Τα θέματα που απασχολούν πρωτίστως την πεζογραφία του Ανδρέα Μήτσου είναι η μοναξιά, ο έρωτας, η καλλιτεχνική δημιουργία, αλλά, κάποτε, και το κοινωνικό ή το ατομικό Κακό. Το ερωτικό πάθος πάντως είναι εκείνο που θα κυριαρχήσει στα βιβλία του – ένα πάθος που θα απαιτήσει τις μεγαλύτερες θυσίες και θα επιζητήσει τις πιο αποτρόπαιες πράξεις. Οσο για τα θύματα του έρωτα, πιασμένα στο δόκανο των τυφλών τους παρορμήσεων, μπορεί να κατρακυλήσουν από τη μια στιγμή στην άλλη στην άβυσσο χωρίς να τους δοθεί η παραμικρή χείρα βοηθείας. Και αν ο έρωτας βιάζεται να εμφανιστεί με τόσο ανάλγητες μορφές, τούτο ενδεχομένως συμβαίνει επειδή δεν πρόκειται μόνο για έρωτα. Πίσω από την ερωτική μανία των ηρώων του Μήτσου αργοσαλεύει ένα μόνιμο υπαρξιακό άγχος, ένας απύθμενος φόβος ενώπιον του κενού το οποίο απειλεί την καθημερινότητά τους, επιτρέποντας από ένα σημείο και μετά στο σάλτο μορτάλε να αποδειχθεί τόσο εύκολο όσο κι ένα παιδικό παιχνίδι.
Σε παρόμοια γραμμή κινείται και η Αστυνόμος, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ερωτικό θρίλερ. Στην ιστορία εμπλέκονται τρία κατά βάσιν πρόσωπα: ο Πέτρος, δημοσιογράφος και συγγραφέας, η Λένα, που είναι κόρη του και αστυνομικός, ζητώντας συχνά τη συνδρομή του για τις επαγγελματικές της έρευνες, και η Νίκη, μια γυναίκα λαϊκής καταγωγής, ικανή να συνεγείρει τους πάντες και πρωτίστως τους οικογενειακά αποκατεστημένους και τους καλλιεργημένους, που πιάνονται στο δίχτυ της σαγήνης της ακριβώς εξαιτίας της κοινωνικής της προέλευσης. Από την καλά στημένη και προετοιμασμένη, όπως θα αποδειχθεί στο τέλος, παγίδα της Νίκης δεν θα ξεφύγει ούτε ο Πέτρος, επιβεβαιώνοντας την εικόνα με την οποία εμφανίζεται ο έρωτας στα πεζά του Μήτσου. Πολλώ δε μάλλον που ο Πέτρος μοιάζει διπλά παγιδευμένος: από τη μια πλευρά η Νίκη, που θέλει να τον προσθέσει στο κορδόνι των δεκάδων πρόσκαιρων εραστών της (ένα σατανικό κυνήγι το οποίο διοργανώνει σε συνεργασία με τον άντρα της) και από την άλλη η Λένα, που αποφασίζει να τον ρίξει στην αγκαλιά της, αποζητώντας ένα είδος πατροκτονίας – επειδή ο μπαμπάς απομάκρυνε από κοντά της τη μητέρα της, αλλά και γιατί η ίδια δεν κατάφερε να γίνει ποτέ το ερωτικό του έπαθλο. Η σχέση του Πέτρου και της Νίκης θα οδηγήσει σε ολοσχερή καταστροφή, όχι μόνο τον πατέρα αλλά και την κόρη: ο πατέρας εγκαταλείπεται αγρίως και απειλείται σοβαρά η ζωή του, χωρίς να μπορεί να κάνει τίποτε εναντίον της Νίκης και του συζύγου της, που είναι οι υπεύθυνοι της βιαιοπραγίας, και η κόρη αναγκάζεται να ζήσει μαζί του, χωρίς να απολαύσει εν τέλει το αριστοτεχνικά υφασμένο έργο της εκδίκησής της. Και να που ο έρωτας καταλήγει εκεί όπου λέγαμε προεισαγωγικά: σε ένα αποκαθηλωτικό άδειασμα της ύπαρξης και σε μια μοναξιά την οποία δεν μπορεί να παρηγορήσει κανένας: ούτε οι δεσμοί του Πέτρου με την τέχνη και το γράψιμο ούτε η πικρή επίγνωση της Νίκης ότι απέτυχε διά βίου να ενηλικιωθεί. Το μυθιστόρημα του Μήτσου διαθέτει ατμόσφαιρα και σασπένς, η δράση κινείται με πυκνούς ρυθμούς και πολλαπλές συγκρούσεις, αλλά τα πρόσωπα και οι διάλογοι πάσχουν από σχηματικότητα: τα πρόσωπα είναι επιδερμικά φτιαγμένα, χωρίς να αποτυπώνεται με ενάργεια ο κόσμος που πυροδοτεί τις εκ των ένδον αντιθέσεις τους, ενώ οι διάλογοι αποδεικνύονται προγραμματικοί, δίχως ζωντάνια και εσωτερική πνοή. Απομένει το ανάγλυφα δοσμένο δίδυμο πατέρα και κόρης μέσα στο βαρύ σκοτάδι της θανάσιμης διαπλοκής του.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.