Μια κόρη είναι ξαπλωμένη σε ένα ελληνικό ανάκλιντρο. Τα λυτά μαλλιά της απλώνονται στο κεντητό μαξιλάρι. Τα μάτια κλειστά, τα χείλη αδιόρατα μισάνοιχτα. Το αριστερό πόδι προβάλλει λυγισμένο κάτω από τις πλούσιες πτυχώσεις του σεντονιού.
Το δεξί χέρι αναπαύεται στο πλευρό της και το αριστερό, στο στήθος της, κρατά έναν σταυρό. Σκαλισμένη σε μάρμαρο, η «Κοιμωμένη του Χαλεπά» είναι το διασημότερο επιτύμβιο γλυπτό του Α΄ Νεκροταφείου Αθηνών, ένα τοπόσημο με το οποίο έχει ταυτιστεί αμετάκλητα η αθηναϊκή νεκρόπολη. Αυτή ήταν η Σοφία Αφεντάκη, που πέθανε σε ηλικία 18 ετών από φυματίωση. Ο Χαλεπάς ποιος ήταν; Ηταν ο «ποιητής του μαρμάρου», ο «ιδιοφυής καλλιτέχνης», όπως έγραφαν οι εφημερίδες τον Σεπτέμβριο του 1938, μετά τον δικό του θάνατο, ο χορτασμένος επιτυχίες και τιμές;
Ο Τήνιος Γιαννούλης Χαλεπάς είχε μια μυθιστορηματική ζωή, που θα πει μια ζωή περιπετειώδη και δραματική για όσους την κοιτάμε απ’ έξω, με επώδυνες δοκιμασίες και δυστυχίες για εκείνον που την έζησε. Δύο φάσεις φωτεινής δημιουργικότητας χωρίζονται από μια μακρά σκοτεινή περίοδο παραφροσύνης και εγκλεισμού σε δημόσιο ψυχιατρείο. Η ζωή του έλληνα Βαν Γκογκ – με τον οποίο συχνά παρομοιάζεται ο Χαλεπάς για το ταλέντο και τον βίο του – ενέπνευσε πολλούς. Ο Στρατής Δούκας ασχολήθηκε συστηματικά με τον βίο αυτού του «αγίου» σε δύο βιβλία του. Η Ρέα Γαλανάκη τού αφιέρωσε μία από τις νουβέλες του τόμου Δυο γυναίκες, δυο θεές (Καστανιώτης, 2017). Τώρα ο σκιτσογράφος Θανάσης Πέτρου, στην τέταρτη και εκτενέστερη συνεργασία του με τον σεναριογράφο Δημήτρη Βανέλλη, μεταφέρει την τεθλασμένη πορεία της ζωής του Χαλεπά σε ασπρόμαυρα καρέ, στο graphic novel Γιαννούλης Χαλεπάς. Ο μύθος της νεοελληνική γλυπτικής (Πατάκης, 2019).
Συνέχεια στη σελίδα 3