Το όνομα του Μανόλη Τριανταφυλλίδη, του δημοτικιστή και πρωτοπόρου της γλωσσοεκπαιδευτικής μεταρρύθμισης στα χρόνια των μεγάλων εντάσεων του γλωσσικού ζητήματος στις αρχές του 20ού αιώνα, δεν είναι άγνωστο στην ελληνική κοινωνία. Το πρωτομαθαίνουμε στα παιδικά μας χρόνια, από τα βιβλία της σχολικής μας ζωής, κι έκτοτε κάνουμε συχνά λόγο για «Γραμματική Τριανταφυλλίδη», «ορθογραφία Τριανταφυλλίδη», «Λεξικό Τριανταφυλλίδη».

Ο Τριανταφυλλίδης είναι ένα αναγνωρίσιμο brand της γλωσσικής μας ιστορίας. Λιγότερα είναι γνωστά για τη ζωή και την προσωπικότητα του ανθρώπου αυτού. Μια πρώτη γνωριμία με τον άνθρωπο Τριανταφυλλίδη έγινε με την κυκλοφορία των ανέκδοτων αυτόγραφων Aυτοβιογραφικών σελίδων των ετών 1907-1909 οι οποίες εκδόθηκαν με την επιμέλεια του Λίνου Πολίτη (Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών [ΙΝΣ], 1979).

Ο προσεκτικός αναγνώστης θα αντλήσει πληροφορίες από τα μελετήματά του στον τόμο Το πορτρέτο του ανθρώπου μέσα στην εποχή του. Μανόλης Τριανταφυλλίδης. Επιλογή από το έργο του (ΙΝΣ, 1982) που επιμελήθηκε ο νεοελληνιστής Ξ. Α. Κοκόλης και από το βιογραφικό σχεδίασμα Μανόλης Α. Τριανταφυλλίδης (1883-1959). Σελίδες από τη ζωή και το έργο του (Μουσείο Μπενάκη, 2010) που σκιαγράφησε ο μαθητής και συνεργάτης του Γιώργος Γ. Αλισανδράτος.

Μια πιο απτή γνωριμία με τη σύνθετη προσωπικότητα του Μανόλη Tριανταφυλλίδη προσφέρει τώρα το λεύκωμα Μανόλης Τριανταφυλλίδης (1883-1959). Ενα αποτύπωμα (ΙΝΣ, 2023, ελεύθερα προσβάσιμο, στο https://ins.web.auth.gr) το οποίο επιμελήθηκε η φιλόλογος Βάσω Μελικίδου.

Ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης σε ηλικία 15 ετών.

Για τη ζωή και το έργο του

Αντλώντας από χειρόγραφα, εκδόσεις, ημερολογιακές σημειώσεις, την αλληλογραφία, τα υπηρεσιακά και προσωπικά έγγραφα και το πλούσιο φωτογραφικό υλικό του Αρχείου Τριανταφυλλίδη, που αριθμεί 12.632 τεκμήρια, το λεύκωμα συνθέτει την επιστημονική διαδρομή του Τριανταφυλλίδη και πτυχές της προσωπικής του ζωής σε μια εξαιρετικά κατατοπιστική και ενδιαφέρουσα αφήγηση.

Συνδεδεμένος στη συλλογική μνήμη με το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, στο οποίο κληροδότησε την περιουσία του για τη δημιουργία του ΙΝΣ προκειμένου να συνεχιστεί το έργο του και να ωφεληθούν τα Ελληνόπουλα που «βασανίζονται και ζημιώνουν από τη γλωσσική ακαταστασία που βασιλεύει στην παιδεία και στη ζωή μας», ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης γεννήθηκε και πέθανε στην Αθήνα όπου έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του.

