Είχα την τύχη να τον δω από κοντά μία και μοναδική φορά στη ζωή μου, στη συνέντευξη Τύπου που είχε δώσει στις Κάννες, όταν το 2000 το φεστιβάλ τον είχε τιμήσει, προβάλλοντας εκτός συναγωνισμού το ντοκιμαντέρ «A Conversation with Gregory Peck» της Μπάρμπαρα Κοπλ. Γερασμένος τότε, αλλά υποβλητικός και τόσο πολύ ευχάριστος, σχεδόν ντροπαλός· αυτή την ντροπαλότητα που έβλεπες να μεταφέρει και σε αρκετούς ρόλους του, όπως του αμερικανού δημοσιογράφου που φλερτάρει μια σνομπ πριγκίπισσα, την Οντρεϊ Χέπμπορν (βραβείο Οσκαρ Α’ ρόλου), στις «Διακοπές στη Ρώμη» (Roman Holiday, 1953) του Γουίλιαμ Γουάιλερ που αυτή την εποχή προβάλλεται σε επανέκδοση στα θερινά.
Μαζί με γενναιοδωρία, γενναιότητα, ήθος, ειλικρινές ενδιαφέρον για τα όσα συνέβαιναν γύρω του, με τις κεραίες τεντωμένες, ένας καλλιτέχνης δημοκρατικός και ανοιχτός στις προκλήσεις, που δεν φοβόταν να πει τη γνώμη του: ήταν ένας από τους ελάχιστους διάσημους αμερικανούς καλλιτέχνες που όταν ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος τελείωσε είχαν δηλώσει ότι οι ΗΠΑ θα έπρεπε να διατηρήσουν καλές σχέσεις με την κομμουνιστική Σοβιετική Ενωση και την Κίνα. Ο ίδιος δεν πολέμησε στον Β’ ΠΠ εξαιτίας ενός τραύματος στη σπονδυλική στήλη (προκλήθηκε κατά τη διάρκεια μαθήματος φυσικής αγωγής) το οποίο τον είχε αναγκάσει να φορά στήριγμα στην πλάτη του για έξι χρόνια. «Μπορώ να καβαλήσω άλογα» θα χαριτολογούσε για την κατάστασή του «αλλά δεν μπορώ να σηκώσω μια βαλίτσα».
Αντίο Ιατρική, το σινεμά περιμένει
Ηθοποιός από το 1944, ο Ελντερντ Γκρέγκορι Πεκ, ο οποίος γεννήθηκε στη Λα Τζόλα της Καλιφόρνιας στις 5 Απριλίου 1916 και πέθανε στις 12 Ιουνίου 2003, έκανε το ντεμπούτο του στην ταινία «Σπάστε τα δεσμά» (Days of Glory) έχοντας εγκαταλείψει τις ιατρικές σπουδές του στο Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ και περάσει πρώτα, για ένα διάστημα, από το θεατρικό σανίδι (στο οποίο θα επέστρεφε ακόμα και εν μέσω της απότομης αναγνώρισής του ως κινηματογραφικού ηθοποιού και αστέρα).
Ηταν παιδί χωρισμένων γονέων και μεγάλωσε δίπλα στη γιαγιά του, χάρη στην οποία αγάπησε τον κινηματογράφο. Τα αγαλματένια χαρακτηριστικά του προσώπου του και η θηριώδης κορμοστασιά του (ψηλός στα 1,90 μ. περίπου) τον βοήθησαν με τη δεύτερη κιόλας ταινία του, «Τα κλειδιά του Παραδείσου» (The Keys of Kingdom, 1944), όπου υποδύθηκε έναν ιερέα, όχι απλώς να γίνει σταρ αλλά να διεκδικήσει για πρώτη φορά το Οσκαρ Α’ ρόλου. Λέγεται μάλιστα ότι ο Πεκ υπήρξε προσωπική επιλογή του παραγωγού Ντάριλ Ζάνουκ για τον ρόλο του Δαβίδ στο «Δαβίδ και Βηθσαβεέ (David and Bathsheba, 1951) επειδή ο Ζάνουκ είδε στο πρόσωπο του ηθοποιού «μια βιβλική μορφή».
Ρόλος ζωής
Σθεναρός υπερασπιστής των όσων πίστευε ο Γκρέγκορι Πεκ ήταν γνήσιος αντίπαλος του ρατσισμού και του αντισημιτισμού και υποστήριζε ταινίες που αντιμετώπιζαν κατά μέτωπο αυτά τα ζητήματα. Ανάμεσα στα δεκάδες παραδείγματα του 87χρονου βίου του Πεκ, ήταν η ρήξη του με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Λίντον Μπ. Τζόνσον, με τον οποίο ο Πεκ ήταν στενός φίλος. Παρά τις αμέτρητες ώρες που είχαν περάσει μαζί τόσο στον Λευκό Οίκο όσο και στο Ράντσο Τζόνσον, προς το τέλος της προεδρίας του Τζόνσον, στην εκπνοή της δεκαετίας του 1960, οι σχέσεις μεταξύ των δύο ανδρών εντάθηκαν και ο λόγος ήταν η σθεναρή αντίθεση του Πεκ για την εμπλοκή των Ηνωμένων Πολιτειών στον πόλεμο του Βιετνάμ.
