«Μου άρεσε να περπατάω – να περπατάω και να διαβάζω, να περπατάω και να σκέφτομαι». Εντυπωσιακή ικανότητα, ομολογουμένως. Και άκακη, φαινομενικά. Oταν όμως ενηλικιώνεσαι στη δεκαετία του 1970, όταν είσαι, πιο συγκεκριμένα, μια εσωστρεφής και λιγομίλητη κοπέλα 18 χρονών και ζεις σε μια γκρίζα γειτονιά του Μπέλφαστ, κατά την περίοδο των «Ταραχών» στη Βόρεια Ιρλανδία, όπου ισχύει ο διαχωρισμός «εμείς» και «αυτοί», όπου υπάρχουν «εθνικιστές» και «ενωσίτες» και συν τοις άλλοις μια εχθρική χώρα «πέρα από το νερό», τότε μπορεί και να μπλέξεις άσχημα, πολύ άσχημα, εκεί που δεν το περιμένεις. Αυτό ακριβώς παθαίνει η κεντρική ηρωίδα (και η κυκλική ροή της συνείδησής της) στο βιβλίο Ο γαλατάς της Αννα Μπερνς. Πρόκειται για το μυθιστόρημα που το 2018 τιμήθηκε τόσο με το Βραβείο Booker στο Ηνωμένο Βασίλειο όσο και με το Εθνικό Βραβείο του Κύκλου των Κριτικών στις ΗΠΑ. Η πρωτοπρόσωπη αφηγήτρια (η «Μεσαία αδελφή» σε μια πολύτεκνη οικογένεια η οποία έχει σημαδευθεί ποικιλοτρόπως από την «πολιτική κατάσταση», από θάνατο και εξορία), χωρίς καθόλου να το θέλει ή να το επιδιώκει, γίνεται η πέτρα του σκανδάλου, το έρμαιο μιας «υποτιθέμενης σχέσης» που της φορτώνει η αδηφάγα κοινότητά της, ένα αποπνικτικό σύμπαν «κλειστό, λαβυρινθώδες, μυστικοπαθές, τρομερά κουτσομπολίστικο, πουριτανικό αλλά πρόστυχο».
Μια σημαδιακή μέρα λοιπόν εκείνη διαβάζει απορροφημένη τον Ιβανόη. Τότε εμφανίζεται ο «γαλατάς» και την πλευρίζει κανονικότατα προτρέποντάς τη να μπει στο αυτοκίνητό του. Ωστόσο μην αναρωτιέστε για τα εισαγωγικά που μόλις προηγήθηκαν. Ασφαλώς και δεν είναι συμβατικός γαλατάς τούτος ο μυστηριώδης άντρας, αντιθέτως, είναι ένας μεσόκοπος παραστρατιωτικός του IRA, «ένας από τους υψηλόβαθμους και περιφανείς εθνικιστές της γειτονιάς μας», που ενσαρκώνει ένα νέο είδος «αγωνιστή», όχι ιδεαλιστικό, αλλά γκανγκστερικό. Η κοπέλα αρνείται μεν την πρότασή του αλλά αυτό, όπως περίτρανα αποδεικνύεται, δεν έχει καμία απολύτως σημασία. Διότι το «σεξουαλικό κυνηγητό» συνεχίζεται, ακολουθούν δηλαδή κι άλλες συναντήσεις με τον «γαλατά», είτε πραγματικές είτε «κοινοτικά κατασκευασμένες», που μάλιστα καταγράφονται από τις κρατικές μυστικές υπηρεσίες, και ό,τι προοδευτικά κυριαρχεί δεν είναι η αλήθεια, αυτό που όντως συμβαίνει, αλλά οι ανεξέλεγκτες διαδόσεις, οι κακεντρεχείς φήμες, η συντριπτική σπερμολογία, την οποία αρχικά την είχε πυροδοτήσει ο σύζυγος της μεγάλης αδελφής της πρωταγωνίστριας. Ο «γαλατάς» είναι μια παρουσία ανατριχιαστικά υπαινικτική, απειλητικά μεθοδική. Και θα οδηγήσει την άλλη – το αντικείμενο του πόθου του – στα όρια της ψυχολογικής αντοχής. Δεν πέφτει να κοιμηθεί, ας πούμε, αν δεν κοιτάξει κάτω από το κρεβάτι της, πίσω από την πόρτα ή στην ντουλάπα του υπνοδωματίου. Η ίδια, εξίσου πιεσμένη από τον διογκούμενο «ομαδικό φθόνο», θα μεταθέσει την απέχθειά της για τον «γαλατά» προς τον αγαπημένο της, τον «ίσως-φίλο» της, έναν μηχανικό αυτοκινήτων που, από ένα σημείο και μετά, κινδυνεύει να χαρακτηριστεί «προδότης» και να τον βγάλει από τη μέση – τι άλλο; – μια βόμβα.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος