Οπωσδήποτε, ακόμη και σήμερα, προξενεί κάποια εντύπωση, ίσως και αμηχανία, στον αναγνώστη ένα βιβλίο του Ανδρέα Κάλβου το οποίο δεν περιέχει τις αναμενόμενες είκοσι ωδές – παράδειγμα, αυτό που μας προσφέρει ο Νάσος Βαγενάς.

Η έκδοση περιλαμβάνει την ελληνική μετάφραση της ημιτελούς τραγωδίας Ιππίας (Jppia) και ελάχιστων σπαραγμάτων μιας άλλης, γνωστής με τον συμβατικό τίτλο Αβαντίδας (Abantida), καθώς και εισαγωγικά κείμενα του επιμελητή. Το υλικό, που σήμερα βλέπει το φως από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια, είχε περιληφθεί (μαζί με το ιταλικό πρωτότυπο) στον πρώτο τόμο της σειράς Ανδρέας Κάλβος. Εργα και Αλληλογραφία (εκδ. Μουσείου Μπενάκη, 2021).

Παράδοξο, ίσως, αλλά για να καταλάβουμε τη θέση της έκδοσης στη ροή των καλβικών μελετών, πρέπει να ξεκινήσουμε από την αφιέρωση: «Στη μνήμη του Mario Vitti, που άλλαξε τις καλβικές σπουδές» – και αυτό δεν είναι σχήμα λόγου. Αν και ιταλόγλωσσα έργα του Κάλβου είχαν γίνει γνωστά από τις αρχές του 20ού αιώνα (με βασικότερη συμβολή την έκδοση του Γεωργίου Ζώρα, το 1938), την πρώτη ουσιαστική πρόταση για τον αναπροσανατολισμό της έρευνας και τον απεγκλωβισμό του Κάλβου από την εικόνα τού αποκλειστικά ελληνόγλωσσου ποιητή αποτέλεσαν οι σπουδαίες εκδόσεις του Βίτι (1960, 1963).

Ο δρόμος που υπέδειξε αυτός και ακολούθησε πρώτος ο Βαγενάς (ο οποίος καθιέρωσε τον όρο «παραμόρφωση του Κάλβου»), κατόπιν και άλλοι μελετητές, άρχισε σταδιακά να οδηγεί σε άλλους ορίζοντες. Καρπός αυτής της μακράς διαδικασίας είναι και ο σημερινός Ιππίας.

Σύνθεση και μέθοδος

Ο Ιππίας σώθηκε άτιτλος στα καλβικά χαρτιά που εντόπισε ο Βίτι στο Αρχιγυμνάσιο της Μπολόνια και εκδόθηκε από τον ίδιο το 1960. Πυρήνας του είναι η σύγκρουση των τυραννομάχων Αρμόδιου και Αριστογείτονα με τους Πεισιστρατίδες, τον Ιππαρχο και τον Ιππία, αλλά ο Κάλβος αναπλάθει το θέμα με μεγαλύτερη ελευθερία, προκειμένου να προσδώσει στην ιστορία μεγαλύτερη δραματική ένταση και να προκαλέσει την αναγκαία κατά Αλφιέρι «αμηχανία» (perplessità) στον θεατή, αντλώντας και από πηγές πέραν της ελληνικής γραμματείας: μια επιλογή που γνωρίζουμε και από τη σύνθεση του Θηραμένη.

Ποιο είναι το βασικό χαρακτηριστικό της μεθόδου του Βαγενά; Είναι η τοποθέτηση της τραγωδίας (της δραματουργικής θεωρίας, της σύλληψης και της επεξεργασίας) μέσα στο ιταλικό περιβάλλον που τη γέννησε. Εστω και αν δεν συμφωνούν όλοι οι μελετητές για τον χρόνο σύνθεσής της (ο Βίτι και άλλοι την τοποθετούν κοντά στον Θηραμένη, ο Βαγενάς αργότερα, στο διάστημα από τα τέλη του 1820 μέχρι τον Απρίλιο του 1821, κατά τη δεύτερη διαμονή του Κάλβου στη Φλωρεντία), είναι σαφές ότι αυτή αποτελεί γέννημα των ζυμώσεων του ιταλικού θεάτρου κατά τα πρώτα χρόνια του Risorgimento: με δεδομένη, μάλιστα, τη συμμετοχή του Κάλβου στην Καρμπονερία της Τοσκάνης, ο Βαγενάς κάνει λόγο για «καρμποναρική τραγωδία», την οποία συνδέει και με τη δική του βιωμένη ιστορία: την καρμποναρική του εμπειρία.

