Η πρόσφατη διακοσιετηρίδα της Ελληνικής Επανάστασης αλλά και ένα νέο κύμα θεωρητικού λόγου για τη γυναίκα στο πλαίσιο των Σπουδών Φύλου είχαν ως αποτέλεσμα την πρόσφατη κυκλοφορία εκδόσεων που χαρτογραφούν ίχνη των γυναικών στα χρόνια γύρω από την Επανάσταση.
Η ιστορικός Βασιλική Λάζου (Γυναίκες και Επανάσταση, εκδ. Διόπτρα, 2021) αναζήτησε και κατέγραψε τη συμμετοχή των γυναικών στον Αγώνα αλλά και στα πρώτα χρόνια του ανεξάρτητου ελληνικού βίου και ο ιστορικός Δημήτρης Δημητρόπουλος (Λόγος γυναικών, εκδ. Αντίποδες, 2022) αναζήτησε έγγραφα και επιστολές γυναικών προς την ελληνική επαναστατική διοίκηση των πρώτων χρόνων της Επανάστασης.
Τώρα, στον τόμο Με την πένα σπαθί (επιμ. Σοφία Ντενίση, εκδ. Πατάκη), η Σοφία Ντενίση, καθηγήτρια Ιστορίας και Κριτικής της Λογοτεχνίας στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, και η Βαρβάρα Ρούσσου, που ανήκει στο Εργαστηριακό Διδακτικό Προσωπικό της ίδιας σχολής, ανθολογούν και παρουσιάζουν τον λόγο των γυναικών για την Επανάσταση μέσα από λογοτεχνικά κείμενα κυρίως, που γράφονται από το ξέσπασμα της Επανάστασης ως το 1904.
Συγγραφείς λησμονημένες
Στον τόμο ανθολογούνται δώδεκα γυναίκες συγγραφείς: Μαντώ Μαυρογένους, Ευανθία Καΐρη, Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου, Αγγελική Πάλλη-Μπαρτολομέι (Βαρθολομαίη), Αντωνούσα Καμπουράκη, Μελπομένη Χ. Καπετανάκη, Ελένη Γουσίου, Αιμυλία Θ. Βελ(λ)ιανίτου, Μαριέττα Μπέτσου, Αγανίκη Μαζαράκη, Ελένη Γεωργίου και Ευγενία Ζωγράφου. Ασχολούνται με διαφορετικά είδη: ποίηση και θέατρο, διήγημα και μυθιστόρημα, αυτοβιογραφία, ενώ δεν λείπουν και ρητορικά κείμενα, επιστολές και εκκλήσεις για βοήθεια στον Αγώνα.
Γυναίκες, προνομιούχες πολλές από αυτές σε ό,τι αφορά την κοινωνική θέση και την παιδεία τους, γράφουν για όσα ζουν και γνωρίζουν από πρώτο χέρι, για τις τραγωδίες στη Χίο, στα Ψαρά και στο Μεσολόγγι, για τον αγώνα στην Κρήτη και στο Σούλι. Είναι γυναίκες που στα νεότερα χρόνια λησμονήθηκαν, σημειώνουν οι δύο ανθολόγοι στην πυκνή, εμπεριστατωμένη και ενδιαφέρουσα εισαγωγή τους. Οπωσδήποτε όμως κάποιες δεν είναι ακριβώς άγνωστες και ξεχασμένες.
Ξεχωριστές περιπτώσεις
Η Αυτοβιογραφία της Μουτζάν-Μαρτινέγκου, που εξέδωσε το 1881 ο γιος της, η «πρώτη καθαρόαιμη νεοελληνική πεζογραφική αυτοβιογραφία», έχει γνωρίσει αρκετές πρόσφατες εκδόσεις και έχει μελετηθεί ενδελεχώς. Η Ευανθία Καΐρη, που συνδέεται με τον κύκλο του Κοραή, είναι πλέον μια αναγνωρισμένη λογία του Νεοελληνικού Διαφωτισμού και η τραγωδία της Ο Νικήρατος (1826) – το πρώτο ελληνικό θεατρικό έργο που εκδίδεται με θέμα την Επανάσταση – επανεκδόθηκε επίσης.
