Στο βιβλίο της διαβάζουμε κάπου τη φράση «η παρατηρήτρια που όλα τα υπομένει». Ταυτίζεται με αυτήν η Μάρω Δούκα; «Oλα οφείλει να τα υπομένει ένας συγγραφέας, το πιστεύω αυτό. Πρώτα από όλα υπομένει τις ατέλειωτες ώρες γραφής, τις ανατροπές της αφήγησης, την ανταρσία, αυτονομία, υπεροψία των ηρώων του. Oσο για μένα, ακόμη και ως άνθρωπος, θα έλεγα, χωρίς να περιαυτολογώ, όλα τα παρατηρώ και όλα τα υπομένω. Κι έτσι αισθάνομαι ότι η ζωή μου δεν πάει χαμένη… Πάντα προσπαθώ να φτάσω ως εκεί που μπορώ, και πάντα με την ιδέα ότι η γλώσσα που χρησιμοποιώ στο κάθε βιβλίο έρχεται απλώς να υπηρετήσει τις ανάγκες του περιεχομένου. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το αποτέλεσμα από αυτή τη σύμπλευση πάντα με ικανοποιεί. Παραλλάσσοντας ένα δίστιχο του Σολωμού θα έλεγα, η γλώσσα μας κι η θάλασσα ποτέ δεν ησυχάζουν» υπογράμμισε η Μάρω Δούκα. Και συμπλήρωσε αμέσως μετά. «Από τη ζωή την ίδια, σήμερα, τι άλλο θα μπορούσα να ζητήσω και να ευχηθώ, πέραν της υγείας μου; Να είναι καλά πρωτίστως η οικογένειά μου, να βρίσκει τους τρόπους του ο κάθε φτωχός να πορεύεται και να παρηγορείται. Να είναι καλά η πατρίδα μας, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει. Oσο για τη γραφή, τι να πω; Μακάρι να γράψω ένα βιβλίο ακόμη… Στο καλό το βιβλίο που διαβάζω συμπυκνώνεται η αντοχή μου και στα βιβλία που με περιμένουν στα ράφια υπομονετικά…». Αν μπορούσε να αλλάξει κάτι, ως διά μαγείας, παίζοντας την τρομπέτα της, τι θα ήταν αυτό; «Για τους άστεγους θα έπαιζα την τρομπέτα μου, για τους ξεριζωμένους μετανάστες, για τα άρρωστα παιδιά, για τους ανήμπορους ηλικιωμένους».