Χαλκίδα, 5 Ιουλίου 1982. Ο φιλόλογος Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος, καθηγητής στη μέση εκπαίδευση, ο οποίος τον προηγούμενο χρόνο είχε τυπώσει τον πρώτο τόμο της κριτικής έκδοσης των Απάντων του Παπαδιαμάντη, με επιστολή του στον κρητικό αρχαιολόγο και πανεπιστημιακό φιλόλογο Στυλιανό Αλεξίου (1921-2013), εκδότη της Βοσκοπούλας, του Απόκοπου, του Ερωτόκριτου και του Διγενή Ακρίτη, εκφράζει τις ευχαριστίες του για τα χρήσιμα και ωφέλιμα μελετήματά του για τα εκδοτικά ζητήματα του Διγενή. Είναι η πρώτη από τις 246 επιστολές που θα ανταλλάξουν οι δύο φιλόλογοι και εκδότες.
Επί τριάντα χρόνια, ως τον θάνατο του Αλεξίου, αλληλογραφούν συστηματικά, ανταλλάσσοντας περίπου πέντε με δέκα επιστολές κατ’ έτος. Τις επιστολές, οι οποίες απόκεινται στη Βικελαία Βιβλιοθήκη Ηρακλείου (Αλεξίου) και στη Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Κρήτης (Τριανταφυλλόπουλου), εξέδωσε στον τόμο Αλληλογραφία (1982-2012) (εκδ. Βικελαίας Βιβλιοθήκης Ηρακλείου), συμπληρωμένο με αναδημοσιεύσεις σχετικών άρθρων του Τριανταφυλλόπουλου και βιβλιογραφικούς πίνακες, ο φιλόλογος Λάμπης Καψετάκης, βιβλιογράφος του Αλεξίου και της συζύγου του, φιλολόγου και εκδότριας Μάρθας Αποσκίτη.
Αναζητώντας αλληλεγγύη
Οι επιστολογράφοι αποστέλλουν ο ένας στον άλλον βιβλία και δημοσιεύματα, σχολιάζουν γλωσσικά ζητήματα, κυρίως όμως μοιράζονται έγνοιες και διορθώσεις για υπό έκδοση ή εκδομένα κείμενά τους. Στο παπαδιαμαντικό corpus ο Κρητικός επισημαίνει την εσφαλμένη επανάληψη μιας παραγράφου και διορθώνει δειράδες του Πηλίου το δενδράδες («Ρόδινα ακρογιάλια») καθώς και «Ο ουρανός σαρωμένος από τον βορράν» το σταυρωμένος («Στο Χριστό στο Κάστρο»). Ο χαλκιδέας φιλόλογος θα λάβει υπόψη του τις διορθώσεις ενσωματώνοντάς τες σε κριτικά υπομνήματα και γλωσσάρια των παπαδιαμαντικών Απάντων.
Αλλά και ο Αλεξίου θα ζητήσει τη βοήθεια του Τριανταφυλλόπουλου όταν μεταφράζει την α΄ ραψωδία της Οδύσσειας: «Θυμάστε αν καθόλου ο Παπαδιαμάντης κάνει πουθενά λόγο για μωβ ή ρόδινες αποχρώσεις της θάλασσας; Θα ήταν περίεργο να του έχει διαφύγει θα μας ήταν χρήσιμο για να δείξομε ότι δεν μπορεί το Αιγαίο να λέγεται «μαύρο», όπως ερμηνεύουν τον «οίνοπα πόντον». Πιστεύω ότι είναι ταυτόσημο με τα «πορφύρεος» και «ιοειδής» που σημαίνουν «μωβ«».
Γλώσσα και μέθοδος
Οι δυο τους έχουν κοινές απόψεις για τη γλώσσα, θαυμάζουν τις χυμώδεις διαλεκτικές επτανησιακές, κρητικές και σκιαθίτικες εκδοχές της και αποστρέφονται τις απλοποιήσεις και τους εκσυγχρονισμούς: «… το μονοτονικό απέτυχε, έγινε μια «τρύπα στο νερό»», «…πώς να θεωρηθεί σοβαρός ο Τριανταφυλλίδης που αναστάτωσε το κλιτικό σύστημα, ισοπέδωσε το βαθειά και βαθιά…» (Αλεξίου, 28/6/1988).
Υποστηρίζουν με σθένος και οι δύο την ανάγκη για κριτικές εκδόσεις νεοελληνικών κειμένων αλλά σπάνια θεωρητικολογούν για τη μεθοδολογία τους. Συμπεραίνουμε όμως τις μεθοδολογικές αρχές τους: Η έμφαση είναι στη λέξη, «Η διόρθωση πρέπει να βασίζεται κυρίως στην έννοια» (Αλεξίου, 12/7/1988), ο κριτικός εκδότης ταυτίζεται με το κείμενο: «Νιώθω σχεδόν σωματικό πόνο – ιδιαίτερα στην περίπτωση του Παπαδιαμάντη – διαπιστώνοντας ότι για τους περισσότερους τα κείμενα είναι σκέτα αντικείμενα. Δεν τα μελετούν, όπως η Δόξα τα παλληκάρια, δεν τα έχουν ερωτευθεί, δεν πάσχουν μαζί [με] τον Κρητικό ή τον νιό του «Πόρφυρα», με τη Φραγκογιαννού […]» (Τριανταφυλλόπουλος, 29/10/1998).
Συνομιλητής για τα διλήμματα
Κυρίως είναι ο Τριανταφυλλόπουλος που παίρνει την πρωτοβουλία να γράψει – αναζητώντας ίσως συνομιλητή ή έναν αλληλέγγυο επιστήμονα στα πρώτα του βήματα ως εκδότη του Παπαδιαμάντη – θέτοντας στην κρίση και στις γνώσεις του Αλεξίου παπαδιαμαντικά του διλήμματα: Είναι σωστή η ανάγνωση «αφοσιοτέρας αναγνώσεως» στον «Λαμπριάτικο Ψάλτη»; Να διορθωθεί τεφρόν το «αφρόν τρίχωμα» στο διήγημα «Στην Αγι-Αναστασά;». Επαινεί τον Αλεξίου για τη φιλολογική σταθερότητα και τη σαφήνεια και θαυμάζει τα ελληνικά του: «… πρέπει να σας συγχαρώ και να σας ευχαριστήσω και για τούτο: για τα θαυμάσια ελληνικά σας, που όλο και πιο σπάνια, δυστυχώς, γίνονται» (5/7/1982).
Η σχέση που καλλιεργείται με τα χρόνια τούς εμψυχώνει και τους ενώνει απέναντι στις νέες ερμηνευτικές σχολές που παραγνωρίζουν το «γράμμα» του κειμένου προχωρώντας σε αυθαίρετες ερμηνείες. Στην επικοινωνία με τον Αλεξίου βρίσκει γαλήνη ο Τριανταφυλλόπουλος όταν τον πλημμυρίζει αγανάκτηση για τις ψυχαναλυτικές ερμηνείες του Παπαδιαμάντη και τις εργασίες του Γκι Σονιέ και των φοιτητών του από τα Παρίσια κι όταν πονάει «σαν γιος που δέρνουν τον πατέρα του» που ο νεοελληνιστής Γιώργος Βελουδής αποκαλεί τον Παπαδιαμάντη «φουκαρά» και «κομπλεξικό χωριατόπαιδο».
«Σεβαστέ μου, κύριε Αλεξίου»
«Σεβαστέ μου, κύριε Αλεξίου» προσφωνεί απαράλλαχτα ο Τριανταφυλλόπουλος τον Αλεξίου. Νιώθει δέος για τον κρητικό δάσκαλο και επιθυμεί την αποδοχή του, κάτι που αποκαλύπτεται στην αφήγηση ενός ονείρου του (27/3/1997): «Χθεσινοβραδινό όνειρο: σε μέρος, που δεν μπορώ να καθορίσω, με εξετάζατε στη Νεοελληνική Φιλολογία. Εγώ δυσανασχετούσα και επέμενα πως ήμουν εντελώς ανέτοιμος, σεις θεωρούσατε ότι ήμουν άριστα καταρτισμένος. Θυμούμαι την πρώτη ερώτηση: βιβλιογραφία της ειδωλολατρίας! Δήλωσα άγνοια, όπως και στις επόμενες». Από τη δυσφορία του που διέψευδε τον δάσκαλο ξυπνάει και δεν τον ξαναπαίρνει ο ύπνος.
Ο μελετητής του έργου των δύο επιστολογράφων θα βρει στην αλληλογραφία στοιχεία ενδιαφέροντα για την εξέλιξη του εκδότη Αλεξίου και του εκδότη Τριανταφυλλόπουλου. Εδώ εκμυστηρεύεται ο Αλεξίου στον Τριανταφυλλόπουλο την πρόθεση να εκδώσει Σολωμό (21/2/1987) και ο δεύτερος εκδηλώνει για πρώτη φορά (17/2/1983) το ενδιαφέρον του για τον μεταφραστή Παπαδιαμάντη, που θα τον απασχολήσει συστηματικά αργότερα.
Στοιχεία της φιλολογικής ζωής της τελευταίας τριακονταετίας γλιστρούν μέσα στις επιστολές: η απώλεια του Νίκου Γιανναδάκη και του Εμμανουήλ Κάσδαγλη και οι συζητήσεις για τη διαδοχή τους στη Βικελαία Βιβλιοθήκη και στο ΜΙΕΤ αντίστοιχα, οι δυσκολίες της «Στιγμής» του Αιμίλιου Καλλιακάτσου, από όπου κυκλοφορούσε τα βιβλία του ο Αλεξίου, οι εκδοτικές διαδικασίες της «Αριάδνης», του επιστημονικού περιοδικού της Φιλοσοφικής Σχολής στην Κρήτη, οι φιλολογικοί διαξιφισμοί στο «Βήμα».
Η μόνη διά ζώσης συνάντησή τους
Οι δυο επιστολογράφοι θα συναντηθούν διά ζώσης μονάχα μία φορά, στις 12/5/1998, στην Ακαδημία Αθηνών, όπου ο Αλεξίου θα μιλήσει για τη λογοτεχνική πορεία του Σολωμού. Η αλληλογραφία ανοίγει στον αναγνώστη την πόρτα του εργαστηρίου του κριτικού εκδότη νεοελληνικών έργων, μιας φιλολογικής δραστηριότητας απαραίτητης, με όλο και λιγότερους θιασώτες πλέον, εμπεριέχει πολύχρωμες ψηφίδες της Ιστορίας των Γραμμάτων μας της τελευταίας τριακονταετίας και αποτελεί, ίσως, ένα από τα τελευταία δείγματα αυτού του πολύ ενδιαφέροντος είδους της αλληλογραφίας μεταξύ ομοτέχνων (ας θυμίσουμε, λόγου χάριν την αλληλογραφία Εφταλιώτη – Πάλλη, Καζαντζάκη – Πρεβελάκη, και του Σεφέρη με Θεοτοκά, Κατσίμπαλη, Λορεντζάτο κ.ά.) που στην ψηφιακή εποχή μετασχηματίζεται, αν δεν εκλείπει οριστικά.
Η τριαδική σχέση
Συνδετικός κρίκος μεταξύ των Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου και Στυλιανού Αλεξίου ήταν ο Ζήσιμος Λορεντζάτος (1915-2004), φίλος του Αλεξίου (βλ. και τον τόμο Στυλιανός Αλεξίου, Ζήσιμος Λορεντζάτος, Αλληλογραφία 1967-2003, επιμ. Κώστας Μπουρναζάκης, Εκδ. Βικελαίας Βιβλιοθήκης, 2010), μέντορας και φιγούρα πατρική για τον Τριανταφυλλόπουλο. Τη σχέση Αλεξίου – Λορεντζάτου – Τριανταφυλλόπουλου, με έμφαση στους δύο τελευταίους, περιγράφει ο Καψετάκης στα Επίμετρα της έκδοσης.