Ως το 1870, που ψηφίστηκε στη Βρετανία η Married Women’s Property Act, οι παντρεμένες γυναίκες δεν είχαν νομική υπόσταση ανεξάρτητη από τους άνδρες τους, δεν είχαν το δικαίωμα να διαθέτουν περιουσία, ούτε και να υποβάλλουν στις Αρχές αίτηση διαζυγίου, ενώ, όταν χώριζαν, την επιμέλεια των παιδιών τους την είχε αποκλειστικά ο σύζυγός τους. Αν κανείς συλλάβει, έστω και στοιχειωδώς, την κατάσταση στην οποία βρίσκονταν τότε οι γυναίκες, θα μπορούσε να θεωρήσει ως ευφημισμό την πασίγνωστη βρετανική φράση «προηγούνται οι κυρίες».
Εκείνα τα χρόνια στα μεσαία και στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα τα κορίτσια φορούσαν κορσέ και για να προκαλέσουν το ενδιαφέρον των υποψήφιων γαμπρών θα έπρεπε να καλλιεργήσουν το διάβασμα, τη μουσική (να παίζουν πιάνο) και τη ζωγραφική. Οι γυναίκες των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων είχαν μηδαμινή σχεδόν εκπαίδευση, δούλευαν σκληρά και ήταν υποχείρια των συζύγων τους.
Πρωτοπόρες στην προ-φεμινιστική εποχή
Και όμως, σε εκείνη την προ-φεμινιστική εποχή και σε μια αγρίως ταξική και πατριαρχική κοινωνία, όπως η βρετανική, αναδείχθηκαν τρεις σημαντικές συγγραφείς: οι αδελφές Σάρλοτ, Εμιλι και Αν Μπροντέ. Οι δύο πρώτες μάλιστα κληροδότησαν στα παγκόσμια Γράμματα δύο από τα κορυφαία μυθιστορήματα όλων των εποχών: Η Σάρλοτ την Τζέιν Εϊρ και η Εμιλι τα Ανεμοδαρμένα ύψη. Η Αν, μολονότι δεν ήταν ασήμαντη συγγραφέας, δεν μπορεί να συγκριθεί με τις αδελφές της και η θέση της περιορίζεται στα πλαίσια της βρετανικής γραμματείας. Γι’ αυτό προφανώς (και καθ’ υπερβολή) χαρακτηρίστηκε από την κριτική ως «Μπροντέ χωρίς ταλέντο».
Η Αν και η Εμιλι πέθαναν πολύ νέες. Η πρώτη στα 29 της χρόνια, το 1849, έναν χρόνο μετά την Εμιλι, που πέθανε στα 30 της έχοντας δημοσιεύσει ένα μόνο μυθιστόρημα, τα Ανεμοδαρμένα ύψη, και αφήνοντας πίσω της, εκτός από αυτό το ανεπανάληπτο βιβλίο, και διακόσια θαυμάσια ποιήματα. Ποιήματα έγραψαν και η Σάρλοτ και η Αν, όμως «ποιήτρια» ήταν η Εμιλι. Οι φίλοι της ποίησης στη χώρα μας έχουν την ευκαιρία να το διαπιστώσουν στα 41 ποιήματά της τα οποία μετέφρασε εξαιρετικά η Βασιλική Σιαφάκα το 2021. Συμπληρώνουν, πιστεύω, το αριστουργηματικό της μυθιστόρημα.
Οταν εκδόθηκαν τα «Ανεμοδαρμένα ύψη», η κριτική τα αντιμετώπισε με αρκετές ενστάσεις. Δεν συνέβη το ίδιο με την «Τζέιν Εϊρ» της Σάρλοτ Μπροντέ, που κυκλοφόρησε επίσης την ίδια χρονιά.
Εκατόν εβδομήντα πέντε χρόνια μετά τον θάνατο της Εμιλι (το 1848) θυμόμαστε ξανά πως τότε εκδηλώνεται το πρώτο «κύμα φεμινισμού» στις Ηνωμένες Πολιτείες, με τη Διακήρυξη των αισθημάτων (Declaration of Sentiments) υπογεγραμμένη από 68 γυναίκες και 32 άνδρες.
Το ότι η χρονολογία συμπίπτει με την έκδοση του πρώτου μεγάλου μυθιστορήματος γραμμένου από γυναίκα τον 19ο αιώνα είναι ίσως τυχαίο, αλλά δεν παύει να έχει τη σημασία του, η οποία είναι ακόμη μεγαλύτερη αν σκεφτεί κανείς ότι στα Ανεμοδαρμένα ύψη αναδεικνύεται ένας χαρακτήρας ανεπανάληπτος και για τα σημερινά δεδομένα: ο Χίθκλιφ, που παρόμοιό του δεν θα συναντήσουμε ούτε στο έργο του μείζονος βρετανού ρεαλιστή Καρόλου Ντίκενς. Μπορεί κανείς να φανταστεί ότι θα υπήρχε συγγραφέας – και μάλιστα γυναίκα, στην πρώιμη βικτωριανή εποχή – που θα εγκαθιστούσε στην αφήγησή της έναν τέτοιο δαιμονικό χαρακτήρα; Και ότι ο χαρακτήρας τούτος θα ήταν ένα μικρό, μαυριδερό ορφανό τσιγγανόπουλο που θα το περιμάζευε από κάποιον δρόμο του Λίβερπουλ ένας βρετανός τζέντλεμαν, ο κ. Ερνσο, και θα το μετέφερε στο σπίτι του (τα Ανεμοδαρμένα ύψη, όπως στον τίτλο του μυθιστορήματος);
Ενα παράφορο πάθος
Ο κ. Ερνσο έχει δύο παιδιά: τον Χίντλεϊ και την Κάθριν. Ο Χίντλεϊ μισεί τον Χίθκλιφ γιατί πιστεύει ότι ο μικρός Τσιγγάνος τού στερεί την αγάπη του πατέρα του. Αλλά τα αισθήματα της Κάθριν για τον Χίθκλιφ είναι διαφορετικά: ανάμεσα σε εκείνη και τον μικρό Τσιγγάνο αναπτύσσεται σιγά-σιγά ένα παράφορο πάθος. Βίαιο, ναρκισσιστικό και αυτοκαταστροφικό. Οταν πεθαίνει ο κ. Ερνσο, ο Χίντλεϊ τον κληρονομεί και φέρεται στον Χίθκλιφ σαν σε υπηρέτη.
Η Κάθριν δεν μπορεί να παντρευτεί τον Χίθκλιφ, που δεν ανήκει στην τάξη της, και παντρεύεται άλλον. Ο Χίθκλιφ θα φύγει πιο μπροστά, με το «στίγμα» της απόρριψης και της βαθιάς προσβολής να τον στοιχειώνει, όμως θα επιστρέψει αργότερα, ευκατάστατος, για να πάρει την εκδίκησή του. Ο Χίντλεϊ καταντά αλκοολικός, χάνει την περιουσία του και γίνεται υποχείριο του Χίθκλιφ. Ο τελευταίος θα καταστρέψει όχι μόνον τον Χίντλεϊ αλλά και όλη την οικογένειά του. Το ίδιο ισχύει και για όσους τον έβλαψαν, αλλά ακόμη και για όσους απλώς δεν συμπαθεί. Αυτό το δαιμονικό πλάσμα μισεί ζωντανούς και νεκρούς. «Τιμωρεί» και εκείνους που έχουν πεθάνει στο μεταξύ, τιμωρώντας τα παιδιά τους.
Ενα σκοτεινό μαριστούργημα
Θα έλεγε κανείς ότι έχουμε ένα τυπικά γοτθικό μυθιστόρημα, όμως τα Ανεμοδαρμένα ύψη δεν είναι μόνο αυτό. Η Εμιλι Μπροντέ το έγραψε «σπάζοντας» την πουριτανική παράδοση, η οποία ήταν ενδημική εκείνα τα χρόνια, για να αποκαλύψει τη σκληρή φύση των ανθρώπων, λες και ήθελε να πληγώσει τους αναγνώστες της. Το μυθιστόρημά της δεν είναι βιβλίο για αδύναμες καρδιές αλλά για βίαιους άνδρες και γυναίκες (επαναστατημένες γυναίκες, φυσικά) που προσπαθούν να ξεφύγουν από την ίδια την οργή τους. Εκείνη η κοπέλα ονόματι Εμιλι Μπροντέ, που δεν αποκάλυπτε τον εσωτερικό της κόσμο, που λάτρευε τη φύση και έκανε ατελείωτους περιπάτους στο ύπαιθρο, έγραψε ένα μοντέρνο μυθιστόρημα χωρίς ίσως να το είχε συνειδητοποιήσει και η ίδια: Ενα σκοτεινό και νοσηρό αριστούργημα, παράγωγο μιας καταπιεσμένης ψυχοσύνθεσης και ενός βαθιού τραύματος της γυναικείας ευαισθησίας.
Δεν είναι ωστόσο ο Χίθκλιφ η μόνη έκτυπη μορφή που θα στοίχειωνε τη βρετανική – όπως και την παγκόσμια – λογοτεχνία. Εκτυπη είναι και η μορφή της Κάθριν, το πάθος της αλλά ταυτοχρόνως και το αίσθημα απώθησης που ένιωθε για τον Χίθκλιφ, πάθος καταστροφικό από το οποίο δεν απαλλάχθηκε ως το τέλος της ζωής της, αφού πέθανε λέγοντας ότι εκείνος ήταν ο μοναδικός άνδρας που αγάπησε.
Κατάκτηση, χωρισμός, εκδίκηση
Ο αναγνώστης θα τα βρει εδώ όλα: την κατάκτηση, την κυριαρχία, τον χωρισμό, την εκδίκηση, το ανεκπλήρωτο πάθος. Πολλοί αναγνώστες διαβάζουν τα Ανεμοδαρμένα ύψη σαν να πρόκειται απλώς για μια εξαιρετικά ελκυστική ερωτική ιστορία – και αυτό επειδή ο συγγραφέας του είναι γυναίκα. Αλλά τι γυναίκα; Και ποιος έρωτας, όταν τον ακυρώνουν οι συνθήκες;
Κάτω από το δράμα και τους θανάτους, που διαδέχονται απανωτά ο ένας τον άλλον, δεν έχουμε μόνο το ρομαντικό στοιχείο αλλά και την υπέρβασή του: την «κοροϊδία» του έρωτα και του δράματος – και αυτό είναι ένα επίσης πρώιμο μοντερνιστικό γνώρισμα. Προφανώς και η αιτία για την οποία έχουν γραφτεί πλήθος ερμηνειών του μυθιστορήματος (ψυχαναλυτικές, μεταφυσικές, κοινωνικές) και άπειρες μεταφορές του στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση. Το έντονο πάθος που διαποτίζει τις σελίδες του βιβλίου το συλλαμβάνει κανείς ευκολότερα αν σκεφτεί πως στη βικτωριανή εποχή η ταξική διαστρωμάτωση δεν ήταν απλώς συνάρτηση της Α’ Βιομηχανικής Επανάστασης αλλά και του καθεστωτικού δόγματος ότι η διαστρωμάτωση αυτή είχε φυλετικά χαρακτηριστικά. Κάθε τάξη, με άλλα λόγια, περιελάμβανε άτομα με τα δικά τους φυλετικά γνωρίσματα. Αντιλαμβανόμαστε τι τόλμη χρειαζόταν για γραφτεί ένα βιβλίο τόσο ανατρεπτικό, όπου μια κοπέλα (η Κάθριν) ερωτεύεται έναν νέο από κατώτερη τάξη, ορφανό, που δεν έχει στον ήλιο μοίρα.
Αναρωτιέται κανείς: Αν δεν υπήρχε η Εμιλι Μπροντέ, θα είχαμε πολύ αργότερα έναν μείζονα πεζογράφο σαν τον Ντ. Χ. Λόρενς;
Οταν εκδόθηκαν τα Ανεμοδαρμένα ύψη, η κριτική τα αντιμετώπισε με αρκετές ενστάσεις. Δεν συνέβη το ίδιο με τη Τζέιν Εϊρ της Σάρλοτ Μπροντέ, που κυκλοφόρησε επίσης την ίδια χρονιά. Το μυθιστόρημά της ήταν τεράστια επιτυχία και παραμένει ως σήμερα ένα από τα μεγαλύτερα ευπώλητα όλων των εποχών. Σε αντίθεση με το ριζοσπαστικό αριστούργημα της Εμιλι, το βιβλίο της Σάρλοτ μοιάζει πιο ισορροπημένο, στην ουσία δηλαδή πιο ευκολοδιάβαστο. Ικανό και σήμερα να προκαλεί συγκινήσεις παρόμοιες με εκείνες που το καθιέρωσαν ως μείζον έργο της παγκόσμιας πεζογραφίας.
Η ψευδωνυμία ήταν ο μόνος τρόπος για να παραβιαστεί, έστω και ανεπαισθήτως, το λογοτεχνικό «άβατο» των ανδρών, που δεν ήταν απλώς αυτοί που έγραφαν και εξέδιδαν τα βιβλία τους, αλλά και εκείνοι που είχαν στα χέρια τους όλο το εκδοτικό σύστημα.
Η Τζέιν Εϊρ, που θα την κατατάσσαμε, έστω και κατά παρέκκλιση, στα λεγόμενα μυθιστορήματα της ενηλικίωσης, έχει τέτοια αμεσότητα που δεν μπορεί παρά να συγκινεί και τους πιο απαιτητικούς αναγνώστες. Και αναδεικνύει με τρόπο μοναδικό το πορτρέτο μιας από τις εντυπωσιακότερες ηρωίδες του παγκόσμιου μυθιστορήματος, ικανή να σταθεί δίπλα στην Εμα Μποβαρί του Φλομπέρ και την Αννα Καρένινα του Τολστόι, μολονότι η Τζέιν Εϊρ δεν είναι η απογοητευμένη αστή όπως η Εμα Μποβαρί ή η τραγική αριστοκράτισσα όπως η Αννα Καρένινα (και οι δύο οδηγούνται στην αυτοκτονία για διαφορετικούς λόγους), αλλά η γυναίκα που δίνει έναν μεγάλο εσωτερικό αγώνα εναντίον της πατριαρχικής κοινωνίας της εποχής της: να ξεπεράσει τα βικτωριανά στερεότυπα και να οδηγηθεί στην αυτογνωσία, δηλαδή να ολοκληρωθεί ως γυναίκα κερδίζοντας την αυτοπεποίθησή της, να ξεπεράσει τις συγκρούσεις ανάμεσα στον έρωτα και στην ανεξαρτησία αφενός και στη συνείδηση και στο πάθος αφετέρου. Το ότι έπειτα από σκληρό αγώνα στο τέλος τα καταφέρνει την αναδεικνύει σε μια από τις σπουδαιότερες γυναίκες που πέρασαν από το ευρωπαϊκό μυθιστόρημα. Δεν είναι ότι κερδίζει τη μάχη εναντίον της κοινωνίας, αλλά ότι κατακτώντας όσα θα την ολοκληρώσουν ως προσωπικότητα, την κοινωνία αυτή, που της βάζει ανυπέρβλητα, συχνά, εμπόδια, η Τζέιν Εϊρ την ξεπερνά. Και όταν καταφέρνει να επιβληθεί με τον δυναμισμό, τη λαμπερή της παρουσία και την αξία της, αυτεξούσια πλέον, υπερασπίζεται τις γυναίκες που αντιδρούν και επαναστατούν εναντίον της πατριαρχικής κοινωνίας της εποχής.
Αυτός είναι ο ένας από τους δύο λόγους για τους οποίους το μυθιστόρημα της Σάρλοτ Μπροντέ δεν έχει γεράσει. Ο δεύτερος έχει να κάνει με τις εκπληκτικές βιωματικές του ποιότητες. Οι γυναίκες αναγνώστριες δεν είναι λίγες οι φορές που ταυτίζονται με την ηρωίδα. Οι άνδρες εξακολουθούν να τη θαυμάζουν, όπως συνέβαινε από την αρχή ακόμη της έκδοσης του βιβλίου. Η Τζέιν Εϊρ, όπως συμβαίνει σε όλα τα μεγάλα μυθιστορήματα, μιλά κατευθείαν και στην καρδιά και στη συνείδηση.
Σάρλοτ και Εμιλι: ένα συναρπαστικό δίδυμο
Τα άλλα τρία μυθιστορήματα που εξέδωσε η Σάρλοτ Μπροντέ δεν είχαν την ίδια επιτυχία. Η τεράστια επιτυχία της Τζέιν Εϊρ επισκίασε τα Ανεμοδαρμένα ύψη για πάνω από έναν αιώνα. Μολονότι βρίσκεται πάντα ψηλά στις αναγνωστικές προτιμήσεις και στην εκτίμηση των κριτικών, τα τελευταία χρόνια η κατάσταση έχει αντιστραφεί.
