Μεταξύ 1969 και 1998 η Βόρεια Ιρλανδία βίωσε μια σειρά αιματηρών συγκρούσεων ανάμεσα στους Ρεπουμπλικανούς, στη συντριπτική τους πλειοψηφία καθολικούς που επιζητούσαν την ένωση με τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας, και τους Ενωτικούς, κατά κύριο λόγο προτεστάντες, οι οποίοι επιθυμούσαν την παραμονή στο Ηνωμένο Βασίλειο. Στις έξι κομητείες του Ολστερ, κατάλοιπο της βρετανικής κυριαρχίας που έληξε μερικώς με τον Πόλεμο της Ιρλανδικής Ανεξαρτησίας (1919-1921) και τον Ιρλανδικό Εμφύλιο (1922-1923), διαιωνιζόταν η πολιτική υπεροχή του προτεσταντικού στοιχείου έναντι του δημογραφικά ανερχόμενου καθολικού και διασταυρώνονταν όλα τα ταυτοτικά, κοινωνικά και εθνοθρησκευτικά ρήγματα της Μεγάλης Βρετανίας. Η ανάφλεξη κατέστησε το Μπέλφαστ μία από τις πιο γνώριμες εικόνες διαιρεμένων πόλεων μαζί με τη Λευκωσία και τη Βηρυτό, κόστισε 3.500 νεκρούς και 47.000 τραυματίες και έγινε γνωστή με τον ευφημισμό «Ταραχές» («The Troubles»): καμία παράταξη δεν θέλησε να επιβάλει μια πιο σαφή περιγραφή σε κάτι που υπήρξε ουσιαστικά ένας ακήρυκτος εμφύλιος πόλεμος. Εκκινώντας από το προσωπικό, τη διαβόητη στην εποχή της απαγωγή της Τζιν Μακόνβιλ, μητέρας 10 παιδιών, τον Δεκέμβριο του 1972, το βιβλίο του αμερικανού δημοσιογράφου Πάτρικ Ράντεν Κιφ Μην πεις λέξη (εκδ. Μεταίχμιο) ανάγεται υποδειγματικά στο γενικό σκιαγραφώντας τις συνθήκες και τις συνέπειες της δράσης του Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού, του λεγόμενου «Προσωρινού IRA».

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω