Ο Μάριο Μπενεδέτι απεικονίζει την αυταρχική Ουρουγουάη του ’70

Το μοναδικό μυθιστόρημα που έγραψε ο Ουρουγουανός Μάριο Μπενεδέτι ενόσω ήταν πολιτικός εξόριστος αποτελεί μια διερεύνηση της καταπιεσμένης, βασανισμένης ζωής, που κατορθώνει όμως να μη συντρίβεται ολοκληρωτικά και να ερωτοτροπεί ιδεαλιστικά με την ελπίδα.

Της έστελνε γράμματα από τη φυλακή. Εφταναν λογοκριμένα από τους «καραβανάδες», εξυπακούεται αυτό. Σε κάποιο, λοιπόν, της εξηγούσε μια συνήθεια που είχε από παιδί, να κοιτάζει προσεκτικά τις κηλίδες στους τοίχους, να προσηλώνεται στις τυχαίες μορφές που προσλάμβαναν και ύστερα να φαντάζεται διάφορα, πρόσωπα, ζώα, αντικείμενα. Ηταν κάτι που τον αποσπούσε και τον βοηθούσε, σε κάθε περίπτωση, να αντιμετωπίζει τις κρίσεις και τους φόβους του.

«Επί τη ευκαιρία, πώς πάνε τα φαντάσματά σου; Να τους δίνεις πρωτεΐνες, αλλιώς θα σου ξεθωριάσουν. Δεν είναι ωραία μια ζωή χωρίς φαντάσματα, μια ζωή όπου κάθε παρουσία είναι από σάρκα και οστά» συνέχιζε στο ίδιο γράμμα ο Σαντιάγο (συγκρατήστε το ύφος του έγκλειστου, παιγνιώδες και στοχαστικό, διότι εν τέλει διαμορφώνει μια ιδιαίτερη αξία, στην οποία θα επανέλθουμε) και στη συνέχεια ρωτούσε όπως πάντα τη Γρασιέλα, τη γυναίκα του, πώς τα περνούσε η μικρή τους κόρη, η τετραπέρατη Μπεατρίς, και ο Γέρος, δηλαδή ο μελαγχολικός πατέρας του, ο δον Ραφαέλ.

Ο Σαντιάγο, έχοντας χαρακτηριστεί «ως ανατρεπτικός», ήταν πολιτικός κρατούμενος στην Ουρουγουάη και, ασφαλώς, πέραν της στέρησης της ελευθερίας του, υπέμενε τη σωματική και ψυχολογική βία του στυγνού καθεστώτος. Τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας είχαν εγκαταλείψει την πατρίδα, βρίσκονταν πλέον εξόριστα σε μια κοντινή χώρα της Νότιας Αμερικής (στην Αργεντινή κατά τα φαινόμενα, στην άλλη όχθη του Ρίο ντε Λα Πλάτα δηλαδή, αν και αυτό δεν προσδιορίζεται επακριβώς).

Στο μυθιστόρημα του Μάριο Μπενεδέτι (1920-2009) με τίτλο Ανοιξη με μια σπασμένη γωνία (Primavera con una esquina rota, 1982), ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε πρόσφατα για πρώτη φορά στην ελληνική γλώσσα, παρακολουθούμε τις διαλυτικές συνέπειες μιας στρατιωτικής δικτατορίας μέσα και έξω από τα κάγκελα.

Παρακολουθούμε, επίσης, την αντίσταση στις συνέπειες αυτές, μια αντίσταση, θα λέγαμε, πνευματική και ηθική. Η πολυφωνική, εναλλασσόμενη αφήγηση καλύπτει τις επίμαχες δεκαετίες του 1970 και του 1980, πλην όμως, είναι τόσο συνετά και όμορφα δοσμένη η σύνθεση από τον ουρουγουανό συγγραφέα ώστε δίπλα στους βασικούς χαρακτήρες (δίπλα και στο δικό του alter ego, τον Σαντιάγο) να παρεμβάλλεται και ο ίδιος ο Μπενεδέτι ως διακριτή μονάδα μες στον ιστορικό χρόνο πια, με ορισμένα κεφάλαια, τις «Εξορίες», που μοιάζουν κομμάτια καθαρών απομνημονευμάτων ή επεξεργασμένων ημερολογιακών καταγραφών από τη δική του στρατευμένη πορεία.

Πάντως, δεν έχει και τόση σημασία να αναζητούμε εδώ σαν γραφειοκράτες τα όρια της πραγματικότητας και της επινόησης, σημασία έχει να αφεθούμε σε μια απολαυστική μυθοπλασία που, εμφανέστατα, είναι ριζωμένη στο προσωπικό και συλλογικό βίωμα.

Η υπέρβαση της ματαίωσης

Προλαβαίνουμε, στο σημείο αυτό, μια (θεμιτή ίσως) αναγνωστική ένσταση. Πάλι χούντες και τραύματα; Αλλο ένα βιβλίο για τη φοβερή ιστορία της Λατινικής Αμερικής κατά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα; Αλλο ένα βιβλίο, πόνου και απόγνωσης, για τα κατάμαυρα αρχεία της ανθρώπινης κτηνωδίας; Μολονότι έχουμε διαβάσει πολλά τέτοια σκοτεινά ισπανόφωνα αριστουργήματα, τι να γίνει, μπορούμε να διαβεβαιώσουμε ότι το συγκεκριμένο μυθιστόρημα του Μπενεδέτι έχει άλλους ορίζοντες, ερωτοτροπεί ιδεαλιστικά με το μέλλον, υπερβαίνει τη ματαίωση και φωτίζει την τρυφερότητα, την αλληλεγγύη, την αντοχή, την επανένταξη, την ελπίδα, την ανασυγκρότηση του ατόμου και της κοινωνίας. Και μάλιστα, αφήνει την ανάλογη πικρόγλυκη επίγευση.

Ο Μπενεδέτι δεν γράφει για να διογκώσει μια ήδη καταπιεσμένη, βασανισμένη ζωή, γράφει για τους (κατεξοχήν εσωτερικούς, συναισθηματικούς και συνειδησιακούς) τρόπους μέσω των οποίων μια τέτοια ζωή προσαρμόζεται και δεν συντρίβεται ολοκληρωτικά.

«Ο Σαντιάγο έχει καταφέρει να δημιουργήσει, ή ίσως να ανακαλύψει μέσα στον ίδιο του τον εαυτό, μια παράξενη ζωτικότητα». Ναι, αυτό είναι το μέγα μυστήριο στο βιβλίο και το διατυπώνει ο πατέρας του (ο μόνος που γνωρίζει τα πάντα για τις πράξεις στις οποίες είχε επιδοθεί ο αγωνιστής Σαντιάγο). Κι εμείς απορούμε μαζί του. Από τι είναι φτιαγμένος ο γιος του; Πώς είναι δυνατόν όλα αυτά που υπομένει να μην τον έχουν λυγίσει, να μην τον έχουν μετατρέψει μοιραία σε έναν βάλτο μνησικακίας; Πώς κατορθώνει ο Σαντιάγο να μετουσιώνει τον εγκλεισμό του (και τον αναγκαστικό χωρισμό από την οικογένειά του, τους ανθρώπους που αγαπά) σε μια συνθήκη από την οποία αντλεί μια αναπάντεχη δύναμη;

Είναι έγκλειστος αλλά «νιώθει γεμάτος ενέργεια και αισιοδοξία». Η παραδοξότητα μιας φάσης που κουμπώνει, ευρύτερα, με την παραδοξότητα της ύπαρξης. Η νοσταλγία, η αναπόληση, η καταφυγή στη μνήμη, αφενός, και η προοπτική της εξόδου, της επιστροφής, αφετέρου, όλα αυτά φαίνεται ότι ατσαλώνουν ακόμα περισσότερο τον Σαντιάγο ακριβώς επειδή είναι έγκλειστος.

Ο «σεισμός» της δικτατορίας

Ωσπου τον βλέπουμε όντως, επιβιβασμένο σε ένα αεροπλάνο, φορώντας τον μπερέ του, έτοιμο να ταξιδέψει και να συναντήσει τους δικούς του ύστερα από μια πενταετία και πλέον. Ανυπομονεί να τους σφίξει στην αγκαλιά του, να κερδίσει τον χαμένο χρόνο. Ομως η δικτατορία, αυτός «ο σεισμός», έχει φέρει τα πάνω κάτω, έχει επιφέρει έναν «αποσυντονισμό» μέσα σε κάθε άνθρωπο ξεχωριστά και στο πλέγμα των σχέσεων που διατηρούν μεταξύ τους. Η Γρασιέλα, εργαζόμενη ως γραμματέας εν τω μεταξύ, διαπίστωσε ότι χρειαζόταν τον απόντα Σαντιάγο κάθε μέρα και λιγότερο. Τον σεβόταν μεν, αλλά δεν επιθυμούσε πλέον να είναι η σύντροφός του, να πλαγιάζει μαζί του.

«Ξέρω ότι μου τον πήραν και παρ’ όλα αυτά αισθάνομαι σαν να με έχει εγκαταλείψει» εξομολογείται στον Ρολάνδο Ασουέρο, παλιό συναγωνιστή και φίλο του Σαντιάγο. Η Γρασιέλα έχει αντικαταστήσει κιόλας τον Σαντιάγο με τον Ρολάνδο, ωστόσο ο Σαντιάγο δεν έχει ενημερωθεί για τις εξελίξεις. Περίπλοκη κατάσταση, ναι, εξόχως περίπλοκη. Οπότε μη βιαστείτε να αποφανθείτε, προτού ολοκληρώσετε αυτό το βιβλίο.

Μια μνήμη της Επιδαύρου

Το Ανοιξη με μια σπασμένη γωνία είναι το μοναδικό μυθιστόρημα που έγραψε ο Μάριο Μπενεδέτι ενόσω ήταν πολιτικός εξόριστος. Οι σελίδες 173-175 του βιβλίου έχουν και ελληνικό ενδιαφέρον, καθώς ο συγγραφέας υπό τη μορφή ποιήματος (ή, καλύτερα, πεζοποιήματος) μας περιγράφει πώς δοκίμασε την «εξαιρετική ακουστική» στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου ενθυμούμενος κάποιους συντρόφους του.

Οφείλουμε να σταθούμε στη μεταφραστική εργασία του Κώστα Αθανασίου από τα ισπανικά, υψηλοτάτου επιπέδου και απολύτως συντονισμένη με τις ποικίλες φωνές της μυθοπλασίας. Ο πολυσχιδής Μπενεδέτι συγκαταλέγεται στους σημαντικούς λογοτέχνες της Λατινικής Αμερικής στον 20ό αιώνα. Διέπρεψε ιδίως στη μικρή φόρμα, στο διήγημα. Και παραμένει αξέχαστος για τους στίχους του.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.