«Ενας κόσμος τελείωσε στο λιμάνι της Σμύρνης» έγραφε το 1933 ο Γιώργος Θεοτοκάς συνοψίζοντας με επιγραμματικό τρόπο την αίσθηση του μεγέθους της ρήξης που αντιπροσώπευε η Μικρασιατική Καταστροφή. Πέρα από τη διακριτή για τους σύγχρονους κανονικότητα, ριζικά διαφορετική από την προηγούμενη, που σηματοδοτούν η ήττα, η απώλεια συνυφασμένων με τον ελληνισμό τόπων και η τραγική εμπειρία της προσφυγιάς, το 1922, όπως και το 1821, συνιστά μια καθαρή ιστοριογραφική τομή και η γειτνίαση των επετείων, με δεδομένο το ενδιαφέρον του κοινού, παρέχει στην επιστημονική κοινότητα ένα σπάνιο κίνητρο ερευνητικής εστίασης. Ο αναστοχασμός της εκατονταετηρίδας της Μικρασιατικής Καταστροφής, εμφανής στην πύκνωση των τίτλων που έχουν ανακοινωθεί ή βρίσκονται ήδη στις προθήκες των βιβλιοπωλείων, προϊδεάζει για έναν εκτεταμένο αριθμό εκδόσεων. «Στιγμή» της οποίας η επεξεργασία δεν γνώρισε τις εντάσεις και τις υφέσεις της μελέτης της Ελληνικής Επανάστασης, καθώς οι πολιτικές και κοινωνικές της συνέπειες αναγνωρίστηκαν εξαρχής ως κομβικές για την εξέλιξη του ελληνικού 20ού αιώνα, η συγκυρία του 1922 είναι σκόπιμο να ιδωθεί σήμερα από τρεις κύριες όψεις: της εγγραφής της στη «μεσαία διάρκεια» της εικοσαετίας που προηγήθηκε, της συγχρονίας του ελληνοτουρκικού πολέμου και της γενοκτονίας των ελληνικών πληθυσμών και της θέασης των παραπάνω στο φως νέων πηγών.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.