Μεγάλωσε στο άνετο περιβάλλον μιας εύπορης αστικής οικογένειας, με αγάπη για τα γράμματα. Μαθαίνει να διαβάζει στα πέντε με τη βοήθεια της μητέρας του και μέχρι να πάει στο σχολείο έχει μάθει να μιλά γερμανικά από τη γερμανίδα γκουβερνάντα του. Οι σχέσεις με τους γονείς, ιδιαίτερα με τη μητέρα του, Ιουλία, και τα μικρότερα αδέρφια του, Μαθιό και Ελένη, είναι στενές και αγαπητικές και αποκαλούν ο ένας τον άλλον με τρυφερά παρατσούκλια. Τον Μανόλη αποκαλούν «Καραφοντάν»: «Εις το ταξίδι μας την Τετάρτην επεράσαμεν καλά, την Πέμπτην όμως είχαμεν τρικυμίαν […] και ο Καραφοντάν έκαμε τρεις φορές εμετόν» γράφει στη μητέρα τους ο Μαθιός από τον Αγιο Στέφανο Κωνσταντινούπολης (20/8/1895).

Η διαμόρφωση του δημοτικιστή

Φοιτητής, στην τάξη του καθαρευουσιάνου γλωσσολόγου Γεώργιου Χατζιδάκι, θα είναι μάρτυρας των γεγονότων των Ευαγγελικών. «Οτε εγένοντο αι ταραχαί εις το μάθημα του Χατζιδάκι ήμην εν τη αιθούση» γράφει στον Μαθιό (10/11/1901). Πριν αναχωρήσει για μεταπτυχιακές σπουδές στη Γερμανία δημοσιεύει το 1905 το πρώτο τεύχος του μελετήματος Ξενηλασία ή ισοτέλεια; Μελέτη περί των ξένων λέξεων της Νέας Ελληνικής. Θα συνεχίσει την έρευνα στο ίδιο θέμα στη διάρκεια της διδακτορικής του διατριβής (Μελέτες για τις δάνειες λέξεις της μεσαιωνικής ελληνικής δημώδους γραμματείας) με τον βυζαντινολόγο Καρλ Κρουμπάχερ, ο οποίος τον αποτρέπει από σπουδές Παιδαγωγικής στις οποίες στόχευε αρχικά ο Μανόλης. Μεθοδικός ερευνητής, σχεδιάζει γλωσσικά και παιδαγωγικά πειράματα και τα υλοποιεί σε σχολεία της Θεσσαλίας και της Στερεάς Ελλάδας, ενώ παράλληλα παρακολουθεί μαθήματα σε σχολεία της Ελβετίας και της Αγγλίας.

Στις 10 Οκτωβρίου του 1907 συναντιέται με τον Γιάννη Ψυχάρη στο Παρίσι. «Το ζήτημα δεν είναι γλωσσικό, είναι εθνικό. Θέλομε γραμματική για τα παιδιά. Θέλομε γλώσσα που να μαθαίνεται» λέει εκείνος και τα ζωντανά λόγια και η επιβλητικότητά του κάνουν ζωηρή εντύπωση στον νεαρό γλωσσολόγο. Μέσα σε αυτό το κλίμα διαμορφώνεται ο μαχόμενος δημοτικιστής που το 1912 κάνει την αδερφή του Ελένη να διαμαρτύρεται: «Ηθελα κι άλλες φορές ήδη να σου ‘γραφα πως η δημοτική σου γλώσσα που γράφεις δεν είναι πάντα και ωραία. Υπόθεσε γράφεις: προ μερικές μέρες. Ποιος το λέγει αυτό; Κι αν το λες ποτέ εσύ, είναι βεβιασμένο. […] Αν γράψεις βιβλίο, γράψε το όπως θέλεις, καθαρά δημοτικό, μα όταν γράφεις ή μιλάς δεν πρέπει να βιάζεις την γλώσσα» (12/4/1912).

Ο «πλάνερ» και το μεγάλο «αν»

Στα χρόνια αυτά, ο Τριανταφυλλίδης αλληλογραφεί με ομοϊδεάτες δημοτικιστές, παίρνει μέρος στην ίδρυση του Εκπαιδευτικού Ομίλου (1910), αναλαμβάνει υπεύθυνος του Δελτίου του και, με τον ερχομό του στην Ελλάδα, εργάζεται ως συντάκτης στο Ιστορικόν Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών, που είχε ιδρύσει το 1908 ο Χατζιδάκις. Καινοτομεί θεσμοθετώντας τις επιτόπιες έρευνες για τη συλλογή γλωσσικού υλικού και οργανώνει μεθοδικά τις εργασίες του λεξικού – είναι ένας «πλάνερ», με τα λόγια του γλωσσολόγου Σπύρου Α. Μοσχονά. Σύμφωνα με πίνακα εργασίας που σώζεται στο Αρχείο του, σχεδιάζει την περαίωση της έρευνας, του ελέγχου και της σύνταξης των λημμάτων από το Α ως Ζ το 1921. Οταν οι προτάσεις του για την καλύτερη οργάνωση του Λεξικού δεν γίνονται δεκτές, ο Τριανταφυλλίδης αποχωρεί. Μένουμε με την απορία τι θα συνέβαινε αν η Ακαδημία είχε δεχτεί τις προτάσεις του, καθώς ο Τόμος Ζ΄ (διάλεξη – δόγης) του λεξικού τυπώθηκε μόλις το 2022.

Η διέξοδος της Θεσσαλονίκης

Ο οραματιστής αλλά και πραγματιστής δημοτικιστής αντιλαμβάνεται ότι «έξω από το κράτος και χωρίς τη συνδρομή του δεν μπορεί να γίνει δουλειά μεγάλη και πλατιά». Οταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος αναθέτει στον ίδιο, στον Δελμούζο και στον Γληνό την επόπτευση των ζητημάτων της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης (1917-1920), ο Τριανταφυλλίδης θα εργαστεί για την καθιέρωση της δημοτικής στην εκπαίδευση. Το μικρόβιο του δασκάλου έχει και ο ίδιος.

«Επιθυμώ τώρα να γίνω καθηγητής, γιατί μ’ όλες τις αδυναμίες μου, αισθάνομαι τη δύναμη να πετύχω, να ωφελήσω και να ξυπνήσω και να κινήσω» γράφει στο ημερολόγιό του (1/3/1924). Ομως το συντηρητικό Πανεπιστήμιο της Αθήνας απορρίπτει την αίτηση του δημοτικιστή και γλωσσικού μεταρρυθμιστή για την έδρα της Γλωσσολογίας κάθε φορά από το 1924 ως το 1948. Το ίδιο πράττει και η Ακαδημία Αθηνών το 1949, με τον Χατζιδάκι να ασκεί πολεμική εναντίον του.

Το 1926, ωστόσο, διορίζεται καθηγητής στην έδρα της Μεσαιωνικής και Νέας Ελληνικής Γλωσσολογίας στο νεοσύστατο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Μετρώντας στο διάστημα αυτό τις απώλειες του πατέρα του (1928), της μητέρας του (1932) και του Μαθιού (1933) – η ευαίσθητη Ελένη είχε ήδη πεθάνει το 1913 – το 1934 παραιτείται για λόγους υγείας και επιστρέφει στην Αθήνα. Αφιερώνει τα επόμενα χρόνια στη συγγραφή της Γραμματικής του – η οποία ολοκληρώνεται με παρότρυνση του Ιωάννη Μεταξά και τυπώνεται το 1941 – αλλά και στη διδασκαλία, κάνοντας φροντιστήρια σε φοιτητές στη διάρκεια της Κατοχής και του Εμφυλίου.

Τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια της ζωής του η νόσος του Πάρκινσον δυσκολεύει την ομιλία του και τη γραφή. Η γραμματέας του, φιλόλογος Ελενα Πολίτη, και παλιοί μαθητές και φίλοι τον βοηθούν στη συγγραφή των βιβλίων του και στην οργάνωση του Αρχείου του. Ως τον θάνατό του ζει μόνος, με την αφοσιωμένη οικονόμο του και το καναρίνι του.

Το Αρχείο και η παρακαταθήκη

«Καταχωρούσε τα πάντα, είχε στόχο τη δημιουργία Αρχείου και άφησε ένα Αρχείο με τεράστια ποικιλία και εύρος, απόλυτα οργανωμένο με τη βοήθεια των συνεργατών του» σχολιάζει στο «Βήμα» η Βάσω Μελικίδου. Από τη μελέτη του εντυπωσιάζει «η απαράμιλλη οργανωτικότητα του Τριανταφυλλίδη, η εκπληκτική του ενσυναίσθηση και η ικανότητά του να συμφιλιώνει αντιθετικά πράγματα. Ο κοσμοπολίτης μεγαλοαστός των ταξιδιών και των σπορ ήταν ταυτόχρονα ανυπόκριτα λαϊκός και επικοινωνούσε με όλους».

