Η Μαρία Λαϊνά περιπλανήθηκε και στο παρελθόν της. «Με καθόρισε η οικογένειά μου. Κατά έναν τρόπο, βεβαίως. Το υπόλοιπο είναι δικό μου. Η σχέση με τη μητέρα μου, κατά βάση. Ηταν μια σχέση απόλυτης ελευθερίας. Αυτό μου έδωσε και την ευκαιρία να μη φοβάμαι. Την οποία και άρπαξα. Η μητέρα μου υπήρξε ένας άνθρωπος που δεν καταλάβαινε Χριστό, κατά το κοινώς λεγόμενο, από τις προκαταλήψεις εκείνης της εποχής. Ενθουσιαζόμουν με ένα αγόρι. Μια μέρα το άκουσα να περνάει μετά τα μεσάνυχτα κάτω απ’ το παράθυρο και λαχταρούσα να το δω. «Να βγω;» τη ρώτησα. «Βγες», μου απάντησε. Ανήκουστο αυτό τότε, στα Ανω Πατήσια που μέναμε. «Μαμά, αυτό είναι ο έρωτας;» τη ρώτησα έπειτα. Και μου απάντησε: «Tώρα, αυτός είναι». Μια άλλη μέρα είχα μπει στο μπάνιο, είχα πάρει μαζί μου το ραδιοφωνάκι και είχα βάλει τη μουσική στη διαπασών. Ερχεται η μητέρα μου και λέει: «Μαρία, σε παρακαλώ, χαμήλωσέ το λίγο, δεν μπορώ να προσευχηθώ». Της λέω κι εγώ, «μαμά, οι καλοί χριστιανοί προσεύχονται υπό οποιεσδήποτε συνθήκες». Και επανέρχεται εκείνη, «ναι, αλλά έτσι που φωνάζει η κυρία, θα ακούσει μόνο αυτήν ο Θεός και όχι εμένα». Ηταν μια σοπράνο, καταλαβαίνετε, άκουγα μια όπερα…» θυμήθηκε η ποιήτρια.
Έντυπη έκδοση
Βιβλία
Έντυπη έκδοση