Ο Σαρτρ υποδέχεται ενθουσιωδώς το 1944 την εμφάνιση ενός «φαινομενολόγου-ποιητή», αναφερόμενος κυρίως στη Φωνή των πραγμάτων (1942). Με μέντορα τον Ζαν Πολάν, ο Φρανσίς Πονζ (1889-1988) γίνεται γρήγορα αποδεκτός στους έγκυρους λογοτεχνικούς κύκλους και, επί σχεδόν 60 χρόνια ακάματης ενασχόλησης με τη γλώσσα σε όλες τις εκφάνσεις της, αιφνιδιάζει με τα Προοίματα (Proêmes, 1948), τον Σηκουάνα (1950), Το σαπούνι (1967), τις Μεθόδους, τις Λύρες (1961) και πλήθος άλλων κειμένων, συγκεντρωμένα πλέον σε δύο τόμους των περίφημων εκδόσεων Pléiade, ύψιστη αναγνώριση του συγγραφικού του κύρους και σημάδι ότι εντάσσεται στον κανόνα της γαλλικής λογοτεχνίας. Το έργο του προσεγγίζεται από θεωρητικούς και κριτικούς κύκλους – πλην της εναρκτήριας «φαινομενολογικής» ανάγνωσης του Σαρτρ, ο Ριφατέρ, ο Ζενέτ, ο Ντεριντά (αναφέρουμε τους διασημότερους) έχουν ασχοληθεί με τα κείμενά του, που συνειδητά λειτούργησαν αντιποιητικά υπονομεύοντας την κατεστημένη ποίηση.
Εχοντας φλερτάρει με τους υπερρεαλιστές και περάσει από το Κομμουνιστικό Κόμμα, ο Πονζ διαμορφώνει μια ποιητική που με την ερμητική της πύκνωση θυμίζει το ύφος της παραβολής. Συνεπαρμένος από την υλική καθαρότητα των μορφών, περιγράφει αντικείμενα απλά, καθημερινά, κατά κανόνα αγνοημένα από την ποιητική παράδοση, παραχωρώντας την πρωτοβουλία της έκφρασης στα πράγματα τα ίδια. Ο λυρισμός παρακάμπτεται, προέχει η ρήξη με την κολλώδη ιδεολογία, τις απροσδιόριστες ονειροπολήσεις, αλλά και τις ευκολίες μιας άκριτης εικονοκλασίας.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος