Εκείνη την περίοδο, ο Εντουάρ Λουί βρισκόταν στην Ελλάδα. Είχε μόλις ολοκληρώσει το βιβλίο του Αγώνες και μεταμορφώσεις μιας γυναίκας (2021), το αφήγημα για «την πρώτη απόδραση» της μητέρας του, από τη «φυλακή» της σχέσης με τον πατέρα του, δηλαδή για τον οριστικό χωρισμό τους ύστερα από 20 χρόνια.

«Ημουν τότε και πάλι εδώ, στην Αθήνα. Εστειλα το χειρόγραφο στον γάλλο εκδότη μου και την επόμενη νύχτα, νομίζω ότι το θυμάμαι καλά, η μητέρα μου με πήρε τηλέφωνο. Εκλαιγε στο ακουστικό. Μου εξηγούσε κλονισμένη ότι ο άντρας με τον οποίο έμενε (προσέξτε, δεν ζούσε αλλά έμενε) στο Παρίσι μεθοκοπούσε ανεξέλεγκτα κι αυτός, την ταπείνωνε και την έβριζε χυδαία. Η φωνή του άλλου έφτανε σε μένα, σαν εφιάλτης. Της είπα ότι έπρεπε να σηκωθεί και να φύγει από κει μέσα την ίδια κιόλας στιγμή». Ετσι αρχίζει και το βιβλίο Η Μονίκ δραπετεύει (Monique s’ évade, 2024) που μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά, με τούτη τη φορτισμένη σκηνή, σφίξιμο στο στομάχι.

Η ουσία της βίας

Στο επίκεντρο του συγκεκριμένου αφηγήματος, για το οποίο ο Λουί γράφει στην τελευταία σελίδα πως «τίποτα στη λογοτεχνία δεν μου είχε δώσει ποτέ τόση χαρά», είναι ακριβώς η «δεύτερη απόδραση» της μητέρας του από μια σχέση αναλόγως κακοποιητική και επώδυνη που διήρκεσε μια επταετία. «Η υπόθεση αυτή με έκανε να καταλάβω ότι, εξ ορισμού, η ουσία της βίας είναι η επανάληψη. Οχι μόνο το γεγονός ότι συμβαίνει ξανά και ξανά αλλά και η απτή προοπτική ότι μπορεί να ξανασυμβεί. Η βία είναι ένα είδος επανάληψης που αναιρεί τα όρια ανάμεσα σε αυτό που γίνεται και σε αυτό που δεν γίνεται, η βία είναι ένα απειλητικό φάσμα, υπαρκτό και συνάμα απόν. Ακόμα και σε περίπτωση που δεν δεχθείς μια φορά επίθεση στον δρόμο επειδή απλώς είσαι γυναίκα ή ομοφυλόφιλος, ξέρεις, ξέρεις πολύ καλά ότι μπορεί η επίθεση να προκύψει κάποια άλλη στιγμή.

«Η ουσία της βίας είναι η επανάληψη. Οχι μόνο το γεγονός ότι συμβαίνει ξανά και ξανά αλλά και η απτή προοπτική ότι μπορεί να ξανασυμβεί»

Σκέφτηκα πως, αν δεν κατέγραφα και την ιστορία της «δεύτερης απόδρασης» της μητέρας μου, ίσως επισκίαζα τρόπον τινά την ίδια την πραγματικότητα της βίας. Επανερχόμενος στην επανάληψη, αισθάνομαι ότι πλησίασα πιο πολύ στην αλήθεια της βίας, τι είναι και πώς λειτουργεί. Ξέρετε, καμία γυναίκα δεν αποδεσμεύεται άπαξ από την ανδρική, πατριαρχική κυριαρχία. Αυτή η βία, συνήθως, επανεμφανίζεται» είπε στο «Βήμα» ο 32χρονος γάλλος συγγραφέας, εξαιρετικά δημοφιλής και στη χώρα μας.

