Το συγγραφικό δίδυμο Μπουαλό – Ναρσεζάκ (Πιερ Μπουαλό, 1906-1989, και Τομά Ναρσεζάκ, 1908-1998) δεν ανανέωσε απλώς το γαλλικό αστυνομικό μυθιστόρημα, όπως έκανε αργότερα ο Ζαν-Πατρίκ Μανσέτ, ο οποίος προσέδωσε στις ιστορίες του κοινωνικό και πολιτικό χρώμα. Του εμφύσησε καινούργια πνοή, γράφοντας έργα με προεξάρχον το στοιχείο της αγωνίας και ταυτόχρονα ψυχογραφώντας τους ήρωές του, όπως έκανε ο Ζορζ Σιμενόν που προηγήθηκε. Το 1952 οι δυο τους εξέδωσαν το μυθιστόρημα Οι διαβόλισσες (Αυτή που δεν υπάρχει πια), το οποίο δύο χρόνια αργότερα διασκευάστηκε από τον Ανρί-Ζορζ Κλουζό και γυρίστηκε ταινία («Οι διαβολογυναίκες») με τη Σιμόν Σινιορέ.
Η ιστορία αρχίζει μια νύχτα με ομίχλη, όταν ο εμπορικός αντιπρόσωπος Φερντινάν Ραβινέλ και η ερωμένη του, η για-τρός Λουσιέν, ετοιμάζονται να δολοφονήσουν τη Μιρέιγ, τη γυναίκα του. Ο Ραβινέλ φαίνεται διστακτικός, η Λουσιέν όμως είναι αποφασισμένη, δική της ήταν η ιδέα να βγάλουν τη Μιρέιγ από τη μέση για να εισπράξει ο σύζυγος το ποσόν της ασφάλειας ζωής της. Διότι οι δολοφονίες, μας λένε οι Μπουαλό – Ναρσεζάκ, γίνονται συνήθως για το χρήμα. Πνίγουν, λοιπόν, τη Μιρέιγ στο λουτρό του σπιτιού τους, αλλά την επόμενη μέρα η νεκρή εξαφανίζεται. Τι μπορεί να συνέβη; Ο Ραβινέλ πάει να τρελαθεί. Και ύστερα παίρνει ένα τηλεγράφημα από τη γυναίκα του («Είμαι υποχρεωμένη να λείψω για δύο ή τρεις μέρες»), ενώ ο αδελφός της ισχυρίζεται πως τον επισκέφθηκε. Το τέλος της ιστορίας, εντελώς απρόσμενο, φανερώνει τη δεξιοτεχνία των Μπουαλό – Ναρσεζάκ.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.