Απόσπασμα από το «Υπόμνημα περί του Ιστορικού Λεξικού», στο οποίο συμπεριλαμβάνονται προτάσεις του Μ. Τριανταφυλλίδη για την καλύτερη οργάνωση του Λεξικού.

Το καίριο παράδειγμα του Τριανταφυλλίδη όταν μιλάμε για μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση επισημαίνει ως σημαντική παρακαταθήκη ο γλωσσολόγος Γιώργος Παπαναστασίου, διευθυντής του ΙΝΣ: «Γνώριζε τα πρωτοποριακά ευρωπαϊκά εκπαιδευτικά συστήματα της εποχής του αλλά δεν επιδίωξε να τα αντιγράψει, επιχείρησε να μετουσιώσει τη διεθνή πρωτοπορία της εποχής του στον ελλαδικό χώρο έχοντας κατανοήσει από κοντά την ελληνική πραγματικότητα, μιλώντας με μαθητές και με λειτουργούς της εκπαίδευσης».

Καρτ ποστάλ από τον Σίγκμουντ Φρόιντ προς τον Μ. Τριανταφυλλίδη τον Φεβρουάριο του 1920. Ο Φρόιντ ευχαριστεί τον Τριανταφυλλίδη, ίσως για ένα σύγγραμμα που του είχε στείλει.

Ο πατέρας, οι γυναίκες και η ψυχανάλυση

Αρχοντικό, ωραίο και πρόσχαρο και ταυτόχρονα απλό και καταδεκτικό περιγράφουν τον Τριανταφυλλίδη ο Αλισανδράτος και ο Βενέζης που τον γνώρισαν, ικανό να εμπνέει τους ανθρώπους γύρω του και να δημιουργεί πνευματική ατμόσφαιρα.

Εχοντας παρακολουθήσει διαλέξεις του Φρόιντ, έχοντας κάνει ψυχανάλυση, ο Τριανταφυλλίδης αυτοαναλύεται συχνά στα ημερολόγιά του.

Ωστόσο, όπως αποτυπώνουν οι ημερολογιακές του σημειώσεις, αυτός ο χαρισματικός άνθρωπος βασανιζόταν κατά καιρούς από μοναξιά αλλά και μια ιδιαίτερη ευαισθησία απέναντι στη γνώμη και στα λόγια όσων τον ενδιαφέρουν. Εχοντας παρακολουθήσει διαλέξεις του Φρόιντ, γνωρίζοντας προσωπικά τον ίδιο και τον Αντλερ, έχοντας κάνει ψυχανάλυση, αυτοαναλύεται συχνά στα ημερολόγιά του.

Το λεύκωμα κινητοποιεί τη διάθεση του βιογράφου για περαιτέρω διερεύνηση του ψυχισμού του και των προσωπικών σχέσεων του Τριανταφυλλίδη – «Η χαρά γίνεται πιο απτή στο σπίτι, όπου η νοικοκυρά ακτινοβολεί και μου έβαλε ένα μπουκέτο τριαντάφυλλα στο τραπέζι· σε λίγο εμφανίζεται και η Λέα, κρυμμένη στο πλαϊνό δωμάτιο. Και η ευάρεστη έκπληξη με κάνει και μένα να αισθανθώ όλο περισσότερο το μοναδικό της ημέρας» γράφει στο ημερολόγιό του (21/7/07) για την ημέρα που κρίθηκε η διδακτορική του διατριβή, αναφερόμενος στη Γερμανίδα Λέα Σμιθ με την οποία πιθανόν συνδεόταν ερωτικά – αλλά και της σχέσης του με τον επιχειρηματία πατέρα του, με την προτροπή του οποίου γράφτηκε και παρακολούθησε ένα χρόνο μαθήματα στη Φυσικομαθηματική Σχολή προτού πάρει, με τη μεσολάβηση της μητέρας του, μετεγγραφή για τη Φιλοσοφική και ο μικρός «Καραφοντάν» γίνει ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης της Ιστορίας.