Οι ανοιχτοί χώροι τη βασάνιζαν από τότε που ήταν μικρή. Διόλου τυχαίο στην περίπτωσή της. Κάτι που, ασφαλώς, κατανοούμε στην πορεία. Η ενατένιση του ουρανού, για παράδειγμα, δεν της προκαλούσε ανεμελιά αλλά άγχος. Σε τέτοιον μάλιστα βαθμό που ακόμα και στο σχολείο έπαιρνε μαζί της μια μαύρη ομπρέλα. Τα πειράγματα των άλλων παιδιών δεν την ένοιαζαν. Ετσι ήταν η Λούντο, παράξενη. Οταν η Οντέτε, η αγαπημένη αδελφή της, παντρεύτηκε τον Ορλάντο, έναν χήρο και άτεκνο μηχανικό που εργαζόταν στα ορυχεία εξόρυξης διαμαντιών της Ανγκόλας, η Λούντο εγκατέλειψε το Αβέιρο και πήγε να ζήσει μαζί τους εκεί, σε μια άγνωστη χώρα της Δυτικής Αφρικής η οποία υπήρξε για αιώνες αποικία της αυτοκρατορικής Πορτογαλίας. Το κρίσιμο στοιχείο, εν προκειμένω, είναι ο χρόνος. Πότε συμβαίνουν όλα αυτά; Λίγο προτού η Ανγκόλα κηρύξει την ανεξαρτησία της, το 1975, και μετατραπεί ακολούθως σε κομμουνιστικό καθεστώς. Επρόκειτο για μια περίοδο όχι απλώς ταραχώδη αλλά χαοτική, για έναν εμφύλιο πόλεμο που άρχισε την εποχή εκείνη, έλαβε διεθνή διάσταση και έληξε, επί της ουσίας, μόλις το 2002.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.