Τον Ιούλιο του 1972, ο εικοσιπεντάχρονος Λάκης Προγκίδης, αριστερών πεποιθήσεων, μόλις αποφυλακισθείς ύστερα από τετραετή φυλάκιση από τη χούντα των συνταγματαρχών, μελαγχολεί που αναφερόμενος στην εμπειρία της φυλακής έχει απογοητεύσει τον κύριο Σ., ομοϊδεάτη φίλο του πατέρα του. Οταν εκείνος τον ρώτησε «Και με τη σεξουαλική επιθυμία, τι έκανες;», απάντησε «Αυνανιζόμουν», διαψεύδοντας τις προσδοκίες αυταπάρνησης του κυρίου Σ. Αυτό τον απασχολεί ένα απόγευμα, κάτω από μια συστοιχία από ακακίες, όταν θυμάται αίφνης τον Λούντβιχ, τον πρωταγωνιστή του Αστείου του Μίλαν Κούντερα που είχε πρόσφατα διαβάσει. Αρχίζει να σείεται από ένα παράξενο, ανεξήγητο γέλιο. Θα είναι αυτό η πρώτη «μυθιστορηματική εμπειρία» του. Το 1980 πηγαίνει στο Παρίσι, διαβάζει Ραμπελέ στα αγγλικά, ενθουσιάζεται μαζί του και αποφασίζει για χάρη του να υιοθετήσει τα γαλλικά ως γλώσσα του και τη Γαλλία ως χώρα του. Παρακολουθεί τα σεμινάρια για το μυθιστόρημα του Κούντερα στην Ecole des Hautes Études en Sciences Sociales, σπουδάζει λογοτεχνία, κάνει μια διατριβή για τον Παπαδιαμάντη, γράφει κριτικά κείμενα για το μυθιστόρημα και τον Σκιαθίτη και διευθύνει από το 1993 την περιοδική έκδοση L’atelier du roman.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος