Ποιητής, εραστής, αγωνιστής, περιηγητής, αυτοεξόριστος, ο Τζορτζ Γκόρντον (1788-1824), 6ος Βαρόνος Μπάιρον ή «λόρδος Βύρων», κατά την παλαιότερη ελληνική γραμματεία, υπήρξε μία από τις πιο αναγνωρίσιμες μορφές της Ευρώπης των Ναπολεόντειων Πολέμων.
Με τον δυναμισμό των στίχων του Childe Harold, του Giaour, του Don Juan, με την άστατη προσωπική του ζωή, με την παρουσία του στην επαναστατημένη Ελλάδα δημιούργησε έναν μύθο, έκδηλο στη διαρκή επάνοδο των αναδιηγήσεων του βίου του, από τα πρότερα σχεδιάσματα των Τζουζέπε Τομάζι ντι Λαμπεντούζα και Χάρολντ Νίκολσον ως τους πρόσφατους τόμους των Φιόνα Μακ Κάρθι και Ρόντρικ Μπίτον.
Andrew Stauffer, Byron. A Life in Ten Letters
Cambridge University Press, 2024,
σελ. 402, τιμή 25 στερλίνες
Στο ευσύνοπτο, εύρυθμο αφηγηματικά αλλά ταυτόχρονα πυκνό σε πληροφορία αυτό έργο ο Αντριου Στάουφερ, καθηγητής Αγγλικής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια, πρόεδρος της Αμερικανικής Βυρωνικής Εταιρείας και ακαδημαϊκός σύμβουλος του Κέντρου της Βυρωνικής Εταιρείας Ιεράς Πόλεως Μεσολογγίου, αφορμάται από τα περισσότερα από 3.000 σωζόμενα γράμματα του ρομαντικού ποιητή επιλέγοντας να προτάξει σε κάθε κεφάλαιο μία από τις πιο εμβληματικές για τις εκάστοτε περιστάσεις της ζωής του επιστολές. Τα πάθη, η εξορία, η κληρονομιά του Μπάιρον ήταν το αντικείμενο της συζήτησής μας.
Ο Μπάιρον που σκιαγραφείτε είναι ένας πολλαπλά αντιφατικός χαρακτήρας, θερμός και απόμακρος, ευαίσθητος και σκληρός, εγωπαθής και γενναιόδωρος – και παράλληλα έτοιμος να προσαρμοστεί σε κάθε ακροατή και ακροατήριο.
«Ηταν άνθρωπος που διακρινόταν από πολλές διαφορετικές διαθέσεις και συχνά ταλανιζόταν από εκρηκτικά συναισθήματα. Για να περιγράψει ο ίδιος την προσωπικότητά του χρησιμοποιούσε τον όρο «κινητικότητα»: μια «ζωηρή ποικιλότητα», μια τάση να «δέχεται την ισχυρή επίδραση όσων βρίσκονταν εγγύτερα». Και, ναι, υπάρχει κάτι θεατρικό, αλλά και ειλικρινές συνάμα στις διάφορες προσωπικότητες που επιδεικνύει σε διάφορες περιστάσεις σαν να ήταν ηθοποιός της μεθόδου. Γνώριζε ενστικτωδώς πώς να σαγηνεύσει ένα ακροατήριο κρατώντας συγκεκριμένη στάση και παίρνοντας συγκεκριμένο ύφος τόσο στις κατ’ ιδίαν συναντήσεις του όσο και όταν έγραφε· σαφής απόδειξη γι’ αυτό είναι η δημοτικότητα της ποίησής του. Εξαιτίας της χαμαιλεόντειας ποιότητάς της είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρει κανείς ικανοποιητικό χαρακτηρισμό για την προσωπικότητα του Μπάιρον. Πάντοτε ένα μέρος της θα παραμένει ακαθόριστο. Υπήρξε οπωσδήποτε άστατος, από πολλές απόψεις κακομαθημένος, κάποτε τρελός, συχνά κακός, ενίοτε επικίνδυνος για όσους εισέρχονταν στην τροχιά του – ιδιαίτερα τις γυναίκες. Ηταν όμως τέκνο της μεγαλοφυΐας, ως προς αυτό δεν έχω καμία αμφιβολία».
Γιατί επιλέγετε «μια βιογραφία σε δέκα γράμματα»; Και τι αναδεικνύει αυτό για τον ρόλο της αλληλογραφίας στην εποχή του Μπάιρον;
«Η αλληλογραφία στην εποχή του ήταν μια κομβικής σημασίας, μια μύχια υφή της επικοινωνίας. Το μήνυμα ταξίδευε με την ταχύτητα που μπορούσε να παραδοθεί μια επιστολή ως φυσικό αντικείμενο, οι μεγάλες καθυστερήσεις δεν ήταν ασυνήθιστες. Τα γράμματα είναι ανθεκτικά, χιλιάδες από εκείνα του Μπάιρον επιβιώνουν ως σήμερα, και στον καιρό τους όχι μόνο διαβάζονταν από τους παραλήπτες αλλά επιδεικνύονταν και σε άλλους, επομένως δυνητικά είχαν μια ημιδημόσια φύση παρά το γεγονός ότι χρησιμοποιούνταν για εξαιρετικά ιδιωτικού χαρακτήρα συνομιλίες. Κάτι που έκανε συναρπαστική για μένα τη συγγραφή αυτής της βιογραφίας ήταν η ανάγνωση των πρωτότυπων επιστολών του Μπάιρον και η ευκαιρία που είχα να τις κρατήσω στα χέρια μου».
Πολλοί είναι εκείνοι που τον θεωρούν μία από τις πρώτες διασημότητες με τη σύγχρονη έννοια του όρου, υπό την έννοια ότι η προσωπικότητα και η εικόνα του έγιναν εμπόρευμα πλήρως συνυφασμένο με την ποίησή του
Υπήρξε ένας από τους πιο φημισμένους ποιητές του καιρού του. Τι ήταν αυτό που άγγιξε το συλλογικό φαντασιακό;
«Η φήμη του Μπάιρον έχει ως αφετηρία της τον χαρακτήρα ή την οπτική του Childe Harold, ενός νέου, ευγενή πλάνητα, κουρασμένου από τη ζωή, που συνδυάζει το βαθύ συναίσθημα με την ειρωνική αποστασιοποίηση και απευθύνεται στα ρομαντικά ιδανικά του ατόμου. Ο χαρακτήρας αυτός εξελίχθηκε στον «βυρωνικό ήρωα» των ανατολικών ιστοριών του – έναν απειλητικό αλλά χαρισματικό επαναστάτη. Μέρος της γοητείας της ποίησής του ήταν το αριστοκρατικό του υπόβαθρο, το εξωτικό σκηνικό, η στάση ή η αύρα που εξέπεμπε η ποίηση αυτή, το τολμηρό ερωτικό της περιεχόμενο. Μεγάλο μέρος επίσης είχε να κάνει με τη σκανδαλώδη προσωπική ζωή του ίδιου του Μπάιρον, η οποία ταυτίστηκε με την ποίησή του εξαρχής».
Ηταν ο Μπάιρον μια «διασημότητα»; Και μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τον όρο χωρίς τον κίνδυνο του αναχρονισμού;
«Πολλοί είναι εκείνοι που τον θεωρούν μία από τις πρώτες διασημότητες με τη σύγχρονη έννοια του όρου, υπό την έννοια ότι η προσωπικότητα και η εικόνα του έγιναν εμπόρευμα πλήρως συνυφασμένο με την ποίησή του. Από πολύ νωρίς στην καριέρα του ως τον θάνατό του, αλλά και ύστερα από αυτόν, το κοινό δεν έπαψε να αποζητά τις συχνά σκανδαλιστικές λεπτομέρειες της προσωπικής του ζωής. Αισθανόταν με τον Μπάιρον μια εγγύτητα που βασιζόταν τόσο στο έργο όσο και στον χαρακτήρα που εκείνος πρόβαλλε. Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι τα έργα του κυκλοφόρησαν σε πολύ μεγάλους αριθμούς, καθώς ο αλφαβητισμός της μεσαίας τάξης αυξανόταν ραγδαία και η τιμή των εντύπων γινόταν όλο και πιο προσιτή. Η πρόσληψή του, λοιπόν, θυμίζει από πολλές απόψεις εκείνη των σύγχρονων διασημοτήτων».
Στις επιστολές του αποδεικνύεται δεινός παρατηρητής προσώπων και πραγμάτων – αλλά και της κοινωνίας και της πολιτικής.
«Ηταν πράγματι πολύ περισσότερο από τουρίστας ή απλός παρατηρητής. Στην Ιταλία και στην Ελλάδα ζυμώθηκε με τις οικογένειες, την πολιτική, την πολιτισμική υφή του τόπου όπου ζούσε. Η ποίησή του φανερώνει λεπτοφυείς περιγραφές, αλλά και μια ευρεία αίσθηση της κίνησης της ιστορίας. Το έργο του αντλεί την ενέργειά του από τη σύνδεση μεταξύ παρελθόντος, παρόντος και πιθανού μέλλοντος της Ελλάδας – μια ιδέα που εκφράζεται από τη γραμματική του φημισμένου στίχου του «και η Ελλάδα πάλι ελεύθερη να είναι»».
Σε ένα από τα γράμματά του γράφει με ένταση «Είναι η ζωή, είναι η ζωή!». Το πάθος της ζωής στο όριο, που αναλώνει τον εαυτό του και τα οικεία του πρόσωπα, τον καθιστά προσωποποίηση του Ρομαντισμού;
«Στην περίπτωση του Μπάιρον έχουμε να κάνουμε με έναν άνθρωπο ηφαιστειωδών ορέξεων, του οποίου η λαχτάρα για νέες και συναρπαστικές εμπειρίες ήταν αξεπέραστη. Οι παθιασμένες εμπειρίες ήταν το καύσιμο της ποίησής του: βασανιστικές ερωτικές σχέσεις, ταξίδια σε εξωτικές τοποθεσίες, αθλητικοί άθλοι (θυμηθείτε ότι διέσχισε κολυμπώντας τον Ελλήσποντο), η ανάμειξη στις επαναστάσεις της Ιταλίας και της Ελλάδας. Συχνά όμως ο ίδιος κάνει λόγο για την επιθυμία του να ξεκουραστεί. Εχει κανείς την αίσθηση ότι τα πάθη του τον κυνηγούν σαν δαίμονες και αναζητεί την ανάπαυλα, τη γαλήνη. Είναι αυτή η αντίφαση που τον καθιστά κατεξοχήν Ρομαντικό».
Ποια πλευρά αυτού του περίπλοκου χαρακτήρα συγκινεί το φιλελληνικό κίνημα;
«Η συμβολή του Μπάιρον στην Ελληνική Επανάσταση γεννήθηκε από την πρώιμη αγάπη του για τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό η οποία αυξήθηκε στον μέγιστο βαθμό με τα ταξίδια της νεότητάς του στη χώρα των σύγχρονων Ελλήνων. Εγινε διάσημος γράφοντας ποιήματα που εκτυλίσσονταν κυρίως στις ελληνικές περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και όταν επέστρεψε στην Κεφαλλονιά και στο Μεσολόγγι το 1823 αισθανόταν ότι επέστρεφε στην πατρίδα του, σε ένα μέρος που τον είχε επηρεάσει βαθιά και τον είχε διαμορφώσει ως άνθρωπο και ως ποιητή. Ο Μπάιρον πάντοτε τασσόταν με το μέρος των ασθενεστέρων και κατά των τυράννων. Σε όλη του τη ζωή τον διέκρινε η αγάπη για την ελευθερία. Οταν η φιλελληνική Επιτροπή του Λονδίνου τού ζήτησε να συνδράμει τον αγώνα της ανεξαρτησίας, ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα σαν έτοιμος από καιρό ελπίζοντας με τη βοήθειά του «και πάλι η Ελλάδα ελεύθερη να είναι»».
Ποιος είναι εν τέλει ο Μπάιρον του 21ου αιώνα, ποια είναι η κληρονομιά του σήμερα;
«Στη σύγχρονη Ελλάδα ο Μπάιρον έχει μια θέση πλάι στους ιδρυτές του έθνους σε αναγνώριση των πόρων και της επιρροής που συνεισέφερε βοηθώντας την Επανάσταση. Ο θάνατός του στο Μεσολόγγι συνέβαλε στη διεθνή στήριξη των Ελλήνων και αυτό με τη σειρά του οδήγησε στα εθνικά κινήματα που διαμόρφωσαν τη σύγχρονη Ευρώπη. Η βασική κληρονομιά του Μπάιρον όμως είναι το λογοτεχνικό του έργο. Η χρήση της γλώσσας, αυτή η μοναδική φωνή που ζωογονεί ένα ευρύ φάσμα ποιητικών μορφών, είναι αυτό που θυμόμαστε, μαζί με την αίσθηση που μεταδίδει: ζωηρή, επινοητική, αστεία, ανησυχητική, βασανιστική, λαμπρή. Η αντίστασή του στην υποκρισία, η παθιασμένη σχέση του με τον κόσμο, με τις σκοτεινές και τις φωτεινές του όψεις, η έκδηλη αγάπη της προσωπικής ελευθερίας και, τέλος, το βαθιά γενναιόδωρο όραμά του για το τι σημαίνει να είναι κανείς άνθρωπος, όλα αυτά είναι η κληρονομιά που τιμούμε».
Φυγή από τη Βρετανία, το «στενό μικρό νησί»
Μιλάτε στο βιβλίο για τη «δυναμική της εξορίας». Τι έκανε τον Μπάιρον να εγκαταλείψει τη Βρετανία;
«Ηταν ανήσυχος από νεαρή ηλικία, πάντοτε προσέβλεπε σε έναν ορίζοντα πέρα από τη Βρετανία, το “στενό μικρό νησί”, που ταύτιζε με την καταστολή και την υποκρισία. Οταν κατέρρευσε ο γάμος του με την Αναμπέλα Μίλμπανκ, η οποία τον εγκατέλειψε ύστερα από έναν χρόνο, ήταν έτοιμος για αλλαγή σκηνικού. Την επέσπευσαν οι φήμες για δεσμούς με παντρεμένες γυναίκες, μια ερωτική σχέση με την ετεροθαλή αδελφή του και ομοφυλοφιλικές ερωτοτροπίες. Ηταν στο στόχαστρο της κοινής γνώμης, ήθελε να ξεφύγει από τον έλεγχό της και να ζήσει σύμφωνα με τις δικές του επιθυμίες. Στην Ιταλία, το 1816, ξεκίνησε μια νέα ζωή όπου έκανε ακριβώς αυτό».