ι Βάκχες του Ευριπίδη, που παρουσιάστηκαν (διδάχθηκαν) στο κοινό μετά τον θάνατό του, πρωτοεμφανίστηκαν στην πεζογραφία του Μισέλ Φάις με το μυθιστόρημά του Πορφυρά γέλια (2010), μιλώντας για ένα είδος ιστορικής αλήθειας η οποία αδυνατεί να σηκώσει το βάρος της. Καμία ανθρωποφαγία δεν μπορεί να δικαιωθεί στην Ιστορία, ούτε όμως και να διασώσει τον οποιονδήποτε θεό, αδυνατώντας εκ παραλλήλου να νομιμοποιήσει και την οιαδήποτε θεοδικία. Με αυτή τη δεύτερη, διττή σημασία επαναφέρει ο Φάις τις Βάκχες στην καινούργια του νουβέλα, συνεχίζοντας στη γραμμή των συγγραφικών αυτοπροσωπογραφιών για τον Τζούλιο Καΐμη, τον Γεώργιο Βιζυηνό και τον Φραντς Κάφκα (οι συγγραφείς μιλούν για τον εαυτό τους διά μέσου των γραπτών τους), τις οποίες ξεκίνησε με τα μυθιστορήματά του Το μέλι και η στάχτη του Θεού (2002), Ελληνική αϋπνία (2004) και Η Ερευνήτρια (2020).

Ο διαμελισμός του Πενθέα από τη μάνα του και τις μαινάδες του Διονύσου, με τη διαμεσολάβηση ενός δραματοθεραπευτή, ο οποίος αποδομεί ψυχαναλυτικά τους ευριπίδειους χαρακτήρες, βοηθάει τον συγγραφέα να αναδείξει επί σκηνής μια σύγχρονη φιλοσοφία της αρχαίας τραγωδίας (όπως τουλάχιστον την ξέρουμε από τον Σάιμον Κρίτσλεϊ), όπου συναντιούνται το θέατρο, η πυρετώδης, ασθματική αφήγηση, η ποίηση και η δοκιμιακή έκφραση. Η αμφιλογία και ο σχετικισμός της τραγωδίας (βλ. και το παιχνίδι με τα σπαράγματα του Γοργία) προβάλλονται μέσω ενός Ευριπίδη που οδηγεί την τραγωδία στην αγκαλιά του τερατώδους, του αποκρουστικού, αλλά και της μαύρης κωμωδίας.

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω