Χαράλαμπος-Δημήτρης Γουνελάς
Νεοζηλανδοί στην άμυνα και στο ελληνικό αντάρτικο, 1941-1945
Eκδόσεις Επίκεντρο, 2018
σελ. 344, τιμή 15 ευρώ
Είναι αλήθεια ότι στην πλούσια βιβλιογραφία για τις μάχες και την αντίσταση των Ελλήνων κατά των Γερμανών και των συνεργατών τους, δεν είχε εξεταστεί ίσαμε σήμερα ο ρόλος των Νεοζηλανδών, είτε στο πλαίσιο των τακτικών μαχών που δόθηκαν από τα συμμαχικά στρατεύματα στην Ελλάδα εναντίον του Αξονα, είτε στην οργάνωση και στις δολιοφθορές των κυριότερων αντιστασιακών ομάδων απέναντι στις κατοχικές δυνάμεις. Και τούτο, ίσως επειδή έχει παγιωθεί ο όρος «σύμμαχοι» να ταυτίζεται κατ’ ουσίαν (αν όχι σχεδόν αποκλειστικά) με τους Βρετανούς. Και όμως: ξεκινώντας από την άκρη του κόσμου, χιλιάδες ήταν οι νεοζηλανδοί στρατιώτες που έσπευσαν να καταταγούν για να πολεμήσουν τη φασιστική απειλή (πάνω από το 10% του συνολικού πληθυσμού της χώρας), μεταφερόμενοι σε χώρους που βρίσκονταν χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από την καταπράσινη πατρίδα τους – μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.
Μέρος, λοιπόν, του Νεοζηλανδικού Στρατού έλαβε μέρος στις συγκρούσεις των Συμμάχων εναντίον των γερμανικών στρατευμάτων στη Βεύη, στον Αλιάκμονα, στον Πλαταμώνα, στα Τέμπη, στις Θερμοπύλες, στην Κόρινθο, στην Κρήτη κ.α., πληρώνοντας αρκετά βαρύ τίμημα: 291 νεκροί, 599 τραυματίες και 1.640 αιχμάλωτοι στην κυρίως Ελλάδα και άλλοι 671 θανόντες, 967 τραυματισθέντες και 2.180 που αιχμαλωτίστηκαν μόνο κατά τη Μάχη της Κρήτης κάθε άλλο παρά λίγοι θα μπορούσαν να θεωρηθούν· ας σημειωθεί ενδεικτικά ότι περίπου ένα στα δέκα του συνολικού αριθμού των θυμάτων του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου για τους Νεοζηλανδούς σκοτώθηκε στην Ελλάδα. Ετσι, συνέβαλαν αποφασιστικά στο να επιτευχθεί σοβαρή καθυστέρηση στα επεκτατικά σχέδια του Χίτλερ, επιφέροντας παράλληλα σημαντικές απώλειες σε επίλεκτες δυνάμεις του στρατού του.
Κατοχή και Αντίσταση
Ενδιαφέρον, ωστόσο, παρουσιάζει και η ανάμειξη νεοζηλανδών αξιωματικών ως συνδέσμων της Ειδικής Βρετανικής Αποστολής (SOE) με τις κυριότερες ελληνικές αντιστασιακές οργανώσεις (ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, ΕΔΕΣ, ΕΚΚΑ κ.ά.) – και ιδίως τριών εξ αυτών, του Τομ Μπαρνς, Αρθουρ Εντμοντς και Τζον Αλαν Μάλγκαν, οι οποίοι, μαζί με τους συμπατριώτες τους Ντον Στοτ, Γουίλιαμ Τζόρνταν, Αρθουρ Χάμπαρντ, Ντάντλεϊ Τσόρτσιλ Πέρκινς κ.ά., συμμετείχαν σε αρκετά σαμποτάζ και φρόντισαν για την καλύτερη οργάνωση και υλική ενίσχυση των ανταρτικών ομάδων, ακολουθώντας τη διαταγή του Τσόρτσιλ: «Ο εχθρός πρέπει να καίγεται και να αιμορραγεί από παντού» και εφαρμόζοντας μιαν παλαιόθεν δοκιμασμένη τακτική, καταπώς σημειώνουν οι κοινωνιολόγοι-φιλόσοφοι Χαρντ και Νέγκρι: «Πράγματι μια κυρίαρχη στρατιωτική δύναμη συχνά βρίσκεται σε μειονεκτική θέση σε ασύμμετρες συγκρούσεις, και το κλειδί της λύσης βρίσκεται στην αντάρτικη στρατηγική από την εποχή που ομάδες ισπανών αγροτών βασάνιζαν τον στρατό του Ναπολέοντα: ανέτρεπαν τη διαφορά στρατιωτικής δύναμης και μετέτρεπαν την αδυναμία σε υπεροχή». Την ανάμειξη, λοιπόν, αυτή επιχειρεί να αναδείξει στο εδώ συζητούμενο βιβλίο του ο Χαράλαμπος-Δημήτρης Γουνελάς, που υπηρέτησε επί δεκαετίες ως καθηγητής σε ελληνικά πανεπιστήμια (πρωτίστως στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης).