«Δεν διδάσκω τίποτα και σε κανέναν, δείχνω απλώς στους ανθρώπους αυτό που ήδη γνωρίζουν αλλά που για κάποιους λόγους αρνούνται να το δουν κατάματα και να αναμετρηθούν μαζί του» τονίζει ο Εντουάρ Λουί. @Σίσσυ Μόρφη

Τον συναντήσαμε τις προάλλες σε ένα καφέ στο κέντρο της πρωτεύουσας (στο περιθώριο μιας επίσημης επαγγελματικής επίσκεψης που συμπεριέλαβε και τη Θεσσαλονίκη). Ο Εντουάρ Λουί κατέφτασε κρατώντας μια ανθολογία ποιημάτων του Κ.Π. Καβάφη, μεταφρασμένη στα γαλλικά. «Σήμερα το πρωί, ωστόσο, διάβαζα Γιάννη Ρίτσο» ανέφερε χαμογελαστός στην εφημερίδα.

Ο ίδιος, απαντά με το βιβλίο αυτό και στο γιατί δεν καταφέρνουν να φύγουν πολλές γυναίκες από καταπιεστικές ή επίπονες καταστάσεις και, επιπλέον, φανερώνει πώς ακριβώς είναι δυνατόν να φύγουν. «Ασφαλώς, υπάρχουν ποικίλοι λόγοι για τους οποίους μια γυναίκα δεν φεύγει από μια κακοποιητική σχέση. Μπορεί απλώς να φοβάται ότι αν φύγει, ο άλλος θα την καταδιώξει και θα τη σκοτώσει. Συμβαίνει στη Γαλλία, στην Ελλάδα, παντού γυναικοκτονίες στον κόσμο. Μπορεί να έχει διαμορφωθεί μια συνθήκη ψυχολογικής εξάρτησης, αποτέλεσμα της συσσωρευμένης υποτίμησης ή της συντετριμμένης αντοχής ενός ανθρώπου. Πολλά θα μπορούσαμε να πούμε.

Πάντως, η μητέρα μου το έκανε όντως επειδή οργανώσαμε ένα δίκτυο υποστήριξης και καταστήσαμε τη διαφυγή της εφικτή, όπως την αποτυπώνω στο βιβλίο. Ομως, νωρίτερα, ήθελε να δραπετεύσει και από τον πατέρα μου. Τον σιχαινόταν. Αλλά πώς; Δεν είχε πού να πάει και δεν είχε τα μέσα, τα λεφτά. Αδυνατούσε, από μια καθαρά πρακτική άποψη.

Ενόσω προβληματιζόμουν για όλα αυτά, διάβασα το «Ενα δικό της δωμάτιο» (1929) της Βιρτζίνια Γουλφ και διαπίστωσα ότι πρόκειται για ένα κείμενο πολύ πιο ριζοσπαστικό και φεμινιστικό απ’ όσο μου το περιέγραφαν. Η αγγλίδα συγγραφέας, ασχολούμενη με τις γυναίκες δημιουργούς, αναφέρεται στις δύο βασικές προϋποθέσεις της ελευθερίας: τα χρήματα (την εξασφάλιση της διαβίωσης) και την ησυχία (την ηρεμία, να μην ενοχλούνται οι γυναίκες από άνδρες, παιδιά, οικογενειακές υποχρεώσεις).

Εξακολουθούν να είναι τόσο αληθινά όσα έγραψε η Γουλφ και, εν προκειμένω, ακολούθησα το δικό της πνεύμα, σχεδόν μαρξιστικό, για την ελευθερία. Για μένα προσλαμβάνει γενική ισχύ, καθώς η ελευθερία δεν είναι η αφηρημένη ιδέα των αστών, έχει και μια κατεξοχήν υλική διάσταση, η ελευθερία έχει ένα τίμημα. Η μητέρα μου, λοιπόν, μόνο έτσι κατάφερε να διεκδικήσει τη δική της» τόνισε ο Λουί.

Η «διαφυγή» και η «ευθύνη»

Ο Λουί μίλησε και για τις δύο παράλληλες στοχεύσεις των βιβλίων του: «Συνειδητοποίησα εσχάτως ότι στη διάρκεια της παιδικής μου ηλικίας όλοι ανεξαιρέτως ήθελαν να δραπετεύσουν από την άθλια ζωή τους. Νόμιζα ότι μόνο εγώ, ως ένα γκέι καταπιεσμένο αγόρι, ήθελα να ξεφύγω. Νόμιζα ότι μόνο εγώ ήθελα να κινηθώ, ότι οι άλλοι (ο πατέρας, η μητέρα μου, τα αδέρφια μου, διάφοροι συντοπίτες μου) έστεκαν επίτηδες, εκ πεποιθήσεως αν προτιμάτε, ακίνητοι.