Επιπλέον, με βάση το διαθέσιμο υλικό, επαναξιολογεί την τραγωδία και τεκμηριώνει όχι μόνο την απομάκρυνση του νεαρού ποιητή από τον μέντορά του, τον Ούγκο Φόσκολο, αλλά και τη «μαθητεία» του στον Βιτόριο Αλφιέρι και στον Βιντσέντσο Μόντι, υπερβαίνοντας την παλαιότερη, αξιωματική θέση του Κ. Θ. Δημαρά ότι αφού ο Κάλβος συνδεόταν με τον Φόσκολο, «δεν χρειάζεται να φτάσουμε μέχρι τον Αλφιέρι».

Ειδικότερα για την επιρροή του τελευταίου, ο Βαγενάς, πέραν των άλλων, εσωτερικών / δραματικών στοιχείων, επιμένει στα τρία στάδια της σύνθεσης, όπως αυτά μαρτυρούνται ρητά από το καλβικό χειρόγραφο και καθρεφτίζουν το μάθημα του Αλφιέρι: προηγείται ο σχεδιασμός της υπόθεσης (ideare), ακολουθεί η ανάλυση των σκηνών σε πεζό (stendere), όπου και καθορίζονται ο γενικός και ο ειδικός σκοπός κάθε σκηνής, για να ολοκληρωθεί η διαδικασία με τη στιχοποίηση (verseggiare· ο Κάλβος κατέλιπε σε στίχους μόνο τις τρεις πρώτες πράξεις).

Ανδρέας Κάλβος. Ιππίας. Εισαγωγή – μετάφραση Νάσος Βαγενάς. Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 2024, σελ. 144, τιμή 11,66 ευρώ

«Τραγωδία της ελευθερίας»

Απότοκο αυτής της βασικής μεθοδολογικής αρχής είναι η παραπέρα ανάγνωση του Βαγενά. Ο Ιππίας, μια «τραγωδία της ελευθερίας», η «πιο αλφιερική τραγωδία» του Κάλβου, χτίζεται πάνω στην αντίθεση «virtù – vizio» (κοινός τόπος των τραγωδιών του Αλφιέρι και μεγάλου μέρους του ιταλικού «ρεπουμπλικανικού θεάτρου»), αλλά η δραματική πλοκή και η θεατρική αποτελεσματικότητά του υπηρετούνται κυρίως από το δυναμικό ζεύγος «simulazione (υποκρισία) – dissimulazione (απόκρυψη)», στοιχείο που διαφοροποιεί μεθοδολογικά απολύτως τον Ιππία από τον Θηραμένη, αποδεικνύοντας τη σαφώς μεγαλύτερη ωριμότητα στη σύνθεση του πρώτου (την αντίστοιχη μέθοδο εντοπίζει ο Βαγενάς και στη σύνθεση του Αβαντίδα).

Στον Ιππία, η θερμοκρασία είναι υψηλή, γιατί η σύγκρουση, δραματουργικά δυναμική και ερεθιστική, δεν συντελείται ευθύγραμμα και στατικά, όπως στον Θηραμένη, μεταξύ φαύλων και ενάρετων τυράννων ή μεταξύ δηλωμένων οπαδών της ελευθερίας και της τυραννίας, αλλά μεταξύ δύο αντίπαλων ζευγών, καθένα από τα οποία αποτελείται από δύο αντίθετους χαρακτήρες: το ζεύγος των τυράννων αποτελείται από τον «ανοιχτό (aperto) τύραννο» Ιππαρχο και τον «υποκριτή (simulatore) τύραννο» Ιππία (τον «δολερό τύραννο», όπως ωραία το λέει ο Βαγενάς), ενώ εκείνο των ενάρετων τυραννομάχων από τον «ανοιχτό (aperto)» Αρμόδιο και τον «κρυπτόμενο (dissimulatore)» Αριστογείτονα, ο οποίος πείθει τον Αρμόδιο να υποκριθούν, να κρύψουν τα αντιτυραννικά τους αισθήματα, αφού «για την απόκτηση της ελευθερίας, η εξαπάτηση δεν αποτελεί απάτη».

Και έτσι τεκμηριώνεται ο κυριαρχικός ρόλος του Ιππία στη δραματική εξέλιξη και δικαιολογείται η επιλογή του ονόματός του από τον Βίτι ως τίτλου της τραγωδίας: είναι αυτός που υποκρινόμενος τον φίλο των τυραννομάχων θα παίξει διπλό παιχνίδι, ώστε να τους διευκολύνει μεν στη θανάτωση του Ιππαρχου, αλλά και να τους οδηγήσει στη σφαγή από το πλήθος, παραμένοντας αυτός κυρίαρχος.

Ο Βαγενάς δεν θα μείνει σε αυτή την – κρίσιμη, ούτως ή άλλως – παρατήρηση για τη βαθύτερη ιστορικά και δραματουργικά κατανόηση της τραγωδίας, αλλά θα αναζητήσει την ιστορία του ζεύγους «υποκρισία 0 απόκρυψη» μέσα στην ιταλική θεατρική θεωρία και στην ιστορία της πολιτικής σκέψης, αναγόμενος στον Μακιαβέλι, κυρίως όμως σε κείμενα τα οποία αναδείκνυαν τη σημασία της «έντιμης απόκρυψης» (dissimulazione onesta) ως έσχατου όπλου απέναντι στην τυραννική εξουσία: ο Ιππίας είναι παιδί του ιταλικού θεάτρου.

Τραγικός και πολιτικός ποιητής

Μέσα στις εισαγωγικές σελίδες θα ιχνηλατηθεί λεπτομερειακά η θεατρική πορεία του Κάλβου, θα αναδειχθούν πειστικά οι υπόγειες συνδέσεις των προβληματικών του Ιππία με θεματικούς πυρήνες των ωδών, θα υπογραμμιστεί η σταθερή ρεπουμπλικανική πολιτική θέση του ποιητή και η βαθιά θεωρητική και ποιητική κατάρτισή του ως poeta tragico: γόνιμοι καρποί και στέρεες κατακτήσεις της ιστορικοποίησης των φιλολογικών δεδομένων, μακριά από αντι-ιστορικές και αδιέξοδες ελληνοκεντρικές αναγνώσεις.

Μια τελευταία, αναγκαστικά επιγραμματική, παρατήρηση μπορεί να διατυπωθεί εδώ. Αν ισχύει η χρονολόγηση του Ιππία από τον Βαγενά, αυτό σημαίνει ότι ο Κάλβος μετά το 1819 (χρονιά έκδοσης της ωδής «Ελπίς πατρίδος») και πριν από τον σεισμό της Επανάστασης, συνέχιζε να δημιουργεί στην ιταλική ποίηση (το 1818 και το 1820 εξέδωσε, άλλωστε, στο Λονδίνο την επίσης ιταλόγλωσση τραγωδία Δαναΐδες), παράλληλα με την επιθυμία του να παρουσιάσει μια μεγαλύτερη ελληνική σύνθεση, όπως έγραφε στον Γκίλφορντ, το 1819 (σύνθεση που όλο και περισσότερο πιστεύουμε σήμερα πως μαρτυρεί το «Ατιτλο απόσπασμα ελληνικού ποιήματος») και να δοκιμαστεί στα ελληνικά, όπως μαρτυρούν κάποιες από τις ωδές της πρώτης συλλογής που δεν συνδέονται νοηματικά με την Επανάσταση. Στοιχείο σημαντικό για τις όχι ευθύγραμμες, όχι μονότροπες διαδρομές της μακράς ποιητικής, ιδεολογικής και εν τέλει εθνικής του διαμόρφωσης.

Ο κ. Δημήτρης Αρβανιτάκης είναι ιστορικός, υπεύθυνος εκδόσεων του Μουσείου Μπενάκη.