Η τέχνη της ξάπλας –Εγχειρίδιο για τον οριζόντιο τρόπο ζωής
Μετάφραση Ευαγγελία Τόμπορη
Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 2018
σελ. 224, τιμή 18 ευρώ (Κυκλοφορεί στις 7 Δεκεμβρίου)
Πριν από μερικά χρόνια, η εφημερίδα «The Wall Street Journal» δημοσίευε ένα άρθρο με τίτλο «Η ελίτ των άγρυπνων ανθρώπων». Τέσσερις ώρες ύπνου ήταν αρκετές για τη Μάργκαρετ Θάτσερ και για τον δισεκατομμυριούχο επιχειρηματία και νυν αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ. Ο Ναπολέων κοιμόταν έξι ώρες και ο Γουίνστον Τσόρτσιλ πέντε και πολλοί από τους ισχυρούς επιχειρηματίες της Σίλικον Βάλεϊ δεν κοιμούνται περισσότερο από έξι ώρες. Στο άρθρο εκείνο γινόταν μάλιστα λόγος για ορισμένες έρευνες προκειμένου να ανακαλυφθεί το γονίδιο του μειωμένου ύπνου – για να αναπαραχθεί με τα εργαλεία της γενετικής μηχανικής προκειμένου να κοιμόμαστε στο μέλλον λιγότερο για να είμαστε όλο και πιο δραστήριοι και παραγωγικοί; Ποιος ξέρει. Πάντως, θα συμφωνήσουμε με τον γερμανό συγγραφέα Μπερντ Μπρούνερ ότι «στην κοινωνία μας η ξάπλα θεωρείται έκφραση τεμπελιάς, ένδειξη απάθειας απέναντι σ’ έναν κόσμο που αλλάζει αλματωδώς» και ότι «σύμφωνα με την κυρίαρχη λογική, όταν είσαι ξαπλωμένος δεν μπορείς να συμβαδίσεις με τις εξελίξεις, χαραμίζεις τις δυνάμεις σου και σπαταλάς άσκοπα τον σύντομο χρόνο της ζωής σου». Η ξάπλα θεωρείται επίσης ένδειξη ασθένειας, αδυναμίας ή κατάθλιψης και μπορεί να είναι για κάποιους ανθρώπους «καταφύγιο όταν το σώμα και οι καταστάσεις της ζωής έχουν βαρύνει πάρα πολύ για να τα αντέξουν. Ξαπλώνουν και μηδενίζουν το κοντέρ». Ωστόσο, όπως επισημαίνει ο Μπρούνερ στο βιβλίο του H τέχνη της ξάπλας. Εγχειρίδιο για τον οριζόντιο τρόπο ζωής (μετάφραση Ευαγγελία Τόμπορη, εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 2018), αυτό δεν ισχύει για όλες τις κοινωνίες κι επιπλέον μην ξεχνάμε ότι το να οριζοντιωνόμαστε είναι φυσική ανθρώπινη ανάγκη. Προς επίρρωσιν θυμίζει ότι οι αδελφοί Γκονκούρ είχαν γράψει πως γεννιόμαστε, κάνουμε έρωτα και πεθαίνουμε ξαπλωμένοι, με άλλα λόγια, οι μεγάλες πράξεις της ζωής λαμβάνουν χώρα σε οριζόντια θέση. Οι αρχαίοι φιλοσοφούσαν ξαπλωμένοι σε ανάκλιντρα, μια πρακτική που έχει επανέλθει στη μόδα με σύγχρονα φουτόν ανάκλιντρα σε ζωηρά χρώματα να εμφανίζονται όλο και συχνότερα σε χώρους όπου προωθείται η δημιουργική σκέψη, ακόμα και στη δική μας Εθνική Βιβλιοθήκη.
Υπεράσπιση της ξάπλας
Στην υπεράσπιση της ξάπλας εκτός από τους Γκονκούρ ο Μπρούνερ επιστρατεύει πολλούς επιφανείς του πνεύματος. Ο άγγλος κοινωνικός κριτικός Γκίλμπερτ Κιθ Τσέστερτον φανταζόταν τον Μιχαήλ Αγγελο ξαπλωμένο στο κρεβάτι να οραματίζεται την αναπαράσταση του θείου δράματος στην οροφή της Καπέλα Σιξτίνα. Ο Μαρσέλ Προυστ ολοκλήρωσε το Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο στο κρεβάτι, εκεί έγραφε ο Χάινριχ Χάινε στα τελευταία χρόνια της ζωής του, εκεί έγραψε και ο Β. Γκ. Ζέμπαλντ τους Δακτυλίους του Κρόνου. Κι αν αυτοί οι τρεις συγγραφείς καθηλώθηκαν αναγκαστικά στο κρεβάτι από την ασθένεια, ο Μαρκ Τουέιν έγραφε εκεί από επιλογή, όπως και ο ρομαντικός ποιητής Γουίλιαμ Γουόρντσγουορθ. Ο Τρούμαν Καπότε δήλωνε ότι ήταν «ένας εντελώς οριζόντιος συγγραφέας», ενώ ο Ρολάν Μπαρτ ξάπλωνε μόλις ένιωθε να του έρχεται κάποια ενδιαφέρουσα ιδέα.