Ομως οι κοινωνίες δεν χωρίζονται σε όσους θέλουν και σε όσους δεν θέλουν να ξεφύγουν από μια αβίωτη ζωή, αυτό είναι εξόχως επίπλαστο. Οι κοινωνίες χωρίζονται σε όσους έχουν τις προοπτικές, τις δυνατότητες και τις τεχνικές της απόδρασης προς μια καλύτερη ζωή και σε όσους δεν τις έχουν.

Βιβλίο με βιβλίο, έχω χτίσει αφενός μια ανθρωπολογία της διαφυγής (τη θεωρώ πυρηνική για την ανθρώπινη ταυτότητα) και αφετέρου επιχειρώ να συνθέσω μια εναλλακτική ταξική ανάλυση για την έννοια της ευθύνης. Πιστεύω ότι οι κυρίαρχες τάξεις ευθύνονται αποκλειστικά για όλα όσα συντελούνται, για τη διάλυση του δημόσιου τομέα και της κοινωνικής πρόνοιας, για την οικονομική αφαίμαξη των εργαζομένων και την απελπισία τους. Ευθύνεται ο κάθε Μακρόν. Και επειδή οι κυρίαρχοι έχουν τη γνώση, γνωρίζουν άψογα τι κάνουν, η ευθύνη τους είναι ακόμα μεγαλύτερη. Ευελπιστώ ότι με τα βιβλία μου έχω συμβάλει τουλάχιστον στο να αισθάνονται κάποια ντροπή όποτε σηκώνουν το δάχτυλο.

Εντουάρ Λουί Η Μονίκ δραπετεύει. Μετάφραση Στέλα Ζουμπουλάκη. Εκδόσεις Αντίποδες, 2024, σελ. 144, τιμή 13,30 ευρώ

Παράλληλα, δεν σταματώ να διερευνώ τις ροές της βίας, πώς τα ανθρώπινα σώματα μετατρέπονται σε αγωγούς μιας βίας που δεν τους ανήκει, μιας βίας που τα διαπερνά και τα αναγκάζει να τη μετακυλίουν. Η βία δεν πηγάζει ποτέ από έναν άνθρωπο, αλλά από μία κατάσταση. Η ζωή της μητέρας μου αποδείχθηκε ένα μικρό κοινωνιολογικό εργαστήριο. Με το που εγκατέλειψε τον πατέρα μου έγινε διαφορετική, πιο ανοιχτή, ευγενική, γλυκιά, γενναιόδωρη, τρυφερή. Εχω πια μάθει και το πιστεύω πως, αν πάρεις ένα σώμα και το τοποθετήσεις μέσα σε άλλες συνθήκες, όχι περιοριστικές και δυσοίωνες, οι άνθρωποι αλλάζουν, ενίοτε αρκετά, εντυπωσιακά» εκτίμησε.

«Η λογοτεχνία δεν αρκεί»

Για τον Εντουάρ Λουί «η λογοτεχνία δεν αρκεί» στο πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο, εξ ου και δραστηριοποιείται, αρθρογραφεί σε μέσα ενημέρωσης, διαδηλώνει στους δρόμους. «Διαπιστώνω ότι ξεδιπλώνεται μπροστά στα μάτια μας ένα νέο, πολυφωνικό και διεθνές κίνημα στην αυτοβιογραφία που μπολιάζει τη σύγχρονη λογοτεχνία με τις λεπτομέρειες του ατομικού, με μια μυχιότητα των μικρών κατηγοριών, διά μέσου της οποίας μπορούμε να εισχωρήσουμε ακόμη πιο βαθιά στην ταξική βία και να την απεικονίσουμε εναργέστερα» υπογράμμισε, θεωρώντας και τον εαυτό του κομμάτι αυτής της λογοτεχνικής τάσης. Τον ρωτήσαμε αν έχει συνειδητά κάποιο «συγγραφικό πρόγραμμα» και, από την άλλη μεριά, αν σκοπεύει να γράψει ποτέ μια μυθοπλασία, ας πούμε, μια ερωτική ιστορία.

