Υπήρξε μια εποχή στις αρχές της δεκαετίας του ’80 που μαζί με τα μπεστ σέλερ των Τζον Λε Καρέ, Ρόμπερτ Λάντλαμ και Τζακ Χίγκινς, εκείνα του Στίβεν Κινγκ βρίσκονταν στα σταντ κάθε περιπτέρου σε διπλή εκδοχή – ελληνικά για το εγχώριο αναγνωστικό κοινό, ξενόγλωσσα για τους επισκέπτες του καλοκαιριού. Συγγραφέας ήδη μιας μακράς σειράς επιτυχημένων βιβλίων, τρία από τα οποία είχαν ήδη μεταφερθεί στον κινηματογράφο από τους Μπράιαν Ντε Πάλμα, Στάνλεϊ Κιούμπρικ και Τζον Κάρπεντερ, ο Κινγκ αναγνωριζόταν ως «ο βασιλιάς του τρόμου», κυρίαρχος ενός ολόκληρου πεδίου της λαϊκής λογοτεχνίας – και περιορισμένος συνάμα σε αυτό. Σαράντα χρόνια αργότερα, διαβάζοντας κανείς τις πρόσφατες επανεκδόσεις της Λάμψης και του Κορακιού από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος συναινεί ασυζητητί στον χαρακτηρισμό: page-turners ολκής, η κατάβαση του Τζακ Τόρανς στα έγκατα του δαιμονικού ξενοδοχείου «Η Θέα» και η αποκαλυψιακού χαρακτήρα πάλη του Καλού με το Κακό (από κοινού με μια πράγματι τρομακτική περιγραφή πανδημίας) αποτελούν τον ορισμό της ξένοιαστης αναγνωστικής απόλαυσης. Εκ των υστέρων, όμως, μπορεί να δει επίσης ότι τα 61 μυθιστορήματα και τα περισσότερα από 200 διηγήματά του δεν διακρίνονται μόνο για τις αρετές του ρυθμού και της φρικίασης που τα ώθησαν σε 350 εκατομμύρια αντίτυπα παγκοσμίως. Μέσα από την παράδοση του υπερφυσικού ο Στίβεν Κινγκ σκιαγραφεί μια εικόνα της νοοτροπίας της επαρχίας, της ρεπουμπλικανικής «κόκκινης Αμερικής».

Δαίμονες στις πολίχνες

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω