίγουμε τη συζήτηση με ψυχραιμία, ούτε με υστερίες ούτε με καρικατούρες ούτε με μεγάλα και δακρύβρεχτα δράματα. Το «Blue Train» δεν μιλάει για το ανεπούλωτο τραύμα της ύπαρξης, μιλάει για μια καθημερινότητα. Το σημαντικό ζήτημα είναι η ορατότητα αυτής της καθημερινότητας. Και εμένα με ενδιαφέρει όλο αυτό να περνά στο κοινό με έναν mainstream τρόπο, όχι πειραματικό.
Το θέατρο είναι ταύτιση, ψυχαγωγία, προβληματισμός. Δεν με απασχολεί η φόρμα για τη φόρμα, ούτε η βαριά κουλτούρα για τη βαριά κουλτούρα. Απαλλάχτηκα εγκαίρως από παρόμοιες αγωνίες. Αυτό που με νοιάζει – και αυτό μου το αποκάλυψε σταδιακά το τραγούδι – είναι η συγκίνηση. Η συγκίνηση είναι κάτι το αυταπόδεικτο. Οτιδήποτε συγκινεί αυθεντικά τους ανθρώπους σήμερα, οτιδήποτε ανασύρει από μέσα τους κάτι βαθύ και οργανικό, είναι κάτι που αξίζει να το σεβόμαστε. Και είναι ευλογημένοι οι άνθρωποι που μπορούν να τη βιώνουν ακόμα τη συγκίνηση, με τον οποιονδήποτε τρόπο, με την οποιαδήποτε αφορμή. Με νοιάζει, λοιπόν, να αναζητώ ό,τι μπορεί να συγκινεί ακόμα τους ανθρώπους σε καιρούς, όπως λένε, συναισθηματικά νεκρούς» υπογράμμισε ο Γεράσιμος Ευαγγελάτος.
Αλλο ποιητής, άλλο στιχουργός
Στον θεατρικό χώρο δραστηριοποιείται «πιο συστηματικά» από το 2013, αναλαμβάνοντας μια σειρά από ετερόκλητους ρόλους (μιούζικαλ, διασκευές, αποδόσεις, μεταφράσεις, δραματουργίες, κείμενα).
«Η σχέση μου με το θέατρο είναι πολύ παλιά, καρμική θα έλεγα. Ακόμα και τα πρώτα μου αναγνώσματα ήταν θεατρικά έργα. Στην πραγματικότητα, για να το πω ξεκάθαρα, ξεκίνησα να γράφω στίχους με απώτατο στόχο κάποια στιγμή να περάσω στο θέατρο. Ανέκαθεν ένιωθα ότι σε αυτό έβρισκα όλες τις εσώτερες αναταράξεις ή και τις απαντήσεις ενίοτε που είχα ανάγκη. Αντιμετωπίζω κάθε τραγούδι σαν έναν θεατρικό μονόλογο. Ωστόσο, ξέρω μετά από είκοσι χρόνια που καταγίνομαι με τις λέξεις – οι λέξεις είναι είτε επικίνδυνες είτε ευεργετικές – ότι τα εσώψυχά μας από μόνα τους είναι βαρετά. Δεν μετράει το δράμα σου, η δική σου συγκίνηση, αυτό που μετράει είναι αν κατορθώνεις με αυτό που κάνεις να αγγίζεις τη συγκίνηση των άλλων. Ο καλλιτέχνης δεν είναι μόνο ένας υπερευαίσθητος άνθρωπος, είναι κι ένας τεχνίτης που βασανίζεται από τη μορφή μέχρι τελικής πτώσεως».
Τέλος, «δεν είμαι και ποιητής, είμαι στιχουργός πολύ συνειδητά και είμαι κάθετος σε αυτό, γνωρίζω ότι πολλοί διαφωνούν μαζί μου και τα αντεπιχειρήματά τους είναι ωραία, όμως η προσωπική μου άποψη είναι ότι ο στίχος είναι μια δουλειά που εξυπηρετεί προθέσεις και σκοπούς διακριτούς από εκείνους της ποίησης. Μπορώ να γράψω ποίηση, και αν κάποτε τη δημοσιεύσω, δεν θα μοιάζει και πολύ με τους στίχους των τραγουδιών».
Αγοράστε εισιτήρια για όλες τις κορυφαίες εκδηλώσεις στο inTickets.gr
INFO «Blue Train» του Γεράσιμου Ευαγγελάτου, σε σκηνοθεσία Γιώργου Σουλεϊμάν, στο θέατρο Αλμα (κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21.00, έως τις 26/11). Ερμηνεύουν οι ηθοποιοί: Σπύρος Χατζηαγγελάκης, Λουκία Πιστιόλα, Γιώργος Μπένος, Αναστασία Στυλιανίδη, Γιάννης Τσουμαράκης.