Δεν μένει, όμως, ο Γουνελάς στην απλή εξιστόρηση όσων διαδραματίστηκαν στην ταραγμένη εκείνη εποχή και στη συμμετοχή των Νεοζηλανδών σε αυτά. Θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι αυτή ήταν απλώς η αφορμή γι’ αυτόν, προκειμένου να ξεκαθαρίσει ο ίδιος ουσιαστικά ζητήματα (κοινωνικά, πολιτικά, φιλοσοφικά, ιδεολογικά) που φαίνεται να τον απασχολούν για τα συγκεκριμένα χρόνια. Οσο και αν ο ίδιος σωστά διατείνεται πως η Ιστορία «διαμορφώνεται ως αποτέλεσμα αναρίθμητων αιτιών και καταλήγει στο χαρτί να είναι εν πολλοίς μια αφήγηση που στηρίζεται σε υποκειμενικές επιλογές» (σελ. 16), προσπαθεί να θεωρήσει τη σύνθετη πραγματικότητα της περιόδου πολυπρισματικά, χωρίς αγκυλώσεις και εμμονές – μολονότι κάποιες φορές δεν αποφεύγει να δει τα πράγματα υπό το φως των ιδεολογικών του καταβολών (ενδεχομένως, αυτοβιογραφούμενος).
Εριδες και λάθη
Σε κάθε περίπτωση, ο αναγνώστης έχει την ευκαιρία να αναστοχαστεί για όσα συνέβησαν την ταραγμένη εκείνη εποχή, έχοντας στη διάθεσή του, πέρα από τις εν πολλοίς γνωστές πληροφορίες που μπορεί να βρει σε πλήθος συναφών πηγών, αρκετά δεδομένα και αρχειακά τεκμήρια που δεν είναι εύκολα προσβάσιμα στο πλατύ κοινό. Ετσι, μεταξύ άλλων, μαθαίνει πολλά κανείς, λ.χ., ως προς τη διστακτικότητα ελλήνων στρατιωτικών (και κυρίως του Αλέξανδρου Παπάγου) να συνδράμουν άμεσα τις συμμαχικές στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον των Γερμανών στην ελληνική ενδοχώρα, τις στρατηγικές χρηματοδότησης και εξοπλισμού των ελληνικών αντιστασιακών οργανώσεων από τους Συμμάχους και τις εξ αυτών έριδες που προέκυπταν, την αγγλική εμπλοκή στη «στρατολόγηση» έμπιστων σε αυτούς πολιτών μετά την απελευθέρωση, τις κόντρες μεταξύ του βρετανικού υπουργείου των Εξωτερικών και των Μυστικών Υπηρεσιών στη Μέση Ανατολή.
Συναρπαστική, πάντως, είναι η αφήγηση των καθεκάστων της ζωής και της δράσης των νεοζηλανδών αξιωματικών που έδρασαν μαζί με τους έλληνες αντάρτες, στο πλαίσιο της Ειδικής Βρετανικής Αποστολής (SOE) – ειδικότερα δε του Τζον Αλαν Μάλγκαν, ο οποίος πιθανότατα έπεσε θύμα κατασκοπευτικών μηχανορραφιών και βρήκε περίεργο (τουλάχιστον) τέλος στο Κάιρο, στις 26 Απριλίου του 1945, το οποίο άνετα θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για τη συγγραφή ενός ενδιαφέροντος αφηγήματος/μελετήματος που θα επιχειρήσει να διαλευκάνει τις συνθήκες υπό τις οποίες κινήθηκε και απεβίωσε ο εν λόγω αξιωματικός.
Στοχασμός της Ιστορίας
Συμπερασματικά, ο Γουνελάς μάς πρόσφερε ένα ερεθιστικό και πολύ ενδιαφέρον, από πολλές απόψεις, βιβλίο, στο οποίο, εκτός από την εξιστόρηση και την ερμηνευτική ανάλυση των γεγονότων, συχνά διαβάζει κανείς αποφάνσεις μεστές και ουσιαστικές, οι οποίες, ενδεχομένως, απορρέουν από τη βαθιά και πολυετή ενασχόληση του μελετητή με τον φιλοσοφικό στοχασμό και τις συνιστώσες της ιδεολογίας – όπως οι ακόλουθες, με τις οποίες δύσκολα θα μπορούσε να διαφωνήσει κάποιος: «Και αν ακόμη θεωρηθεί ως ματαιοπονία η όλη προσπάθεια, αναγνωρίζει κανείς ότι πάντα η ιστορία των πολέμων καταλήγει σε μια τραγική ειρωνεία. Ολοι οι πόλεμοι είναι απονενοημένες πράξεις καταστροφής και των δύο εμπλεκομένων» (σελ. 55) ή «Το δίδαγμα από τα γεγονότα είναι ότι δεν πρέπει να αναμειγνύονται τμήματα διαφορετικών εθνοτήτων σε στρατιωτικές επιχειρήσεις, γιατί δεν φαίνεται να εναρμονίζονται εύκολα μεταξύ τους και στο τέλος ο ένας ρίχνει τα λάθη στον άλλον» (σ. 57) και «Πάντως, σε τέτοιου είδους συνθήκες σκληρής αντιπαλότητας, όπως αυτή μεταξύ αριστερών και δεξιών, ο άνθρωπος αδυνατεί να στοχαστεί και παραδόξως θεωρεί τις πράξεις του ως συνέπεια πειθαρχίας προς την εκπλήρωση ενός σκοπού» (σελ. 149).
Ο καλαίσθητος αυτός τόμος συμπληρώνεται από πλούσιο εικονογραφικό υλικό, που κάνει την ανάγνωσή του πιο απολαυστική, και εκτεταμένη βιβλιογραφία, η οποία καλύπτει με επάρκεια το συζητούμενο υλικό. Καρπός πολύμοχθης και πολύχρονης έρευνας, το βιβλίο του Γουνελά αξίζει να διαβαστεί όχι μόνο από όσους ενδιαφέρονται για την περίοδο, αλλά και από το ευρύτερο κοινό.
Ο κ. Γιώργος Ανδρειωμένος είναι καθηγητής Νεοελληνικής Φιλολογίας και αντιπρύτανης στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου.