Ο Γιον Φόσε είχε μόλις επιστρέψει στο παλιό του σπίτι, στο Φρέκχαουγκ, βόρεια του Μπέργκεν. «Είναι ένα σπίτι δίπλα στη θάλασσα. Αυτή τη στιγμή κάθομαι στο γραφείο μου και αγναντεύω το τοπίο απ’ το παράθυρό μου πέρα ως πέρα, καθώς ο ουρανός αλλάζει διαρκώς χρώματα από πάνω μου. Βρίσκομαι στη Δυτική Νορβηγία, στην ακτογραμμή με τα μεγαλύτερα φιόρδ της χώρας. Μεγάλωσα κοντά στο φιόρδ του Χάρντανγκερ και έζησα εκεί ως τα δεκαεννιά μου, προτού φύγω για να σπουδάσω φιλοσοφία και συγκριτική φιλολογία. Νιώθω απόλυτα συνδεδεμένος με αυτό το μέρος και τη γλώσσα του, τα νίνορσκ, τα νεονορβηγικά στα οποία γράφω κι εγώ. Με έχουν εμποτίσει με έναν εσωτερικό, θα έλεγα, τρόπο. Η γραφή μου πηγάζει μέσα από αυτά, το τοπίο και τη γλώσσα, αλλά και από εκείνη την κρυφή γωνιά εντός μου, την οποία ανακάλυψα πολύ νέος, μόλις στα δώδεκά μου, όταν άρχισα να σκαρώνω στίχους ή ιστορίες. Τα τελευταία χρόνια ωστόσο διαμένω κυρίως αλλού, σε διαμερίσματα στο κέντρο του Οσλο ή στα προάστια της Βιέννης, στην Αυστρία. Ερχομαι όμως εδώ όσο πιο συχνά μπορώ. Διατηρώ μάλιστα μια παραδοσιακή καλύβα και μια μικρή βάρκα ακόμα πιο βόρεια, στο φιόρδ του Σόγκνε, που καταλήγει στον ωκεανό» είπε στο «Βήμα» ο 62χρονος νορβηγός συγγραφέας, ένας από τους πλέον πολυσχιδείς λογοτέχνες της Ευρώπης, ποιητής, πεζογράφος, δοκιμιογράφος και, ασφαλώς, κορυφαίος δραματουργός με παγκόσμια εμβέλεια. Τα δεκάδες θεατρικά του έργα, για τα οποία είναι κυρίως γνωστός, είναι δημοφιλή και παρουσιάζονται συστηματικά στις σκηνές όλου του κόσμου, από το Λονδίνο μέχρι το Τόκιο. Ο πολυβραβευμένος Γιον Φόσε θεωρείται σήμερα ένας από τους σταθερούς διεκδικητές του Νομπέλ Λογοτεχνίας.
«Προτιμώ την ήσυχη και αποτραβηγμένη καθημερινότητα, προστατεύω την ιδιωτικότητά μου. Αν εξαιρέσω τις μετακινήσεις, η πανδημία δεν με ταλαιπώρησε ιδιαίτερα. Αλλωστε έτσι ζω συνήθως, σαν να είμαι σε καραντίνα. Μου άρεσε πάντως που όλα γύρω μας κυλούσαν πιο αργά. Ομως υπήρχε και ο φοβερός πόνος των ασθενών. Και, ασφαλώς, ο θάνατος. Πώς να το προσπεράσει κανείς αυτό; Ο Λαρς Νορέν, φίλος και συνάδελφος, με τον οποίο ήμουν και καλλιτεχνικά συγγενής, πέθανε από τον νέο κορωνοϊό τον Ιανουάριο του 2021. Το πρόσωπό του θα είναι πάντοτε για μένα η κεντρική εικόνα αυτής της δυσοίωνης κατάστασης» ανέφερε ο ίδιος, ενθυμούμενος τον σημαντικότατο σουηδό δραματουργό. Εν τω μεταξύ, στην Αθήνα, ως τις 12 Οκτωβρίου συνεχίζονται οι παραστάσεις στον Θόλο του ΚΠΙΣΝ (Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος), όπου ο Γιάννης Χουβαρδάς σκηνοθετεί το Κάποιος θα ‘ρθει, το τρίτο έργο του Φόσε με το οποίο καταπιάνεται, μετά τις Παραλλαγές θανάτου (Θέατρο Πορεία, 2013) και το Τόσο όμορφα (Θέατρο Αμόρε, 2004).
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.