Δεν είναι άγνωστη και η παραγωγική φεμινίστρια δημοσιογράφος και εκδότρια Ευγενία Ζωγράφου, διευθύντρια του μακρόβιου περιοδικού Ελληνική Επιθεώρησις (1907-1946). Μεγαλύτερη ορατότητα αποκτά τα τελευταία χρόνια – χάρη και στην έρευνα της Βαρβάρας Ρούσσου – η Αντωνούσα Καμπουράκη, που συμπεριλήφθηκε με απόσπασμα από την τραγωδία της Η Εξοδος του Μεσολογγίου (1875) και στην ποιητική ανθολογία για το 1821 Χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά! (εκδ. Τράπεζα Πειραιώς/ Ιδρυμα Τάκης Σινόπουλος, 2021).
Από όλες ξεχωρίζει ασφαλώς η αρχόντισσα Μαντώ Μαυρογένους, η πιο προβεβλημένη ηρωίδα της Ελληνικής Επανάστασης, μαζί με την Μπουμπουλίνα. Η δράση της, η διάθεση όλης της περιουσίας της στον Αγώνα πεθαίνοντας πάμπτωχη και ο σύντομος αρραβώνας της με τον Δημήτριο Υψηλάντη έχουν συγκινήσει τη λαϊκή φαντασία και την προσωπική δημιουργία. Ωστόσο, η φωνή της, όπως ακούγεται στην Εκκληση προς τις Κυρίες της Αγγλίας (1824) και στην Επιστολή προς τις Παρισινές κυρίες (1825), που ανθολογούνται εδώ, δεν μας είναι γνώριμη.
Πρωτιές και συγκρότηση γυναικείας ταυτότητας
Το ενδιαφέρον ετούτης της ανθολογίας εστιάζεται στην ανάδειξη αυτών των λιγότερο γνωστών πτυχών, αλλά κυρίως στη χαρτογράφηση μαρτυριών και ενδείξεων, μέσα στα κείμενα, της συγκρότησης μιας γυναικείας ταυτότητας.
Θαυμάζουμε τη ρητορική δεινότητα της Μαυρογένους όταν απευθύνεται στο αίσθημα της γυναικείας αλληλεγγύης ζητώντας από τις Ευρωπαίες στήριξη για τις γυναίκες πρόσφυγες του Αγώνα: «Από οποιαδήποτε άποψη και αν εξετάσει κανείς το γυναικείο χαρακτήρα, δεν είναι δυνατόν παρά οι γυναίκες όλων των χριστιανικών κοινοτήτων να είναι πρόθυμες να παράσχουν προστασία στα ατιμασμένα κορίτσια και στις γυναίκες της Ελλάδας».
Τη συγκρότηση μιας γυναικείας ταυτότητας μαρτυρεί και η έμφαση που δίνουν οι συγγραφείς αυτές στη θυσία των γυναικών μέσω πρωταγωνιστικών χαρακτήρων στα έργα τους, όπως η Κλεονίκη στον Νικήρατο της Καΐρη, η Τασούλα [Σκαρλάτου] στην Εξοδο της Καμπουράκη και η Γκούραινα στο ομότιτλο ιστορικό μυθιστόρημα της Ζωγράφου.