Οι πληροφορίες που έχουμε είναι πως η Εμιλι και η Σάρλοτ, μολονότι αγαπιόντουσαν, ήταν διαφορετικοί χαρακτήρες. Η Σάρλοτ, ως μεγαλύτερη, είχε την τάση να καθοδηγεί και να «διορθώνει» τη μονήρη και «παράξενη» αδελφή της που μέσα στους ατελείωτους περιπάτους της στη φύση έστηνε τον κόσμο της, τα πάθη και τα δαιμόνιά της που δεν τα κοινοποιούσε σε κανέναν. Αμφότερες ωστόσο συνιστούν το συναρπαστικότερο δίδυμο που παρουσιάστηκε στα παγκόσμια Γράμματα.
Πρώιμες φεμινίστριες
Είναι ασφαλώς εντυπωσιακό που τρεις κόρες ενός ιερέα, η Σάρλοτ, η Εμιλι και η Αν Μπροντέ, θα αναδεικνύονταν όχι μόνο σε σπουδαίες συγγραφείς (οι δύο πρώτες κορυφαίες) αλλά και σε πρώιμες φεμινίστριες μέσω της λογοτεχνίας. Εγραφαν από πολύ μικρές μαζί με τον αδελφό τους Μπράνγουελ, από τον οποίο ήταν οικονομικά εξαρτημένες. Είχαν πολύ καλή εκπαίδευση για εκείνα τα χρόνια, τόσο στη Βρετανία όσο και στο Οικοτροφείο Εγκέρ των Βρυξελλών, όπου φοίτησαν η Σάρλοτ και η Εμιλι, αλλά χρήματα δεν είχαν. Ο αδελφός τους απέτυχε σε όσα δοκίμασε και δεν κατάφερε να γίνει ούτε καλός συγγραφέας ούτε αξιόλογος ζωγράφος, όπως το επιθυμούσε, και πέθανε αλκοολικός.
Ανδρικά ψευδώνυμα
Και οι τρεις αδελφές έγραφαν από πολύ μικρές και οι Σάρλοτ και Εμιλι, δύο χρόνια πριν εκδώσουν τα αριστουργηματικά τους μυθιστορήματα, εξέδωσαν το 1846 από κοινού με την Αν ένα βιβλίο με ποιήματα που έφερε τον τίτλο Ποιήματα των Καρέρ, Ελις και Ακτον Μπελ. Είκοσι από αυτά ήταν της Σάρλοτ, άλλα 20 της Αν και 21 της Εμιλι. Χρησιμοποίησαν ανδρικά ψευδώνυμα: Κάρερ είναι η Σάρλοτ, Ελις η Εμιλι και Ακτον η Αν. Τον λόγο τον εξήγησε η Σάρλοτ: «Πρέπει να κινούμαστε αόρατες» είπε. Δηλαδή η λογοτεχνία ήταν ανδρική «επικράτεια». Μάλιστα, με το ίδιο ψευδώνυμο εξέδωσε τη Τζέιν Εϊρ η Σάρλοτ δύο χρόνια αργότερα και αντίστοιχα με το δικό της η Εμιλι τα Ανεμοδαρμένα ύψη. Η ψευδωνυμία ήταν ο μόνος τρόπος για να παραβιαστεί, έστω και ανεπαισθήτως, το λογοτεχνικό «άβατο» των ανδρών, που δεν ήταν απλώς αυτοί που έγραφαν και εξέδιδαν τα βιβλία τους, αλλά και εκείνοι που είχαν στα χέρια τους όλο το εκδοτικό σύστημα, από τον Τύπο ως τους εκδοτικούς οίκους, ελέγχοντας τους κριτικούς και ανεβοκατεβάζοντας αξίες.
Η συμβολή της λογοτεχνίας στη γυναικεία χειραφέτηση ήταν τεράστια. Δεν είναι υπερβολή να ισχυριστούμε πως τις απαρχές της θα τις βρούμε στα πρώιμα έργα των αδελφών Μπροντέ. Πολλές γυναίκες χειραφετήθηκαν αργότερα μέσω της τέχνης και της λογοτεχνίας. Μια από αυτές ήταν και η Κολέτ. Για την Κολέτ όμως στο επόμενο…