«Για την ανάθεση ενός σπουδαίου κτίσματος θα πουλούσα την ψυχή μου, σαν τον Φάουστ. Τώρα είχα βρει τον δικό μου Μεφιστοφελή. Δεν έμοιαζε λιγότερο ελκυστικός από εκείνον του Γκαίτε». Αυτά γράφει στις Αναμνήσεις του ο Αλμπερτ Σπέερ, ο λαμπρός αρχιτέκτονας που έγινε υπουργός Εξοπλισμών του Χίτλερ, του «Μεφιστοφελή» του 20ού αιώνα.
Αυτόν τον «Μεφιστοφελή» θα συναντούσε σε μια μπιραρία στο Μόναχο τον Νοέμβριο του 1922 ένα άλλο ταλέντο, ο Ερνστ Χανφστένγκλ, την ιστορία του οποίου μεταφέρει στο πρώτο του μυθιστόρημα με τίτλο «Πούτζι» (εκδ. Gutenberg) o γάλλος ιστορικός και δημοσιογράφος Τομάς Σνεγκαρόφ. Ο Χανφστένγκλ ήταν εξαιρετικός πιανίστας, με πατέρα Γερμανό και μητέρα Αμερικανίδα, ευκατάστατος, με σπουδές στο Χάρβαρντ και σπουδαίες γνωριμίες στη Γερμανία και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο μαγνητισμός που άσκησε στον πιανίστα ο ηγέτης των ναζιστών ήταν απίστευτος.
Εναν χρόνο αργότερα, όταν ο Χίτλερ επιχείρησε το αποτυχημένο πραξικόπημά του για να καταλάβει την εξουσία, ο πιανίστας τον έκρυψε στη βίλα του, όπου ο Χίτλερ συνελήφθη. Ο Χανφστένγκλ έμεινε πιστός στον «Μεφιστοφελή» του, τον βοήθησε να γράψει το βιβλίο του Ο Αγών μου και συνέβαλε οικονομικά στην έκδοσή του. Ο Χίτλερ έμεινε στη φυλακή έναν χρόνο. Μετά την αποφυλάκισή του, και για τα επόμενα έντεκα χρόνια, ο δεσμός ανάμεσα στους δύο άνδρες ήταν στενότατος. Ο Χανφστένγκλ έγινε ο προσωπικός πιανίστας του Χίτλερ, τον εισήγαγε στα μυστικά της βαγκνερικής μουσικής, βοηθούσε οικονομικά το ναζιστικό κόμμα και ανέλαβε γραμματέας του Γ΄ Ράιχ για τον ξένο Τύπο.
«Πούτζι» θα πει «ανθρωπάκος»
Ο πιανίστας ήταν δύο μέτρα ψηλός, αλλά στους ναζιστικούς κύκλους ήταν γνωστός με το παιδικό του παρατσούκλι «Πούτζι», που θα πει «ανθρωπάκος». Ο Πούτζι ονειρευόταν μια συμμαχία Ηνωμένων Πολιτειών και Γερμανίας, αλλά η ιδέα της «αμερικανοποίησης» του Γ΄ Ράιχ προκαλούσε την απέχθεια των ηγετικών στελεχών των ναζιστών, με εντονότερη εκείνη του Γκέμπελς. Πολύ σύντομα ο πιανίστας θα έπεφτε σε δυσμένεια και το καθεστώς θα σχεδίαζε την εξόντωσή του. Με μυθιστορηματικό τρόπο εκείνος την απέφυγε και κατέφυγε στην Αμερική, όπου έγινε πληροφοριοδότης του προέδρου Ρούσβελτ σχετικά με τα όσα συνέβαιναν στη Γερμανία. Τον αμερικανό πρόεδρο τον είχε συναντήσει στο Χάρβαρντ στις αρχές του 20ού αιώνα, όταν ο Ρούσβελτ ήταν νέος γερουσιαστής και εκείνος λαμπρός φοιτητής στο πανεπιστήμιο, από όπου αποφοίτησε το 1909.
Τα γεγονότα που συνθέτουν τη ζωή του Πούτζι μοιάζει σαν να ξεπερνούν τη φαντασία και του πιο ευρηματικού μυθιστοριογράφου. Ο πιανίστας ενσάρκωνε μια εποχή. Υπήρξε θύμα των ιδεοληψιών του, ωστόσο δεν ήταν ο μόνος. Ηταν αντισημίτης, όμως ο αντισημιτισμός κυριαρχούσε τότε σε μεγάλα στρώματα του πληθυσμού όχι μόνο της Ευρώπης αλλά και της Αμερικής. Κατάφερε να αθωωθεί για το ναζιστικό παρελθόν του και να επιστρέψει στον γενέθλιο τόπο του το 1949. Παρά το παρελθόν του, δεν ανήκε στα «μεγάλα ψάρια». Πέθανε το 1975 στα 88 του χρόνια.
Μυθιστορηματικό χρονικόΗ ιστορία του Χανφστένγκλ έχει καταγραφεί από τη δεκαετία του 1990, αλλά η καταγραφή της από τον Σνεγκαρόφ την έκανε γνωστή στο κοινό. Την εξέδωσε ο Gallimard πριν από τρία χρόνια και προκάλεσε αίσθηση. Δεν είναι ασφαλώς «μεγάλο» μυθιστόρημα. Είναι όμως ένα εξαιρετικό χρονικό που διαβάζεται σαν μυθιστόρημα και ενσωματώνει πλήθος ξεχασμένες ή άγνωστες λεπτομέρειες, στις οποίες, όπως ξέρουμε, κρύβεται ο Διάβολος, ή αλλιώς ο Μεφιστοφελής του Πούτζι.