Ηλίας Ευθυμιόπουλος
H καταγωγή του φωτός. Αρχαία τοπία στο Αιγαίο
Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 2018,
σελ. 200, τιμή 13,78 ευρώ
Το τελευταίο βιβλίο του Ηλία Ευθυμιόπουλου θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως οδοιπορικό, μια και αντλεί, ως προς τη μέθοδο, πολλά στοιχεία από την παράδοση των περιηγητών που όργωσαν κυριολεκτικά τον ελλαδικό χώρο από τον 15ο ως τον 19ο αιώνα. Ομως, κατά τη γνώμη μου, το ύφος της γραφής είναι επηρεασμένο πολύ περισσότερο από σύγχρονους πεζογράφους/ταξιδιώτες όπως ο Πάτρικ Λη Φέρμορ και ιδίως ο Κλαούντιο Μάγκρις. Τα είκοσι κεφάλαια του βιβλίου περιγράφουν είκοσι διαφορετικούς νησιωτικούς τόπους, λιγότερο ή περισσότερο γνωστούς: τόπους που διατηρούν ακόμα σήμερα χαρακτηριστικά στοιχεία της αρχαιότητας, τόσα ώστε η επίσκεψη, μαζί με την αποκρυπτογράφηση των πηγών (μουσεία, βιβλία και ανθρώπινες αναμνήσεις) να είναι δυνατόν να ανασυνθέτει κάθε φορά μια νέα πραγματικότητα, αφήνοντας ανοικτή τη δυνατότητα μιας εις το διηνεκές ανακάλυψης.
Από λογοτεχνική ωστόσο σκοπιά η επεξεργασμένη γλώσσα και το προσωπικό ιδίωμα του συγγραφέα κατατάσσουν το έργο μάλλον στην κατηγορία του ποιητικού πεζογραφήματος που μιλά για τον τόπο και τον χρόνο με τρόπο ελλειπτικό, ανιχνεύοντας κρυμμένα σημάδια στο συχνά αδιόρατο ίχνος της ιστορίας. Οπως και στα όνειρα, η εικόνα και τα δρώμενα στην «Καταγωγή του φωτός» είναι σύνθεση υπαρκτών και φανταστικών στοιχείων, ή αποτέλεσμα επάλληλων εκτυπώσεων στον σκοτεινό θάλαμο του νου – ένα είδος ιστορικογεωγραφικού παλίμψηστου. Με αυτόν τον τρόπο, το βιβλίο συνδέεται και με τη ζωγραφική του Γιώργου Λαζόγκα, η οποία μας προτείνει να συνθέσουμε τη δική μας εκδοχή της πραγματικότητας μέσα από ίχνη που υπαινίσσονται το συμβάν χωρίς να το περιγράφουν με ρεαλιστικές λεπτομέρειες. Πρόκειται για σκιές τυπωμένες σε ένα κομμάτι χαρτί (τα περισσότερα έργα που περιλαμβάνονται στην έκδοση είναι σχέδια και κολάζ σε χαρτί Α4).
Το παρελθόν και το φως
Κατά τον Ευθυμιόπουλο, στο Αιγαίο μπορεί να βρει κανείς στοιχεία του παρελθόντος σε κάθε σπιθαμή της γης. Η δομή και τα χαρακτηριστικά του εδάφους είναι μάρτυρες των τεράστιων γεωλογικών ανακατατάξεων, πολλές από τις οποίες μάλιστα συνέβησαν μέσα στους ιστορικούς χρόνους. Οι μεταβαλλόμενες ακτογραμμές και οι κλιματικές διακυμάνσεις δημιούργησαν μια απειρία από οικολογικά μικροσυστήματα που αναδύθηκαν – ακριβώς στο σημείο όπου τέμνονται σήμερα η ευρωπαϊκή, η ασιατική και η αφρικανική βιογεωγραφία – σαν την Αφροδίτη μέσα από τα κύματα. Πάνω στο υπόβαθρο αυτό, και με τη συνδρομή της αρχαιολογίας – παρά την αρπαγή και την καταστροφή των μνημείων στους αιώνες που προηγήθηκαν των ανασκαφών – διαμορφώθηκαν τα ιστορικά νησιωτικά τοπία που προσλαμβάνουμε σήμερα (ή αυτά που εικάζουμε πως προϋπήρξαν). Γιατί, κι αυτό που «υποθέτουμε» ότι υπήρχε κάποτε έχει τη δική του ιδιαίτερη λειτουργία στο συλλογικό υποσυνείδητο: η απουσία αρχιτεκτονικών στοιχείων και ο ακρωτηριασμός των αγαλμάτων ως προσδοκία δημιουργικής ανασύνθεσης.
Ευτυχώς αυτό που απομένει είναι ήδη αρκετό. Οι εκατοντάδες προϊστορικές και ιστορικές αρχαιολογικές θέσεις (νεκροπόλεις, ιερά, λατομεία, συστήματα ύδρευσης, βουλευτήρια, γυμνάσια, θέατρα, παλαίστρες, κατόψεις από πόλεις-κράτη) μπλέκονται με τις παμπάλαιες αγροικίες, τις μάντρες, τις ξερολιθικές πεζούλες, τα μισοκρυμμένα μονοπάτια, τα ξωκλήσια, τους διάσπαρτους οικισμούς, τις πικροδάφνες και τα κυπαρίσσια και διαμορφώνουν ένα πολιτιστικό ανάγλυφο, που με τη σειρά του σμιλεύουν ο άνεμος, ο χρόνος και το ανεξάντλητο φως. Αυτό το φως που για να το νιώσεις σε όλη του την ένταση «πρέπει να ανέβεις στο Κύνθο ένα καταμεσήμερο του Ιουλίου, την πιο κάθετη ώρα, τότε που οι ακτίνες του ήλιου στοχεύουν στον πυρήνα της Γης, στο βάθος του στήθους, και αφήνουν στην κόρη του ματιού το σημάδι της μνήμης των μακρινών εκρήξεων οι οποίες έρχονται από παλιά, απ’ την απαρχή του κόσμου». Τότε μπορείς ίσως να δεις με τον τρόπο του Εμπειρίκου «τους Φαλλούς της Δήλου να πάλλονται σφύζοντες στο φως, όπως στου Μεξικού τας αυχμηράς εκτάσεις πάλλονται ευθυτενείς οι κάκτοι της ερήμου, στην μυστηριακή σιγή που περιβάλλει τας πυραμίδας των Aζτέκων».
Εχουμε λοιπόν στο βιβλίο αυτό την πρόκληση της σύγχρονης περιήγησης ακόμη και σε θεωρητικά γνωστά τοπία: τη διαρκή αναζήτηση του φωτός – τόσο στις φαντασιακές όσο και στις πραγματικές του αντανακλάσεις. Ισως τότε δούμε σε μια αποκάλυψη τα μικρά και τα μεγάλα θαύματα του κόσμου τούτου, ισχυρίζεται ο Ευθυμιόπουλος. Και ίσως αντιπαλέψουμε τους φόβους για το αύριο, βλέποντας το σήμερα ως απείκασμα πολύ παλιών πραγμάτων, από την Ανδρο, τη Μήλο, τη Λήμνο και τη Σαμοθράκη.
O κ. Μιχάλης Μοδινός είναι συγγραφέας, περιβαλλοντολόγος.