«Θέλω να ξεβολεύω τους ανθρώπους. Αυτό πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να κάνει η λογοτεχνία. Να είναι συγκρουσιακή.»

«Ανέκαθεν με γοήτευε η ιδέα να φτιάξω ένα σώμα κειμένων που, επικοινωνώντας μεταξύ τους, να χαρτογραφούν την κοινωνία. Στη Γαλλία υπήρχε σπουδαία παράδοση, ο Ζολά, ο Μπαλζάκ, ακόμα και ο Προυστ. Ομως δεν θέλω να εγκαταλείψω την αυτοβιογραφία. Ο λόγος είναι ότι η αυτοβιογραφία είναι πιο πολιτική και γίνεται πιο ενοχλητική, ξεβολεύει με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και το αγαπώ αυτό. Ναι, θέλω να ξεβολεύω τους ανθρώπους. Αυτό πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να κάνει η λογοτεχνία. Να είναι συγκρουσιακή. Δεν διδάσκω τίποτα και σε κανέναν, δείχνω απλώς στους ανθρώπους αυτό που ήδη γνωρίζουν αλλά που για κάποιους λόγους αρνούνται να το δουν κατάματα και να αναμετρηθούν μαζί του. Ολοι ξέρουν ότι ζούμε μέσα σε ένα ταξικό, άνισο, άδικο, ανδροκρατούμενο και ρατσιστικό σύστημα. Πάντως, για να σας απαντήσω, σκοπεύω να γράψω για σεξουαλικές ή ερωτικές σχέσεις, όμως θα το κάνω και πάλι με τον δικό μου τρόπο».

«Ο αδερφός μου απέτυχε να αποδράσει»

Πριν από μερικές εβδομάδες ο Εντουάρ Λουί δημοσίευσε στη Γαλλία το πιο πρόσφατο αφήγημά του με τίτλο L’Effondrement (Η κατάρρευση), κάτι που αναδύθηκε φυσικά στην κουβέντα μας. «Αυτό ξεκίνησα να το γράφω πριν από τη “Μονίκ” και το συνέχιζα όσο ο μεγαλύτερος αδερφός μου ήταν ακόμα ζωντανός. Πέθανε σε ηλικία 38 ετών, σχετικά πρόσφατα. Επινε τόσο πολύ, έχασε τα δόντια του, τα μαλλιά του, το δέρμα του κιτρίνισε, το συκώτι και άλλα όργανα έπαψαν να λειτουργούν. Το αλκοόλ τον αφάνισε. Ηταν ένας άνθρωπος σε απόγνωση, από τη φτώχεια, την ανέχεια, τον κοινωνικό αποκλεισμό, την έλλειψη ευκαιριών στη ζωή του. Δεν είναι νορμάλ αυτό, να πεθαίνεις λίγο πριν σαρανταρίσεις.

Προσπάθησα να αντιληφθώ, γράφοντας, τι ακριβώς του συνέβη. Συνειδητοποίησα ότι αυτά τα δύο αφηγήματα αλληλοσυνδέονται, είναι σαν δίδυμα. Η δεύτερη ιστορία της μητέρας μου είναι μια επιτυχημένη απόδραση. Ο αδερφός μου, από την άλλη μεριά, απέτυχε να αποδράσει. Εκείνος προσπαθούσε κυριολεκτικώς να δραπετεύσει από την ίδια του τη ζωή, μια ζωή που δεν τον ικανοποιούσε, μέσα από το υπερβολικό ποτό. Και παράλληλα γινόταν βίαιος, προς τους άλλους και προς τον εαυτό του εν τέλει, επειδή δεν μπορούσε να ελέγξει τη ζωή του. Κάποιοι άνθρωποι δεν έχουν τίποτα, έχουν μόνο τη βία. Ο μόνος τρόπος να αυτενεργήσουν, να κάνουν κάτι, είναι η βία. Ο αδερφός μου καταστράφηκε, όσο κι αν φαντάζει τραγικά παράδοξο αυτό, από τη βία μέσω της οποίας πάσχιζε, γραπωμένος, να παραμείνει ζωντανός».