Η συνάντηση της θρησκείας με τις εκκοσμικευμένες ιδεολογίες της νεωτερικότητας αποτελεί σημαντικό κόμβο μελέτης καθώς αναδεικνύει ένα μείζον σημείο ρήξης και συνέχειας της ευρωπαϊκής ιστορίας. Πρόκειται για πεδίο τις παραμέτρους του οποίου ο ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Πασχάλης Κιτρομηλίδης έχει σκιαγραφήσει στο παρελθόν αναλύοντάς το τόσο ως προς τον Διαφωτισμό (Νεοελληνικός Διαφωτισμός, εκδ. ΜΙΕΤ) όσο και ως προς τον εθνικισμό («»Νοερές κοινότητες» και οι απαρχές του εθνικού ζητήματος στα Βαλκάνια» στο Εθνική ταυτότητα και εθνικισμός στη νεότερη Ελλάδα, εκδ. ΜΙΕΤ). Επανερχόμενος σε αυτό με το βιβλίο Θρησκεία και πολιτική στον ορθόδοξο κόσμο (εκδ. Επίκεντρο) επιχειρεί με βάση την παραδειγματική περίπτωση του Οικουμενικού Πατριαρχείου να αποσαφηνίσει «δύο αβάσιμες παραδοχές: πρώτον, ότι η Ορθοδοξία είναι παντελώς ασύμβατη με τον Διαφωτισμό και, δεύτερον, ότι η Ορθοδοξία διακρίνεται από μια εγγενή συνάφεια με τον εθνικισμό».
Τα επτά άρθρα που συγκροτούν τη συλλογή θα μπορούσαν να χωριστούν σε δύο ενότητες. Τα πρώτα τρία τεκμηριώνουν τον διάλογο με τον Διαφωτισμό και τη διάστιξη μεταξύ χριστιανικής οικουμενικότητας και εθνικής ιδεολογίας, ενώ τα επόμενα τρία συγκροτούν μια συνοπτική ιστορία του Οικουμενικού Πατριαρχείου κατά τον 20ό αιώνα, με το έβδομο να λειτουργεί ως σύνοψη των αντινομιών Ορθοδοξίας και εθνικισμού. Ο Πασχάλης Κιτρομηλίδης υπενθυμίζει την παρουσία ενός «εκκλησιαστικού Διαφωτισμού» με ενδεικτικό παράδειγμά του εδώ τον Ιγνάτιο Ουγγροβλαχίας (και επιφανέστερη συνολικά μορφή του τον Ευγένιο Βούλγαρη). Εφιστά την προσοχή στον κατ’ εξοχήν κοσμικό χαρακτήρα της εθνικής ιδεολογίας, ο οποίος προξένησε εξαρχής την αντίθεση του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως εφόσον προσλαμβανόταν ως διασπαστικός της οικουμενικής αρχής. Εμβληματική της αντίληψης αυτής αποτελεί η καταδίκη της μονομερούς ανακήρυξης της βουλγαρικής εξαρχίας το 1872: «H απαίτηση για χωριστή Εκκλησία με εθνοτικά κριτήρια ισοδυναμούσε με την αίρεση του εθνοφυλετισμού». Στενότερα ήταν τα περιθώρια του Πατριαρχείου σε περιπτώσεις όπως η ελληνική, όπου το αίτημα εθνικής Εκκλησίας εκπορευόταν από ένα ήδη σχηματισμένο έθνος-κράτος. Ο συγγραφέας αναγνωρίζει ότι η κρατική ισχύς ενέταξε τις Εκκλησίες σε προγράμματα εθνικών διεκδικήσεων, υπογραμμίζει όμως ότι αυτό δεν συνιστά ειδοποιό χαρακτηριστικό της Ορθοδοξίας: ο Ρωμαιοκαθολικισμός εμπλέκεται στα εθνικά κινήματα της Ιρλανδίας και της Πολωνίας, ο Προτεσταντισμός στη Γερμανία και στη Σκανδιναβία, ενώ ο Αγγλικανισμός για μεγάλο χρονικό διάστημα διατήρησε τον χαρακτήρα κρατικής θρησκείας.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.