Ο Μπρούνερ, γεννημένος στο Βερολίνο, με οικονομικές και πολιτισμικές σπουδές στη Γερμανία και στην Αμερική και θητεία στην έντυπη και στην τηλεοπτική δημοσιογραφία, έχει εκδώσει μια Μικρή ιστορία για τις αρκούδες και μια Μικρή ιστορία για το Φεγγάρι, έχει γράψει για τα αδέσποτα σκυλιά της Κωνσταντινούπολης – όπου ζει μεγάλα διαστήματα -, έχει κυκλοφορήσει ένα βιβλίο για την επινόηση του χριστουγεννιάτικου δέντρου και, πιο πρόσφατα, ένα άλλο για τη μανία πολλών ανθρώπων με τα πουλιά. Ανήκει σε μια κατηγορία συγγραφέων που είναι ιστορικοί του πολιτισμού, πρακτικοί φιλόσοφοι και αφηγητές μαζί, με σύγχρονο γκουρού αυτής της τάσης τον Αλέν ντε Μποτόν (Πώς ο Προυστ μπορεί να αλλάξει τη ζωή σου, Η τέχνη του ταξιδιού κ.ά.), οι οποίοι, όπως οι ευρυμαθείς λόγιοι συνεργάτες των περιοδικών του 19ου αιώνα, δίνουν κείμενα που συνδυάζουν το τερπνόν μετά του ωφελίμου. Ο ίδιος τοποθετεί το έργο του «στο σταυροδρόμι λογοτεχνίας, επιστήμης και ιστορίας», και έτσι είναι.
Τερπνές και ωφέλιμες αφηγήσεις
Σε αυτό το βιβλίο διατρέχει γοργά και με χιούμορ την ιστορία της ανθρωπότητας συνδυάζοντας εγκυκλοπαιδικές γνώσεις και ανεκδοτολογικά περιστατικά σε 31 σύντομες αφηγήσεις. Καταπιάνεται με τη φυσιολογία και την ψυχολογία της ξάπλας, ασχολείται με τη σχέση του αλκοόλ και των ναρκωτικών ουσιών με αυτήν, αναλύει την απόλαυση του να τρως στο κρεβάτι. Σχολιάζει τις στάσεις του ύπνου και τις προσωπικότητες που αποκαλύπτουν. Αν κοιμάστε στη στάση του εμβρύου, είστε άνθρωπος επιφυλακτικός αλλά με τρυφερή καρδιά, ενώ αν κοιμάστε μπρούμυτα, νευρικός και ευέξαπτος. Διαβάζουμε για την ιστορία του στρώματος και για το αρχαιότερο κρεβάτι ηλικίας 77.000 χρόνων που ανακαλύφθηκε στη Νότια Αφρική το 2011, για τα κρεβάτια των Βυζαντινών, για τα τούρκικα ντιβάνια αλλά και για το ντιβάνι του Φρόιντ, για τις παράξενες εφευρέσεις που κατά καιρούς επινοούσαν οι άνθρωποι για να κάνουν τον ύπνο πιο εύκολο ή πιο απολαυστικό, για τις κοινωνικές διαστάσεις της ξάπλας στο ταξίδι και τον ομαδικό ύπνο των φτωχών σε κοινό κρεβάτι στα πανδοχεία του Μεσαίωνα, για τον 46 μέτρων ξαπλωτό Βούδα στην Μπανγκόκ και την ξάπλα στην τέχνη και για τις λέξεις που προσδιορίζουν με ποικίλες αποχρώσεις την οριζοντίωση σε διάφορες γλώσσες.
H πληροφορία είναι πολλή αλλά αφηγηματικά δεμένη και δοσμένη με ρυθμό τέτοιον που κάνει το ανάγνωσμα ευχάριστο για διάβασμα σε ύπτια θέση. Επιπλέον προτέρημα, η εικονογράφησή του. Οπως στις εκδόσεις του 19ου αιώνα χαράκτες απεικόνιζαν τα θαυμαστά και αξιοπερίεργα του κόσμου, έτσι και το βιβλίο του Μπρούνερ διανθίζεται από σκίτσα και φωτογραφίες, δίνοντας μια εικόνα για τις δημοφιλείς κλινοθεραπείες για τις οποίες διαβάζουμε σε κεντροευρωπαϊκά μυθιστορήματα του Μεσοπολέμου ή για τα φουτουριστικά μηχανοποιημένα έπιπλα του 19ου αιώνα. Ως οδηγός πρακτικής ζωής για υποψιασμένους αναγνώστες, το βιβλίο αναδεικνύει την αλληλεπίδραση κουλτούρας και ζωής για να επιστρέψει στην εμπειρία της καθημερινότητας και να υπενθυμίσει ότι, σε έναν κόσμο όπου διαρκώς «τρέχουμε» πολυδιασπασμένοι, στερημένοι ύπνου και αγχωμένοι, η ξάπλα είναι πλέον μια τέχνη που πρέπει να μάθουμε εκ νέου. Μαζί βέβαια με τις συναφείς τέχνες της απραξίας, του έρωτα και της μακαριότητας.