Πριν από 59 ακριβώς χρόνια είχε κερδίσει το Οσκαρ Α’ ανδρικού ρόλου για την ταινία «Σκιές και σιωπή» (To Kill a Mockingbird, 1962) που, όπως είχε πει, ήταν η αγαπημένη του από τις ταινίες στις οποίες είχε παίξει ο ίδιος. Αυτή η ήρεμη, γυρισμένη με αγάπη και φροντίδα κινηματογραφική μεταφορά του εμβληματικού ημιαυτοβιογραφικού μυθιστορήματος της Χάρπερ Λι «Είναι αμαρτία να σκοτώνεις αηδόνι» αναφέρεται στη δύσκολη είσοδο στην εφηβεία που βιώνουν δύο αδέλφια, έξι και δέκα χρόνων, στον ρατσιστικό αμερικανικό Νότο της δεκαετίας του 1930. Προστάτης και δάσκαλός τους είναι ένας προοδευτικός δικηγόρος της περιοχής, ο Ατικους Φιντς, ο χήρος πατέρας τους, που μόνος σηκώνει ανάστημα εναντίον αυτού του απεχθούς «καθεστώτος» και προσπαθεί να μεγαλώσει τα μικρά του μακριά από τη στείρα, μονόχνοτη νοοτροπία των παροπλισμένων σε παρωχημένες ιδέες συμπολιτών του. Και αυτός είναι ο ρόλος για τον οποίο αξίζει κανείς να θυμάται τον Γκρέγκορι Πεκ, διότι σε αυτόν τον ήρωα βρίσκεται ο ίδιος ο Πεκ.
Η Ρόδος γράφει κινηματογραφική ιστορία
Είναι τραγικά ειρωνικό που τα «Κανόνια του Ναβαρόνε» γυρίστηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 1960 σε ειδυλλιακά σημεία της Ρόδου, ενός νησιού που τον τελευταίο καιρό βρίσκεται σε κατάσταση αμέσου ανάγκης λόγω των πυρκαγιών. Στην ταινία, που στηρίζεται στο ομότιτλο μπεστ σέλερ του Αλιστερ Μακ Λιν, ο Πεκ, ο Αντονι Κουίν, ο Ντέιβιντ Νίβεν, ο Στάνλεϊ Μπέικερ, ο Τζέιμς Ντάρεν και ο Αντονι Κουέιλ υποδύονται τα μέλη μιας ομάδας κομάντο των Συμμάχων η οποία κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου αναλαμβάνει μια αποστολή αυτοκτονίας εναντίον των Γερμανών στο Αιγαίο (το φιλμ έχει και ελληνική διανομή, με ονόματα όπως της Ειρήνης Παπά, του Γιώργου Φούντα και της Κλειώς Σκουλούδη, ενώ χρησιμοποιήθηκαν επίσης ντόπιοι σε ρόλους κομπάρσων).
Η σχέση αυτής της θρυλικής πολεμικής ταινίας του Τζ. Λι Τόμπσον με την Ελλάδα είναι τεράστια, αφού όλα τα εξωτερικά γυρίσματά της πραγματοποιήθηκαν στη Ρόδο προσελκύοντας τα φώτα της δημοσιότητας από όλον τον κόσμο (εσωτερικά τμήματα της ταινίας γυρίστηκαν επίσης στα στούντιο Σέπερτον του Λονδίνου και στο Χόλιγουντ). Η παραλία ανάμεσα στο Φαληράκι και στο Λαδικό φέρει το όνομα του Αντονι Κουίν (την είχε δωρίσει ο τότε δήμαρχος της Ρόδου στον ηθοποιό, ο οποίος αργότερα αντιμετώπισε προβλήματα με την ελληνική κυβέρνηση για τη διεκδίκησή της). Από την πλευρά του, ο Πεκ είχε λάβει την υπόθεση «Ναβαρόνε» πολύ προσωπικά και ήθελε, όπως είχε εξάλλου δηλώσει εδώ στην Ελλάδα, να συμμετάσχει σε αυτή τη διαφημιστική καμπάνια για τη χώρα μας. Και αυτό έκανε.
Η ταινία «Διακοπές στη Ρώμη» προβάλλεται στα θερινά από τις 27/7 από τη Summer Classics.