To πρώτο πράγμα που έρχεται στο μυαλό του αναγνώστη διαβάζοντας τον τίτλο του νέου βιβλίου του κολομβιανού συγγραφέα Σαντιάγο Γκαμπόα είναι ο τίτλος ενός άλλου βιβλίου, του American Psycho του Μπρετ Ιστον Eλις (1991). Ηταν το τρίτο βιβλίο του αμερικανού συγγραφέα, ο οποίος είχε προκαλέσει μεγάλο θόρυβο στη δεκαετία του 1980, με το Λιγότερο από το Μηδέν, το πρώτο μυθιστόρημα του το οποίο μεταφέρθηκε και στον κινηματογράφο.

Το Αmerican Psycho (επίσης κινηματογραφημένο, το 2000, με τον Κρίστιαν Μπέιλ στον πρωταγωνιστικό ρόλο) είχε ως θέμα τη ζωή ενός τραπεζίτη στο Μανχάταν, ενός αρρωστημένου νάρκισσου που ζούσε διπλή ζωή ως κατά συρροήν δολοφόνος.

Παραφράζοντας τον τίτλο του Ελις, ο Γκαμπόα παραδίδει το δεύτερο βιβλίο μιας τριλογίας την οποία εγκαινίασε το 2019, με το Η νύχτα θα είναι μεγάλη (μτφρ. Δήμητρα Σταυρίδου, εκδ. Διόπτρα, 2023) για να μιλήσει για ένα ζήτημα που τον καίει: τη βία στη γενέτειρά του, την Κολομβία.

Στο Colombian Psycho πρωταγωνιστούν οι ίδιοι ήρωες της Νύχτας, ο εισαγγελέας ειδικών ερευνών Εντιλσον Χουτσινιαμούι, η δημοσιογράφος Χουλιέτα Λεζάμα, η βοηθός της η Χουάνα, πρώην μέλος των FARC, των αριστερών ανταρτών που ενεπλάκησαν στον εμφύλιο πόλεμο της Κολομβίας ο οποίος διήρκεσε για περισσότερα από 50 χρόνια (1964-2016), ο βοηθός του εισαγγελέα, ο Ρενέ Λαϊσέκα, ο ιατροδικαστής Πιεδραΐτα.

Η διάχυτη βία

Η βία είναι παρούσα από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου σε γκροτέσκα μορφή: ένα ζεύγος νέων της καλής κοινωνίας της Μπογκοτά ανακαλύπτει στη διάρκεια μιας γιορτής θαμμένα ανθρώπινα άκρα που ξεπροβάλλουν από το χώμα εξαιτίας της βροχής. Οι έρευνες του Χουτσινιαμούι εκκινούν με σκοπό τον εντοπισμό του ανθρώπου στον οποίο ανήκουν τα οστά. Λίγο αργότερα η αστυνομία εντοπίζει δολοφονημένο τον Κάρλος Μέλινγκερ, έναν αργεντινό με φασιστικό παρελθόν ο οποίος ονειρεύεται την αναγέννηση της Λατινικής Αμερικής.

Οι δύο υποθέσεις συνδέονται και περιπλέκονται ακόμα περισσότερο καθώς οι φόνοι συνεχίζονται. Το θέατρο των δολοφονιών είναι η ζοφερή Μπογκοτά, μονίμως κρύα και γκρίζα, την οποία ο συγγραφέας φωτίζει μόνο στις στιγμές της καθημερινότητας όταν οι ήρωές του προσπαθούν να χαρούν μικρές απολαύσεις, όπως η ώρα του πρωινού, το οποίο ο Γκαμπόα περιγράφει με εντυπωσιακές λεπτομέρειες (η Κολομβία είναι γνωστή ως χώρα του πλούσιου πρωινού, το οποίο οι Κολομβιανοί συνηθίζουν να τρώνε πολύ νωρίς, ακόμα και στις έξι το πρωί).

Στο υπόλοιπο της μέρας ο ενάρετος εισαγγελέας Χουτσινιαμούι και οι βοηθοί που προσπαθούν να διαλευκάνουν εγκλήματα τα οποία σε άλλο σημείο του πλανήτη θα έμοιαζαν εξωφρενικά αλλά στην Κολομβία είναι συνήθη. Εγκλήματα στα οποία εμπλέκονται κάθε είδους άνθρωποι: πολιτικοί, παραστρατιωτικοί, έμποροι ναρκωτικών, παπάδες σε εκκλησίες-βιτρίνες, εξωνημένοι δημόσιοι υπάλληλοι, διεφθαρμένοι επιχειρηματίες, ασχέτως χρώματος και φυλής.

«Το έγκλημα εδώ δεν είναι πολιτικώς ορθό, οι εγκληματίες του Γκαμπόα είναι λευκοί και Ινδιάνοι, σαμάνοι και μιγάδες, αριστεροί, δεξιοί, φασίστες, πολιτικοί και τραπεζίτες και μπεκρήδες του δρόμου.»

Το έγκλημα εδώ δεν είναι πολιτικώς ορθό, οι εγκληματίες του Γκαμπόα είναι λευκοί και Ινδιάνοι, σαμάνοι και μιγάδες, αριστεροί, δεξιοί, φασίστες, πολιτικοί και τραπεζίτες και μπεκρήδες του δρόμου. Για τον Γκαμπόα υπάρχουν εγκληματίες και θύματα σε όλες τις κοινωνικές ομάδες. Ο θάνατος και ο φόβος για τον θάνατο είναι καθημερινό φαινόμενο στην Κολομβία, όπως καθημερινή είναι και η μάχη για την εξομάλυνση της πολιτικής κατάστασης της χώρας, που άρχισε το 2016 με την έναρξη της ειρηνευτικής διαδικασίας.

Πώς εξηγείται τόσο πολλή βία; Ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, ο διασημότερος συγγραφέας της Κολομβίας (βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας 1982), στον οποίο πιστώνεται ένα ολόκληρο λογοτεχνικό είδος, ο μαγικός ρεαλισμός, είχε πει ότι «κάθε Κολομβιανός είναι μια εχθρική χώρα». Είναι όμως αρκετή αυτή η ερμηνεία της βίας στην Κολομβία που συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας;

Ο Γκαμπόα, με αφορμή το Colombian Psycho, έδωσε τη δική του εξήγηση στην ισπανική εφημερίδα «La Vanguardia»: «Ο πολιτικός, ο οικονομικός και ο εδαφικός έλεγχος στην Κολομβία βρισκόταν πάντα στα χέρια 200 οικογενειών. Η Κολομβία δεν υπήρξε ποτέ δημοκρατία αλλά ολιγαρχία. Και παράλληλα υπήρχε και μια άλλη αντι-ολιγαρχία, οι αριστεροί αντάρτες, οι οποίοι, όπως και το επίσημο κράτος της Κολομβίας, διέπραξαν πολλά εγκλήματα».

Δημοσιογραφία και δημοκρατία

Στο μυθιστόρημα ο εισαγγελέας Χουτσινιαμούι είναι επικεφαλής των ερευνών, όμως η πραγματική εγκέφαλος είναι η freelancer δημοσιογράφος Χουλιέτα Λεζάμα. Ο συγγραφέας θαυμάζει τους δημοσιογράφους της χώρας του γιατί «αυτοί ερευνούν πρώτοι τα όσα συμβαίνουν, η Δικαιοσύνη έρχεται μετά. Γι’ αυτό και ο Τύπος στην Κολομβία εξακολουθεί να είναι ισχυρός. Πολλοί πρόεδροι της Κολομβίας ήσαν προηγουμένως δημοσιογράφοι». Οπως δημοσιογράφοι ήταν άλλωστε και πολλοί σπουδαίοι συγγραφείς της Κολομβίας, από τον νομπελίστα Μάρκες μέχρι τον ίδιο τον Σαντιάγο Γκαμπόα, ο οποίος αρθρογραφεί τακτικά σε εφημερίδες, ενώ διετέλεσε και πολεμικός ανταποκριτής καλύπτοντας τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία. Ο ίδιος έχει πει ότι στο Σαράγεβο διάβαζε το American Psycho του Μπρετ Ιστον Ελις ενώ γύρω του έπεφταν βόμβες.

Η ηρωίδα του, η δημοσιογράφος Χουλιέτα Λεζάμα, είναι ατρόμητη και παίζει την πραγματικότητα της χώρας της στα δάχτυλα. «Καθένας, όποια δουλειά και να κάνει, μπορεί να γίνει δολοφόνος. Κανείς δεν εκπαιδεύεται για αυτό, δεν είναι επάγγελμα, αλλά υπάρχουν πολλές κατηγορίες ψυχοπαθών. Κάποιος μπορεί να γίνει δολοφόνος από άγνοια, από συμφέρον και από συμπόνια. Υπάρχουν αναλφάβητοι δολοφόνοι και άλλοι με διδακτορικά από πανεπιστήμια υψηλού κύρους. Από αυτή την άποψη, το έγκλημα είναι δημοκρατικό, είναι προσιτό στον καθένα» λέει.

πίσης, χάρη στην ατρόμητη Χουλιέτα, ο συγγραφέας δημιουργεί έναν καινούριο ήρωα-κλειδί για τη διαλεύκανση των εγκλημάτων, έναν συγγραφέα ο οποίος φέρει το όνομα… Σαντιάγο Γκαμπόα. Το εύρημα είναι ενδιαφέρον: το βασικό κοινό στοιχείο που φαίνεται να έχει ο πραγματικός Γκαμπόα με τον φερώνυμο ήρωα του μυθιστορήματος είναι η τεράστια βιβλιοθήκη του, που μαρτυρά την αγάπη του για τη λογοτεχνία και τη ζωή.

Οι ευρωπαϊκές σπουδές και τα βιβλία στα ελληνικά

Ο Σαντιάγο Γκαμπόα γεννήθηκε στην Μπογκοτά το 1965. Σπούδασε Φιλολογία στο Χαβεριανό Πανεπιστήμιο της Μπογκοτά, Ισπανική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Complutense στη Μαδρίτη και Κουβανική Λογοτεχνία στη Σορβόννη. Θεωρείται ένας από τους ανανεωτές της κολομβιανής λογοτεχνίας. Στα ελληνικά κυκλοφορούν τα έργα του Το να χάνεις είναι ζήτημα μεθόδου (εκδ. Opera), Νυχτερινές ικεσίες (εκδ. Πόλις) και Η νύχτα θα είναι μεγάλη (εκδ. Διόπτρα).