Στην περίπτωση της Καμπουράκη – της πρώτης ελληνίδας ποιήτριας που εκδίδει επώνυμα το έργο της, όπως σημειώνεται στον τόμο, η οποία φαίνεται πως δεν είχε το προνόμιο της καλής εκπαίδευσης των αριστοκρατών και αστών γυναικών συγγραφέων –, αξίζει να υπογραμμιστεί εμφατικά το καταγγελτικό σχόλιό της στο προλογικό σημείωμα στα Ποιήματα Τραγικά εμπεριέχοντα διαφόρους πολέμους της Κρήτης επί της Ελληνικής Επαναστάσεως (1840) για τη θέση της γυναίκας στην εποχή της: «Η στιχουργική αύτη εξιστόρησις, συνθεμένη με αχειραγώγητον από παντός είδους παιδείας νουν, είναι φυσικόν πρωϊόν [sic] του γυναικείου πνεύματος, το οποίον η φιλαυτία των ανδρών κατέχει δεσμευμένον εις τον σκοτεινόν της αμαθείας περίβολον, τον οποίον άρχισε να κρημνίζη η φιλοσοφία κατά τον παρόντα αιώνα».
Εχει ενδιαφέρον να μελετήσουμε τα κείμενά τους από την οπτική της «πρωτιάς» – της τόλμης των γυναικών συγγραφέων να καταπιαστούν με ένα λογοτεχνικό είδος και να δημοσιεύσουν – και από την οπτική της συμβολής τους, με την πένα τους, όχι μόνο στον εθνικό αγώνα αλλά και στον αγώνα των γυναικών να αποκτήσουν ορατότητα και να ακουστούν στα κρίσιμα χρόνια της αναζήτησης μιας νέας θέσης για τη γυναίκα, ισότιμης με τον άνδρα, στο κράτος που θα γεννιόταν μέσα από τη φωτιά και το σπαθί.
Λογοτεχνική αξία άνευ φύλου
Σε δεύτερο χρόνο, θα έχει ενδιαφέρον η εξέταση των κειμένων αυτών από λογοτεχνική και κυρίως γλωσσική άποψη, καθώς οι περισσότερες γράφουν σε μια ζωντανή ομιλούμενη γλώσσα. Οι ξεχωριστές φωνές που αναφέρθηκαν παραπάνω διακρίνονται ασφαλώς από κάποιες ελάσσονες φωνές, όπως, για παράδειγμα, η Ελένη Γουσίου με τη μοναδική ποιητική συλλογή Μικρά ανθοδέσμη (1861) και η Αιμυλία Θ. Βελ(λ)ιανίτου με το μοναδικό διήγημα Φιλοπατρία και μητρική αγάπη (1880), έργα και τα δύο γραμμένα σε μια άτεχνη καθαρεύουσα.
Αξίζει οπωσδήποτε οι συγγραφείς που ανθολογούνται στον τόμο να αναδειχθούν και να μνημονεύονται για την ποικίλη συνεισφορά τους στην περίοδο που εξετάζεται. Δεν θα συμφωνήσουμε όμως με τη σημείωση των ανθολόγων ότι «όλα τα έργα τους είναι ισάξια με τα αντίστοιχα των ανδρών ομοτέχνων τους».
Η λογία Αγγελική Πάλλη-Μπαρτολομέι, γόνος ελληνικής εμπορικής οικογένειας, που ζει στην Ιταλία και γράφει στα ιταλικά, είναι πρόδρομη φεμινίστρια και πολύγραφη. Στο φιλολογικό σαλόνι της σύχναζαν ο Μπάιρον και ο Φόσκολο και είναι «η πρώτη Ελληνίδα που γράφει μυθιστόρημα· έστω και στα ιταλικά». Ωστόσο, οι στίχοι της «Τολμούν οι Βάρβαροι/ εις τα Ψαρρά,/ Στόλος των έφθασε,/ κάμνει φθορά.// Σμήνη απάνθρωπα/ ιδού ορμούν,/ Και ο λαός άοπλος/ αχ! θα χαθούν;» από την «Ωδή περί των συμβάντων εις τα Ψαρρά» (1825) οπωσδήποτε δεν συγκρίνονται με τους σολωμικούς στίχους για την καταστροφή των Ψαρών και την καλβική ωδή «Εις Ψαρά». Χωρίς αμφιβολία, αντίστοιχοι στίχοι έχουν γραφεί από άνδρα ομότεχνό της, στίχοι οι οποίοι εξίσου λησμονήθηκαν, και ίσως όχι άδικα.